Selected tags

Further tags

Μπαμπαδίστικος χαρακτηρισμός στομωμένων εργαλείων κοπής, όπως ψαλίδια, κοπίδια, ξυράφια, αλαβάρδες και δεν συμμαζεύεται.

- Μάκη, πιάσε το κοπίδι να ανοίξουμε τις κούτες, ήρθε η παραγγελία. Που' σαι, το πράσινο, γιατί τα άλλα δεν κόβουν ούτε νερό...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει μπασκλασαρία, δευτεράντζα, διαλογής.

Μπορεί και να προέρχεται από τον βαθμό συγγένειας "τρίτος/ τέταρτος ξάδερφος" -όπως φαίνεται στο 1ο παράδειγμα, που χρησιμοποιείται στην κυριολεξία για να δηλωθεί πολύ μακρυνή/καμία σχέση.

  1. και ο σκελετος της Αμφιπολης να ειναι κανενας τριτοτεταρτος ξαδερφος του Μ.Αλεξανδρου απο το σοι της μανας του (εδώ)

  2. Ειλικρινά δεν κατανοώ τον χαρακτηρισμό τριτοτέταρτη τσοκαρία (εδώ)

  3. Τα ψώνια όταν αυτοκτονούν πέφτουν από τον πρώτο για να μην τους πει κανένας τριτοτέταρτους

  4. Κούκλα μου επειδή έβαλες ένα προκλητικό φόρεμα δεν έγινες μοδάτη....
    Τρίτοτέταρτη γκομενα θα είσαι μια ζωή (εδώ)

  5. "Ο ωραιοπαθής άντρας είναι χειρότερος κι από την πιο τελευταία τριτοτέταρτη γκόμενα". Κομφούκιος (εδώ)

Η οριζόμενη σημασία δεν έχει σχέση με τους βαθμούς συγγένειας. Στο εν λόγω παράδειγμα όντως χρησιμοποιείται με αρνητική σημασία, απλά και μόνο γιατί η εύρεση του τάφου ενός μακρινού συγγενούς ενός σημαντικού προσώπου είναι ήσσονος σημασίας εύρημα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φοιτητής πανεπιστημίου που ανήκει σε μεγάλο έτος αλλά έχει περάσει συνολικά κάτω από δέκα μαθήματα. Χαρακτηρίζει εμβληματικά περίφημους σταρχιδιστές που απέχουν από τη σχολή όλο το εξάμηνο και όταν έρθει η ώρα της εξεταστικής την καίνε χωρίς ενδοιασμό, όμως αργότερα πνίγονται στις τύψεις. Ο μονοψήφιος είναι από τη φύση του αντικοινωνικός και δυσκολεύεται να ανταπεξέλθει στις προκλήσεις της αστικής κοινωνίας του 21ου αιώνα. Κάνει όνειρα και υποσχέσεις για το πως θα πάρει την κατάσταση στα χέρια του (και κατά συνέπεια κάποια στιγμή και πτυχίο) και ότι από φέτος δε θα χάσει παρακολούθηση και ότι το Γενάρη θα κάνει το μεγάλο comeback, αλλά στο τέλος υποκύπτει σε υπαρξιακές κρίσεις, μασκαρεύοντας έτσι όλα τα προβλήματα του, αποποιείται ευθύνες και κλαίει όλη νύχτα στο πισι.

  1. Αυτός είναι ο πιο μονοψήφιος που ξέρω, εχει περάσει λιγότερα μαθήματα απ ότι έχει σπουδάσει χρόνια.

  2. Τι δουλειά έχετε εδώ ρε μονοψήφιοι; Αυξάνετε το μέσο όρο της σχολής κατά πέντε χρόνια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

πολιτικός όρος που χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει τα αποστρατευμένα μέλη αριστερών κυρίως οργανώσεων που απογοητεύτηκαν και εγκατέλειψαν την πολιτική δράση. Στο περιθώριο πλέον του κινήματος, συχνάζουν σε μπαρ και καταναλώνουν ουίσκι λέγοντας ιστορίες από τα παλιά, για το πόσο πληγώθηκαν και το πόσο τίποτα δεν αξίζει πια. Αγαπημένες τους φράσεις "'ασε με φιλαράκι, τα ξέρω" και "εγώ τους τα έλεγα τότε για τη γραμμή τους".

1) - Ρε πέτυχα χτες τον Λευτέρη! Τον ρώτησα που χάθηκε τόσο καιρό και κατάλαβα ότι έχει γίνει ουισκάτος.
- Ναι ρε από το δημοψήφισμα και μετά είναι ουισκάτος αυτός

2) -Έχεις δοκιμάσει το Nikka, το γιαπωνέζικο ουίσκι; τρομερό φίλε! Πιάσε 2 Nikka μάστορα (σσ προς τον σερβιτόρο).. Α και τί λέγαμε; ναι, άσε τα ξέρω μωρέ, όλοι σάπιοι είναι, τα έζησα από μέσα
- Είσαι πολύ καιρό ουισκάτος;

Got a better definition? Add it!

Published