Οι τιτοϊκοί, δηλαδή οι έχοντες ως ιδεολογία τον τιτοϊσμό.

Το τιτοϊκός/τιτοϊστης ετυμολογείται από το όνομα του γιουγκοσλάβου ηγέτη Γιόσιπ Μπροζ Τίτο, όμως τα τιτιστής και τιτικός αποτελούν κάποιου είδους παράφραση γέννημα των ελλήνων σταλινικών, που, για άγνωστο λόγο, δεν διέκριναν, απ' ότι φαίνεται, τα διαλυτικά στη λέξη τιτοϊσμός και έτσι την πρόφεραν χωρίς αυτά, μέχρι που σταδιακά αυτό πέρασε και στο γραπτό λόγο, ακόμα και σε επίσημα κείμενα των κομμάτων και των οργανώσεων τους.

Για την ιστορία, ο τιτοϊσμός ήταν η ιδεολογία της κυβέρνησης της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας, από τη κατάληψη της εξουσίας από τους παρτιζάνους του Τίτο στα 40ies, μέχρι και το θάνατό του το 1980. Από εκεί και έπειτα ο τιτοϊσμός σταδιακά παρήκμασε, τα πράγματα δεν πήγαν καθόλου καλά, φούντωσαν οι εθνικισμοί στη πάλαι ποτέ Γιουγκοσλαβία, έτσι από το 1991 μέχρι και το 2001 μαίνονταν εμφύλιος και γίνανε πουτάνα όλα.

  1. -Μην μιλάτε σε αυτούς είναι τιτιστές.

  2. (...) τον καπιταλισμό της Τιτικής Γιουγκοσλαβίας (...) εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορος που ταιριάζει γάντι στην γενική κατάσταση των πεζοδρομίων.Δηλαδή σπασμένες πλάκες,τρούπες κάθε είδους,σκαλοπάτια,ακάλυπτα φρεάτια(οι κυνηγοί μετάλλων δεν αφήνουν καπάκι για καπάκι) κλπ.
Ολα αυτά,συν την τύφλα μας μερικές φορές, δημιουργούν ιδανικές συνθήκες για πτώσεις και τραυματισμούς.

''Τι έγινε ρε φίλε,που κονόμησες τον γύψο στο χέρι;
''Αστα να πάνε...Περπατούσα στο πεζοδρόμιο,σκόνταψα και...έπεσα.Κανονικό πεφτοδρόμιο μιλάμε''

Got a better definition? Add it!

Published

Σαρδαμισμός-παραλλαγή του "μεταλαμπαδεύω". Η διαφορά βρίσκεται στην κυριολεκτική σημασία κατά την οποία πλέον δεν δίνουμε φως αλλά πασάρουμε τη μπάλα. Μεταφορικά εννοείται το ίδιο, σου μαθαίνω μπαλίτσα, σου κάνω πάσα γνώση.

-Έχω ραντεβού με την Δανάη σήμερα και δε ξέρω που να την πάω για φαγητό.
-Να μαγειρέψεις σπιτι, ψητό σολωμό με πατάτες και καμιά σαλάτα με ρόκα,ραπανάκι,παρμεζάνα και καρύδια.
-Όχι ρε θέλω να την εντυπωσιάσω, θα την πάω σε κάνα καλό εστιατόριο να γουστάρει.
-Άκου ρε λελέ την Ποπάρα, σου μεταμπαλαδεύει γνώση και εμπειρία μπας και φορτώσεις άχρηστε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κατάσταση όπου κάποιος τριγυρνάει γύρω από κάτι ή κάποιον άλλο, επίμονα.

Έλα Τάκη είμαστε στο καφέ της Αννούλας. Που είναι; Πάνω στην πλατεία, θα το αναγνωρίσεις καθώς δορυφορίζουν γύρω μας 5-6 πιτσιρίκια.

Είδες την αλογόμυγα, δορυφορίζει γύρω γύρω από το σκατό εδώ και μία ώρα.

Got a better definition? Add it!

Published

παράφρασηΤο χρησιμοποιούμε σαν όρο για να περιγράψουμε το μικρό επιπλέον "σαζμανακι"που διαθέτουν τα γεωργικά μηχανήματα μηχανήματα έργου κλπ όπου παρέχει επιπλέον κίνηση για την λειτουργία διαφόρων εξαρτημάτων. Το ωραίο όλων είναι ότι είναι παραγωγο του όρου Power Take Off εν συντομία PTO όπου Ελληνιστί πήρε αυτή την μορφή.

Σύνδεσε την Σπάρτακη στο Παρτικοφ

Got a better definition? Add it!

Published