παράφρασηΤο χρησιμοποιούμε σαν όρο για να περιγράψουμε το μικρό επιπλέον "σαζμανακι"που διαθέτουν τα γεωργικά μηχανήματα μηχανήματα έργου κλπ όπου παρέχει επιπλέον κίνηση για την λειτουργία διαφόρων εξαρτημάτων. Το ωραίο όλων είναι ότι είναι παραγωγο του όρου Power Take Off εν συντομία PTO όπου Ελληνιστί πήρε αυτή την μορφή.

Σύνδεσε την Σπάρτακη στο Παρτικοφ

Got a better definition? Add it!

Published

Ρε συ μας τα έχει πρήξει ο Τζιμης όλο φλεξαρει με το καινούριο του πανάκριβο ποδήλατο!

Είναι η επίδειξη διαφόρων υλικων αγαθων (κινητά κοσμήματα ρούχα κλπ) Επίδειξη σωματικών προσόντων. Εν κατακλείδι όταν κάνεις "διαφημιση" την πάρτη σου είναι φλεξ.

Got a better definition? Add it!

Published

Όταν δανείσουμε χρήματα και δεν τα πάρουμε ποτέ, όταν μας χρωστούν από τη δουλειά χρήματα και δεν μας πληρώνουν. Όταν παρέχουμε μια υπηρεσία και δεν ανταμειβόμαστε, όλα αυτά είναι τα λεγόμενα πιστολιάσματα.

Συναντάται επίσης και ως έφαγα πιστόλι και συνοδεύεται με το προπαρασκεύασμα μυρίζει-βρωμάει μπαρούτι (άρα θα φάμε πιστόλι).

  1. — Τι έγινε ρε σε πλήρωσαν από τη δουλειά;
    — Γάμησε τα φίλε, εδώ και τρεις μήνες τίποτα, μου βρωμάει μπαρούτι η δουλειά, θα φάμε κανένα πιστόλι, δεν τη γλιτώνουμε!

  2. — Δάνεισα στο Νίκο, θα μου τα δώσει πίσω λες;
    — Καλά είσαι μαλάκας, γιατί δε ρωτάς πρώτα; Πρόκειται για μεγάλο πιστολέρο!

  3. — Σε πλήρωσε;
    Σκατά, έφαγα πιστόλιασμα.

(από tractioner, 08/04/11)(από tractioner, 08/04/11)

Δες ακόμη: πιστολιάζω, πιστόλα, πιστολέρο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μακροσκελές κείμενο.

Ο όρος ξεκίνησε να συναντάται στους διαδικτυακούς χώρους π.χ. blogs, forum κ.λ.π.

Επίσης συναντούμε και το σεντονάκιας, δηλαδή ο ''πολυλογάς'' του πληκτρολογίου.

- Πω, ρε φίλεεε, τι είναι αυτός ρε συ; Κατεβάζει σεντόνια ολόκληρα, θα πάθουν τα δάχτυλα του!
- Καλά ρε, δε τον ήξερες, σεντονάκιας από τους λίγους, μιλάμε.

αφιερωμένο στους σεντονάκηδες (από Khan, 08/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έντονη, ακατάσχετη και επίμονη εκτόνωση αερίων από τον πρωκτικό μας σωλήνα, συνηθίζεται δε να συμβαίνει σε περιπτώσεις κατανάλωσης όσπρεων και λοιπών πορδογενών εδεσμάτων.

- Πω ρε μαλάκα, τι πορδοσφάχτης είναι αυτός, δεν παίζει να βγω από το σπίτι, ρόμπα θα γίνω.

πορδή (από tractioner, 02/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σλανγκ συναντάται στον χώρο τις αυτοκίνησης και συγκεκριμένα των κοντράκηδων.

Όταν ένας κάτοχος γρήγορου αυτοκινήτου αποκαλείται (ειρωνικά συνήθως) βατραχάνθρωπος ή ντύθηκε βατραχάνθρωπος, αυτό αυτόματα παραπέμπει στο γεγονός ότι το αμάξι του φέρει εξοπλισμό υπέρ-εύφλεκτου μίγματος Νίτρο! (ΝΟS)

Η σύνδεση του όρου πηγάζει από την μορφή που έχουν οι συγκεκριμένες μπουκάλες που είναι πανομοιότυπες με αυτές που φορούν οι βατραχάνθρωποι!

- Ο Μήτσος θέλει να τα πατήσετε και λέει κιόλας ότι σε παίρνει.
- Με το Μήτσο ρε μαλάκα θα βάλω κόντρα; Αυτός φαίνεται από χιλιόμετρα ότι ντύθηκε βατραχάνθρωπος!

NOS (από tractioner, 02/04/11)(από tractioner, 02/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοινώς, έχω πάθει πλάκα με κάτι που με έχει ενθουσιάσει καθηλώνοντάς με!

Χθες κυκλοφόρησα με το Χριστινάκι... ήταν και ντυμένο πολύ σέξυ... όταν μπήκαμε στο club είχαν παραδώσει όλοι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοινώς ο πολύ γρήγορος.

- Πότε κιόλας ήρθες ρε συ; Σφαιράτος είσαι μιλάμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπερβολικά υψηλή ταχύτητα.
Συνήθης όρος για τους απανταχού λάτρεις τις αυτοκίνησης και ειδικά των κοντράκηδων.

- Μαλακααααά... τον είδες πως πέρασε; Τάπα το πήγαινε το εργαλείο!

Βλ. και πηγαίνω τάπες

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι όρος που πιστοποιεί ότι κάποιο προϊόν είναι καινούργιο και εντελώς αχρησιμοποίητο.

Χρησιμοποιείται κατά κόρον για τα αυτοκίνητα και όχι μόνο, και έχει ''καταγωγή'' από το σύνηθες φαινόμενο κάλυψης των καθισμάτων με ζελατίνα από τους κατασκευαστές αυτοκινήτων.

- Ρε Μπάμπη, είδα τον Λευτέρη με μία bmw, δικιά του είναι;
- Ναι ρε το κουνάβι, του το πήρε ο μπαμπάκας του!
- Ζελατίνα;
- Ναι ρε, ζελατίνα το πήρε ο σκατόφλωρος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified