Ένα από τα εις -ούμπα σλανγκικά ουσιαστικά, και μάλιστα από τα πιο χαρακτηριστικά. Εννοείται το στρατιωτικό κράνος.

Νομίζω ότι σε -ουμπα σλανγκίζονται αντικείμενα με τα οποία έχουμε ιδιαίτερη οικειότητα, είναι εξαρτήματά μας απαραίτητα, ή ιδιαιτέρως ποθητά, πρβλ αδειούμπα, φραπεδούμπα, κινητούμπα.

Πηγή: Κπάτακας.

Καλά, χρησιμοποιείς την κρανούμπα για να πλένεις τα ρούχα σου;

(από granazis, 24/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή είναι ζωή!!! Το λέμε όταν είμαστε κάπου (πχ σε καλό στρατόπεδο) και κάνουμε τη ζωή μας ρε παιδί μου, γουστάρουμε.

Ζωάρα το 294 ΤΕ σου λέω. Είναι πολύ χυμείο εντελώς!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η άδεια στη στρατιωτική αργκό.

- Άντε να περάσει και αυτός ο μήνας να πάρω και εγώ καμία αδειούμπα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified