Selected tags

Κατάληξη για κάτι μεγάλου μεγέθους, που σημαίνει -άρα.

Φιλούμπες = φιλάρες, αρχιδούμπες = αρχιδάρες, κρεμμυδούμπες = κρεμμυδάρες.

Ο πολύ πολύ σταρ, αυτός που τον έχει φάει το σταριλίκι (και ο Star στις παλιές καλές παρακμιακές και κατινίστικες εποχές του απογευματινού του δελτίου, του δήθεν νεανικού και αντικαταθλιπτικού, με μπόλικη φόλα του εγχώριου σταρ σύστεμ - αν υποθέσουμε πως υπάρχει κάτι τέτοιο) κι έχει καταλήξει σε υπερτροφικό βαθμό ναρκοληπτικό ζόμπι που το κυνηγάει ο πυρηνικός καταρράκτης από τους προβολείς και τους προσβολείς του.

Είναι μορφή, κινείται στα όρια της καρικατούρας, προκαλεί ανοχές, ήθη και αισθητική, γίνεται γκροτέσκος και κιτς, συνήθως όμως βρίσκεται καλά καθισμένος στ' αυγά του, πάνω στο ροζ του συννεφάκι και υπακούει σαν καλό παιδί αυτά που του υποδεικνύουν οι μανατζαρέοι του, για να βγάλουν φράγκα εις βάρος του, όσο περνάει η μπογιά του, με κείνον βιτρίνα, πράγμα που εξαρτάται από το σοκ του καρακιτσαρίστικου ντου του.

Κατ' εξοχήν σταρούμπες έβγαλε και βγάζει η εκμπομπή της Πάνιας που πάντα είναι η ίδια όσο κι αν αλλάζει ονόματα ή και κανάλια. Δεν είναι σπάνιο πια, και κάποιο άτομο, χωρίς κάποιο ιδιαίτερο στοιχείο ή κουσούρι, ή κάποια βαρεμένος τέλος πάντων από γλάστρα σε εκπομπή, λόγω κοννέ να αναδεικνύεται σε σταρούμπα, βλέπε Σπυροπούλου που άφησε το Τζόκερ για να πιάσει το θείο (κάτι ξέρει αυτή). Το υπερβολικό όμως φθείρει και δε θέλει και πολύ το υπερθετικό να υποπέσει στην υποκατηγορία της σταρλέττας. Απολαύχτε.
Φρικηπαίδεια. Έθνος.

  1. Στο "ό, τι νά'ναι" του Σκάι, μια σατιρική τους εκπομπή με αφορμή τα 25 χρόνια ιδιωτικής τηλεόρασης, παρελαύνουν στους σχολιασμός και ο Βας Βας, παλιά σταρούμπα της Πάνιας.
    2.- Φρύδια, νύχια και μαλλιά... Κι έτσι θα τον τρελάνω, τώρα τις γιορτές!
    - Αχ, μωρή! Ναι, καλέ! Άι στο δγιάλο, μπάζο, που θες να μου το παίξεις και σταρούμπα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη προερχόμενη από τα συνθετικά καύλα και τουλούμπα. Δηλώνει συνήθως θαυμασμό για μια τροφαντή κυρία με πιασίματα, κάτι σαν Φρατζολίνα Ζολί.

Ενίοτε μπορεί και να χρησιμοποιηθεί υποτιμητικά με διάθεση σεξιστική, χαρακτηρίζοντας πλέον κυρίες που εμπίπτουν στο γυναικότυπο της γκαμούζας.

Α. Μα τι καυλούμπα γυναίκα είναι αυτή!

Β. Ίσα μωρή καυλούμπα που θα μου πεις ότι άναψες και φλάς...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φαγητό από ρύζι, ντομάτα και κιμά. Χρησιμοποιείται και για να περιγράψει καταστάσεις που είναι υπερβολικά αχταρμάς, χυλός, όπου συμφύρονται ετερόκλητα στοιχεία με αποτέλεσμα ένα γενικό μπάχαλο. Το χαρακτηριστικό της μπουχλούμπας είναι ότι ακόμη κι αν τα συστατικά της είναι καθ' εαυτά τίμια, το αποτέλεσμα δεν τρώγεται με τίποτα. Επίσης μπορεί να ειπωθεί για ένα ανιντέντιφάιντ έδεσμα με «παραδοσιακό» χαρακτήρα με την κακή έννοια (τύπου τουρλού τουρλού) το οποίο δυσκολευόμαστε να προσεγγίσουμε πόσω μάλλον να καταναλώσουμε. Ευρύτερα για οποιαδήποτε συγχώνευση δεν χωνεύεται με τίποτα.

Πρόσφατη σημαίνουσα χρήση της έκφρασης έγινε από τον σκηνοθέτη, δημοσιογράφο και ραδιοφωνικό παραγωγό Νίκο Μαστοράκη, ο οποίος παραβιάζοντας την αρχή «τα εν Νίκῳ μη εν Δήμου» έκραξε τον φιλόσοφο, συγγραφέα, διαφημιστή και πολιτικό Νίκο Δήμου μέσα από την προσωπική σελίδα του στο Φέισμπουκ, που έγινε βαϊραλιά.

  1. Συνέβη το 1966. Η μπουχλούμπα ήταν τότε ένα ελάχιστα έως καθόλου αρεστό πιάτο στους κατασκηνωτές της εποχής. Αποτελείτο από ρύζι με ντομάτα και κιμά. συνήθως σερβιρόταν για δείπνο. Όταν ο ομαδάρχης γυρνούσε φορτωμένος από την διαχείριση, και τα παιδιά σηκωμένα στις μύτες των παπουτσιών τους ανίχνευαν μέσα στο ταψί την αηδιαστική μπουχλούμπα, ακούγονταν παντού επιφωνήματα αποδοκιμασίας και σ' όλους κοβόταν η όρεξη μαχαίρι. Μιά μέρα του 1966(;) έγινε το λάθος να σερβιριστεί η μπουχλούμπα μετά από επισκεπτήριο. Καταλαβαίνει κανείς ότι μια τέτοια μέρα τα παιδιά απολάμβαναν μετά μανίας τα κάθε λογής γλυκίσματα και εδέσματα που τους πρόσφεραν οι συγγενείς τους. έτσι λοιπόν όταν έφτασε η ώρα της μπουχλούμπας, πού όρεξη να φάει κανείς! Κάποιος (από Εύβοια μεριά) έριξε την ιδέα να επιστραφούν ατόφια τα ταψιά. αυτό διαδόθηκε άμεσα, και σε λίγο η διαχείριση γέμισε με γεμάτα από μπουχλούμπα ταψιά. Όταν το πήρε χαμπάρι ο τότε αρχηγός Γιαννόπουλος, έγινε το έλα να δεις. Ο εν λόγω αρχηγός που σημειωτέον δεν φημιζόταν για το ήπιο του χαρακτήρα του, είχε γίνει έξαλλος και είχε περιέλθει σε κατάσταση νευρικής κατάρρευσης. Εκινείτο με μανία πέρα δώθε φωνάζοντας σαν υστερικός και προσπαθούσε να βρει τον πρωταίτιο ανακρίνοντας όποιον κατασκηνωτή έβρισκε μπροστά του την στιγμή που ο τελευταίος κατέφτανε στην διαχείριση επιστρέφοντας το ταψί με την μπουχλούμπα ατόφια. Εν τέλει βρέθηκε η άκρη και ο υπεύθυνος απομακρύνθηκε κακήν κακώς από την κατασκήνωση το επόμενο πρωϊ (ή μήπως και το ίδιο βράδυ; δεν θυμάμαι καλά!). Η όλη φάση φυσικά έμεινε στην ιστορία της κατασκήνωσης. (Από το Φέισμπουκ).

  2. (http://konstantin.capitalblogs.gr/showArticle.asp?id=33891&blid=496) Ένα εξαιρετικό μενού, απολαυστικό για τη γλώσσα και τα μάτια. Για να τα βάλουμε τώρα στο μίξερ και να τα ανακατέψουμε… Ένας εμετικός χυλός! Αυτό είναι κι η προκρούστεια λογική για την κοινωνία. Αυτό σημαίνει η οριζόντια φορολογία και η οριζόντια μισθοδοσία στο δημόσιο τομέα. Συγχαρητήρια για τη μπουχλούμπα σας! Είναι σίγουρο ότι η επιτυχία της συνταγής είναι εγγυημένη, όταν ψευτοσοσιαλιστές επιλέγουν να εφαρμόσουν πολιτικές ψευτοφιλελεύθερων. Μόνο που είναι για το σκουπιδοντενεκέ…

  3. (http://einaimast.blogspot.gr/2010/10/dia.html) Τα αναπαραγωγικα προγραμματα (τα φτηνιαρικα που 85% του υλικου τους ειναι απο αλλες εκπομπες) εχουν προσθεσει human interest παιζοντας («παιζοντας») με φονους, θανατους, βιασμους, παιδεραστες και ο,τι αλλο θα μπορουσε να δωσει καμια μοναδουλα στο καναλακι. Η μπουχλουμπα lifestyle και αστυνομικου ρεπορταζ.

  4. (http://topontiki.gr/details.php?id=1179) Και από την άλλη ο κύριος Μεϊμαράκης με το βραχύ μουστάκι, με τη βαριά φωνή, καθισμένος σε τραπεζάκι τετράγωνο με τη ρετσίνα στο καρό τραπεζομάντιλο, ομοίωμα παλαιού ασίκη, κατα φεύγει σε γκριμάτσες που υπονοούν φράσεις όπως «άσε, ρε φίλε» και «τι να μας πει τώρα η μπουχλούμπα», για να τονίσει την απέχθειά του σε οτιδήποτε ξεφεύγει από τα πατροπαράδοτα κληρονομικά δικαιώματα.

  5. (http://www.phorum.gr/viewtopic.php?t=261397&p=5192775). Αντιστρόφως αν υπάρχει θέμα κι εγώ ο επενδυτής το ρισκάρω και γουστάρω να τρώω ό,τι μπουχλούμπα βρίσκεται μπροστά μου μα με καρκινογενέσεις, μα με κυάνια ...πάει να πει ότι μπορώ να πάρω και μερικές χιλιάδες μαζί μου να βλέπουμε παρέα τα ραδίκια ανάποδα;;

  6. ΤΟ ΠΑΠΑΡΙΖΕΙΝ ΕΣΤΙ ΦΙΛΟΣΟΦΕΙΝ;
    Ο αυτοπροσδιορισθεις (εδω και δεκαετιες) φιλοσοφος Νικος Δημου, διαφημιστης κατα κοσμον πριν εισελθει στον κυκλο των αθανατων φιλοσοφων, εμφανιστηκε στην εκπομπη του Νικου Ευαγγελατου, οπου ασημαντοι και μη φιλοσοφοι, τον εκαναν φυλλο και φτερο. Παρουσιαστηκε ως συνιδρυτης του «Ποταμου» αλλα τραυλισε, τα μασησε, τα μπερδεψε και στο τελος μπερδευτηκε. Ειπε ομως οτι ηταν στο ανεκδιηγητο κομμα «Δραση κλπ. ασυναρτησιες,» με αρχηγο τον επισης διαφημιστη Τζημερο (φαινεται τελικα πως ολοι οι μηντιαδες θα μπουν στην πολιτική μπουχλούμπα) και δηλωσε οτι το ονομα των Σκοπιων πρεπει να ειναι «Μακεδονια.» Ο πολυς Νικος Δημου (περιαυτολογων περι των φιλοσοφικων του βιβλιων και την φοβερη επιτυχια τους σε 46 χωρες) κρινομενος σαν πολιτικος απεδειξε για μια ακομη φορα οτι αρκουν δεκαπεντε τηλεοπτικα λεπτα για να καταλυσεις τη φημη που εχτιζες επι σαραντα χρονια. Σαραντα χρονια φουρναρης, που λεει ο θυμοσοφος λαος μας, αλλα το ψωμι μπαγιατικο. (Από τον τοίχο του Νικου Μαστοράκη στο Φέισμπουκ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φίλη τόσο κολλητή που της κοτσάρουμε και μια -ούμπα. Σε υπερθετικό BFF βαθμό: το κολλητουμπινάκι μ.

Μαθητική αργκό τελευταίας κοπής, σπαρταράει.

  1. σορρυ ρ κολλητουμπα μ!! απλα τ σ/κ ειχα παει στν κολλητη μ εκτοσ path κ δν μπηκα καθολου!! τ νεα;; μ ελειψεσ ρρ!!

  2. Εβελίνααααααααααααααααααα: κολλητουμπα μου :D

  3. axxxuuu to... i kollitumpa m.

(Από διάφορα σάη)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με το μεγεθυντικό επίθημα -ούμπα της γαμοσλανγκοτέτοιας, δηλώνεται ότι πρόκειται για βυζιά που είναι ευμεγέθη, ευβαρή και μεγαλοπρεπή. Τα βυζιά, δηλαδή, από τα οποία θα ευχόμασταν να φάμε βυζοσκάμπιλο, ακόμη και με κίνδυνο της σωματικής μας ακεραιότητας, τα βυζιά για τα οποία θα κάναμε και τον μαλάκα ή τον Ισπανό τουρίστα στην κοιλάδα των Τεμπών. Κατά προτίμηση φυσικά, φευ συχνά είναι κονάτα. Η φορέας τους λέγεται βυζουμπάτη.

  1. Αν της περισσεύουν κιλά στην περιοχή τους στήθους, τα μοστράρει επιδεικτικά σε στυλ «μαλάκα δεν είναι λίπος, βυζούμπες είναι» ενώ αν έχει μεγάλο κώλο, τον περιφέρει με την υπεροψία του «αν οι πλατείες δεν αξίζανε, δε θα τους δίναν κι όνομα». (Εδώ).

  2. ΒΥΖΙΩΝ ΕΓΚΩΜΙΟΝ. Βυζιά,βυζάρες,βυζούμπες,μπαλονια,κλπ. όπως και να τα λένε είναι το αντικείμενο του πόθου.Enjoy.. (Από το εξειδικευμένο βλόγιον byzares.blogspot.com, μην το χάσετε οι βυζολάγνοι).

  3. άλλο τα βυζά,άλλο οι βυζάρες,άλλο οι βυζούμπες και άλλο οι βυζόμπαλες. (Αναλυτικός φορουμόβιος εδώ).

  4. Το σωστο στηθος πρεπει να εχει 3 προυποθεσεις:
    -Να ειναι ΦΥΣΙΚΟ
    -Να ειναι ΜΕΓΑΛΟ
    -Να ειναι ΤΕΡΑΣΤΙΟ.
    Ο καταλληλοτερος δεικτης για το αν μια γυναικα εχει ωραιο στηθος ειναι το κεφαλι της...Ναι σωστα διαβασατε το κεφαλι της.Αν το καθε βυζι ειναι μικροτερο απο το κεφαλι της τοτε απλως δεν ασχολεισαι.Αν κεφαλι-βυζι ειναι περιπου ιδια το πραγμα αρχιζει να αποκτα ενδιαφερον.Αν ομως το καθε βυζι ειμαι μεγαλυτερο απο το κεφαλι, τοτε τη γαμας και μετα την παντρευεσαι για να μην προλαβει αλλος. (Ανατομία του στήθους).

  5. φωναζει την κοπελα και μαγκες ερχεται στο σαλονι μια καυλα . μια 23 μουνιτσα ψηλη με βυζουμπες . μεσ τα υγρα ητανε!!! αμεσως δινω τα λεφτα και μπαινω μεσα . ενα δωματιο αρκετα καλο θα μπορουσα να πω. μπαινει κι αυτή μεσα , και ξεκιναει το παιχνιδι . αρχιζει να με γλιφει απο πανω μεχρι κατω . να αρχιζει να παιζει με τις βυζουμπες της, με τον κωλο της, με το μουνι της τον πουτσο και με καυλωνει του πουστη. (Ευμενής μπουρδελοκριτική Εδώ).

Veronica Zemunova (από Khan, 10/01/11)(από Khan, 20/03/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα από τα εις -ούμπα σλανγκικά ουσιαστικά, και μάλιστα από τα πιο χαρακτηριστικά. Εννοείται το στρατιωτικό κράνος.

Νομίζω ότι σε -ουμπα σλανγκίζονται αντικείμενα με τα οποία έχουμε ιδιαίτερη οικειότητα, είναι εξαρτήματά μας απαραίτητα, ή ιδιαιτέρως ποθητά, πρβλ αδειούμπα, φραπεδούμπα, κινητούμπα.

Πηγή: Κπάτακας.

Καλά, χρησιμοποιείς την κρανούμπα για να πλένεις τα ρούχα σου;

(από granazis, 24/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικά για γυναίκα την οποία θεωρούμε ότι είναι για τον πέουλο...

συνων. μαλακισμένη (απλά πράματα...)

(στίχος τραγουδιού)

[...]Είσαι μια πουτσοκαρούμπα εσύ, δεν θέλω να σε κρίνωωωω... Τ΄αρχίδια μου τα έσπασες μεγάλη συμφορααααααααά.... Τα νεύρα μου δεν τα συγκράτησα και όπως σηκωνόσουουν... «Κριτίμπομπο!» μια τόφα, σου γάμησα τα πρέκιαααα...

(σ.σ. η μελωδία όπως στο κουπλέ του λαϊκού άσματος «Μια καρδιά στα χέρια μου μου φέρανε, καντην ό,τι θες είναι για σένανε»)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χορταστικός φραπέ (χτυπητός / τραβηχτός) καφές, που σερβίρεται σε μεγάλο αναπαυτικό καναπέ με πολλά στριγκάκια και που πίνουν με μανία πολλοί Έλληνες, ιδίως από τις 12 τη νύχτα ως τις 8 το άλλο πρωί.

Για να χαρακτηριστεί έτσι ένας καφέ θα πρέπει να διαρκεί τουλάχιστον 5 λεπτά και να μη διακόπτεται για κανέναν λόγο (μόνο για (πουτσο)κατούρημα). Πάντα συνδυάζεται και με το αγαπημένο άθλημα του οφθαλμόλουτρου.

Ευχαριστώ τον χρήστη Μπαμπινιώτη, που μου έδωσε αφορμή για παρωδία.

- Πω πω δικέ μου είσαι να αράξουμε στην «Ανατολή» για καμιά φραπεδούμπα σήμερα τη νύχτα;
- Και δεν πάμε καλύτερα κανά Λίντο δούμε και κάνα ξέκωλο...

Εδώ πίνουν φραπέ οι Ναζιάρηδες! (από Vrastaman, 15/02/09)

Δες και -ούμπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψωλούμπα (η): Αντικαθιστά επάξια τον ξενέρωτο όρο «γυμνισμός».

  1. - Πάμε στο λιβάδι για μπάνιο;
    - Ναι αμέ, εκεί παίζει και ψωλούμπα ε;
    - Ναι ρε, εκεί τίγκα ψωλούμπα είναι..
  2. (Παρατηρώντας τύπο ψωλούμπα που είναι ομοιόμορφα μαυρισμένος, χωρίς το χαρακτηριστικό σημάδι από το μαγιό)
    - Καλά, αυτός όλο το καλοκαίρι ψωλούμπας θα ήταν...

Άλλες χρήσεις:

Υπάρχουν και άλλα συνθετικά / συνώνυμα κλπ του όρου:

Γεροψωλούμπας (συνηθισμένο είδος), δειλοψωλούμπας (ο φοβιτσιάρης, μοιάζει και με τον πρωτοψωλούμπα), κωλούμπα (η μπρούμυτη ψωλούμπα), hardcoreψωλούμπας (αυτός που κάνει ψωλούμπα σε παραλία με μη-ψωλούμπες) κλπ κλπ..

Δες και -ούμπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χορταστικός φραπέ (χτυπητός) καφές που σερβίρεται σε μεγάλο γυάλινο ποτήρι με πολλά παγάκια και που πίνουν με μανία όλοι οι Έλληνες ιδίως τους καλοκαιρινούς μήνες από τις 8 το πρωί ώς τις 8 το άλλο πρωί. Για να χαρακτηριστεί έτσι ένας καφέ θα πρέπει να διαρκεί τουλάχιστον 5 ώρες και να μη διακόπτεται για κανέναν λόγο (μόνο για κατούρημα). Συχνά συνδυάζεται και με το αγαπημένο άθλημα του οφθαλμόλουτρου.

- Πω πω δικέ μου είσαι να αράξουμε στο Da Capo για καμιά φραπεδούμπα σήμερα το μεσημέρι;
- Και δεν πάμε καλύτερα καμιά παραλία να δούμε και κάνα ξέκωλο...

(από xalikoutis, 30/10/08)

Δες και -ούμπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified