Χρησιμοποιείται προς αποφυγή εξύβρισης της Αειπαρθένου Μαρίας (Παναγίας).
Γαμώ την πανακόλα μου, γαμώ. Πάλι ο μαλάκας ο Σάκης δεν έβαλε βενζίνη στο αμάξι και μας βλέπω να μένουμε σε λίγο.
Χρησιμοποιείται προς αποφυγή εξύβρισης της Αειπαρθένου Μαρίας (Παναγίας).
Γαμώ την πανακόλα μου, γαμώ. Πάλι ο μαλάκας ο Σάκης δεν έβαλε βενζίνη στο αμάξι και μας βλέπω να μένουμε σε λίγο.
Got a better definition? Add it!
Το πόμολο, ή αλλιώς για τους μάγκες και τους μάστορες η κωλόμπα, η λινάτσα.
- Πάτροκλε, έλα δω καλέ να σου δείξω την καινούρια μου κολεξιόν!
- Ίσα μωρή πετούγια!
Το πόμολο κυριολεκτικά.
Got a better definition? Add it!
Εύηχος χαρακτηρισμός που ετυμολογικά προέρχεται από τις λέξεις μπουχέσας και λεβιές. Αναφέρεται αποκλειστικά σε αρσενικά άβουλα όντα (συνήθως διψασμένα για κολπικά ύγρά) τα οποία δεν ξέρουν πως να συμπεριφερθούν σε μια γυναίκα και καταλήγουν συνήθως όταν βρουν κάποια, να προσκολλώνται και να υποτάσσονται πλήρως σ' αυτή, ακολουθώντας πειθήνια τις επιλογές-προσταγές της. Πρόκειται επομένως για συνομοταξία ανδρών, άξια βασανιστικού και συμβολικού θανάτου (πνιγμός σε πισίνα με κολπικά υγρά).
- Τον βλέπεις βρε αχαΐρευτε τον Πέτρο τι ωραία που συμπεριφέρεται στην κοπέλα του;
- Χέσε μας ρε Τασία! Αφού μιλάμε για μπουχεσολεβιέ ολκής!
Βλέπε και βρακάς.
Got a better definition? Add it!
Αυτός που σπάει τα νεύρα των άλλων και νομίζει ότι οι άλλοι τον συμπαθούν!
-Τά 'μαθες; Η Μαρία τά 'χει με τον Μπάμπη αυτήν την περίοδο!
-Με ποιον ρε; Μ' αυτόν τον βουρδούλιακα που τα πρήζει σε όλους και νομίζει ότι ειναι η ψυχή της παρέας;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Δηλώνει έλλειψη πίστης σε απειλές που εκσφενδονίζονται από κάποιον άλλο.
- Θα σε σκίσω ρε πούστη!!!
- Θα μου κλάσεις (τ'αρχίδια)...
Got a better definition? Add it!
Published
Η σάπια, η κατεστραμμένη γκόμενα. Συνήθως συνοδεύεται με τον επιθετικό προσδιορισμό μωρή για έμφαση.
Πού πας μωρή σακαφιόρα;!
- Αχ φιλενάδα πολύ κουράστηκα το Σ/Κ που πήγα Ρώμη με τον Μάκη...
- Ουστ μωρή σακαφιόρα!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αυτός που γαμάει γυναίκες, οι οποίες ειναι τόσο άσχημες όσο ένας δράκος.
- Πωω πω! Κοίτα το μαλάκα με τι κυκλοφορεί!
- Ρε το δρακογάμη !!!
Ασχημόφιλοι: δρακογάμης, μπαζογαμιάς, μπαζογλείφτης, μπαζοκίλερ, μπαζοκράτωρ, μπαζοφονιάς, σάββας, Σάββας Ουρογάμης, σαβουρογάμης, σαβουρογαμιάς, σαβουρογαμόσαυρος, σαβουρομπήχτης
Got a better definition? Add it!
Άντρας, 45, με καράφλα και ως επί το πλείστον με κοιλίτσα. Θα τον δεις να χαλβαδιάζει τρελοπίπινα και αν το αντέχει το πορτοφόλι του θα κυκλοφορεί με Mercedes, BMW κ.λ.π, κατά προτίμηση cabrio (βλ. γκομενοπαγίδα).
- Ρε συ, η Μαίρη δεν μοιάζει και πολύ με τον μπαμπά της...
- Το καινούργιο γκομενάκι της είναι. Μου θέλει και τρελοπίπινα ο μπιφτέκας...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Λαδοβρωμύλος, φίδι, γενικευμένα ο τυπικός έλληνας στρατιώτης.
Έχω και τρίωρη εξοδούμπα αύριο να δώ το μαναρίδι την γκαρσόνα στο καφέ αλλά μου λέει ο βοθρέμπορας έχει εμπλοκή το ζεστό στο μπάνιο. Πάλι λέσι θα βγώ έξω...
Got a better definition? Add it!
Από το καβάτζα και πούστης, ο κοινότατος ελληνικός χαρακτήρας που συνηθίζει να βολεύει τον εαυτό του είς βάρος των υπολοίπων.
- Ρε καβατζόπουστα φέρε μια μπύρα και κατά 'δω, που τις κρατάς όλες από το μέρος σου..
Got a better definition? Add it!