Ο γυναικάς, ο γκομενάκιας.
- Πάλι με άλλη γυναίκα είναι ο Γιώργος; Βρε τον κεραμιδόγατο!
Ο γυναικάς, ο γκομενάκιας.
- Πάλι με άλλη γυναίκα είναι ο Γιώργος; Βρε τον κεραμιδόγατο!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το νεαρό, το μικρό γκομενάκι. Συνήθως αναφέρεται σε άτομα μικρότερης ηλικίας.
Ρε σε λέω είχε κάτι πιπίνια στην παραλία, θα σου έφευγε η μαγκιά στα ίσα!
Got a better definition? Add it!
Η ηλίθια, η χαζή γκόμενα που είναι συνήθως ντυμένη, και στολισμένη άθλια και έχει μυαλό τυρόπιτα.
- Καλό θέμα αυτή η Νατάσσα;
- Τι καλό ρε! Αυτό το σαχλοκούδουνο δεν ξέρει ούτε να μιλήσει ούτε να ντυθεί!
Got a better definition? Add it!
Είναι η κοπέλα που έχει ειδίκευση στη στοματική ικανοποίηση του αρσενικού και αυτό την ευχαριστεί κι εκείνη.
Βλ. και πιπού.
-Η Ελένη χθες πήρε πίπα και στον Γιώργο...
-Έλεος την πιπόβια σε όλους πια!
Got a better definition? Add it!
Αυτός που νομίζει ότι είναι κάτι (νταής κτλ) και μπορεί να κάνει τα πάντα.
- Θα σε πλακώσω στις μπάτσες ρε!
- Άντε βρε μαλακοκαύλη σπάσε από δω!
Got a better definition? Add it!
Αυτός που επίμονα προσπαθεί με ηλίθιους τρόπους να αυτοπροβληθεί στους γύρω του.
-Κόψε ρε Γιάννη σου λέω... Μην γίνεσαι σαχλαμάρας!
Got a better definition? Add it!
Η βαρετή και βλαμμένη κοπέλα.
Άντε μωρέ με τη χαρχάλω, μου έσπασε τα νεύρα όλο το βράδυ, όλο πίπες μου έλεγε, βαρέθηκα!
Got a better definition? Add it!
τσαχπινογαργαλιάρα, τσακπινογαργαλιάρα /-ης: Ορισμός που δίνεται σε ανθρώπους παιχνιδιάρικους και πονηρούληδες. Πιο πολύ σε γυναίκες που φλερτάρουν με όλους και γελάνε αβίαστα για όλα ενώ τα μάτια τους λένε πως τα κάνουν όλα σε όλες τις στάσεις.
- Την είδες την Κατερίνα;
- Άσε, της μίλησα για λίγο και έσταζε πόθο για το κορμί μου. Όλο υπονοούμενα. Πολύ τσαχπινογαργαλιάρα.
Σχετικά: τσαχπινιάρης, τσαπερδόνα, τσαχπινογαργαλόπουστα, τσαπερδονοκωλοσφυρίχτρα, τσαχπινομπιρμπιλογαργαλιάρης
Got a better definition? Add it!
Ο διαιτητής ενός αγώνα. Προφανώς λόγω του μαύρου χρώματος.
- Και εκεί που πάμε για το διπλό, σφυρίζει το κοράκι πέναλτυ. Θά' μπαινα μέσα να του χώσω τη σφυρίχτρα στον κώλο.
Got a better definition? Add it!
Η νεαρή κοπέλα, μικρής ηλικίας, 15 - 17 ετών η οποία είναι πολύ ανεπτυγμένη, πολύ όμορφη, προκλητική, αρέσκεται στο να ξεσηκώνει και να αναστατώνει τους άντρες καθώς εκπέμπει μια πρόστυχη αθωότητα.
Στο μυαλό μας (λανθασμένα όμως) την έχουμε συνδυάσει με καρό μίνι φούστα, άσπρο πουκάμισο αρκετά ανοιχτό και στενό και με 2 κοτσίδες. (Μπότες και γλειφιτζούρι διατίθενται στον προαιρετικό εξοπλισμό!)
Ήμουν χτες στην καφετέρια με τον Χάρη και κάθονται στο διπλανό τραπέζι 2 λολίτες, που είχαν κάνει κοπάνα από το σχολείο. Πάθαμε ζημιά, αυτές βάζανε άνετα κάτω και 20άρες! Τόσο εντυπωσιακές ήταν!
Δες και νυμφίδιο.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified