Πώς ντύθηκε έτσι η λατσού! Το μισό κωλομέρι είναι έξω.
Got a better definition? Add it!
Η εναλλακτική του «μουνιά» με αντεστραμμένες συλλαβές, για να μη μας πάρουν χαμπάρι τα νέτα (όσες είναι στόκοι τέλος πάντων).
- Μάζεψε κόσμο το ρεβεγιόν με το σόι σου;
- Όλο πουρά ρε φίλε. Αλλά σε μια φάση σκάει η ξαδέρφη μου με φίλες της...κάτι νιαμού...άλλο πράμα.
Got a better definition? Add it!
Published
Ανασυλλαβισμός της λέξης «Αλβανός». Νος + Αλβα = Νοσαλβάς με τη συμπλήρωση του τελικού σίγμα και την αλλαγή του τόνου, διότι είναι πιο εύηχο. Χαρακτηρισμός που χρησιμοποιείται για Έλληνες -και όχι για Αλβανούς- που κυρίως έχουν τη φιλοσοφία του κάγκουρα με τα Arnette, το κωλοφτιαγμένος παπί, την ξυρισμένη γραμμή (μπορεί και δύο παράλληλες) στο φρύδι, την μπανάνα στη μέση με τη στάμπα της ομάδας που συνήθως περιέχει πεταλούδα για την εύρεση χαρτζιλικίου καθώς και την καμπούρα. Προφανώς γοητεύμένοι από τη φιλοσοφία πολλών μεταναστών της γειτονικής χώρας. Κατανοούμε πως δεν είναι όλοι οι άνθρωποι ίδιοι και ΔΕΝ χρησιμοποιείται ρατσιστικά κατά μεταναστών.
Παράγωγα: Νοσαλβάκι Πληθυντικός: Νοσαλβάδες Συνώνυμα: Αλήτηζζζ
Γιάννης: Ρε τσέκαρες τους τυπάδες με τα παπάκια στο πάρκο;
Σπύρος: Ναι! Πάμε να την κάνουμε στα μπάμ πριν μας την πέσουν για να μας ψειρίσουν οι Νοσαλβάδες.
Στο Δρόμο
Πο: Μαλάκα Ράν!! Πρόσεχε τον ηλίθιο που κάνει σούζες.
Ράν: Ποιος το γαμεί το 15χρονο το νοσαλβάκι. Δεν έχει πολύ χρόνο ακόμα με τις παπαριές που κάνει.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Δες ακόμη: τσανιτάπου, ποδανά.
Got a better definition? Add it!
Η πολυτραγουδισμένη μουνάρα στα ποδανά.
- Πηγαίνω στα εκάστοτε σούπερ-μάρκετ της Κέρκυρας, κι όταν βλέπω μία πολύ ωραία μεναγκό, μία πολύ ωραία κυρία ναραμού, τήνε βλέπω χαρισματικά, και τήνε βλέπω στα μέα και στα σέα και εμπλουτίζομαι και λέω «Η ζωή υπάρχει». Αφού υπάρχει Λακιώτης, υπάρχει και η μεναγκό. Αλλά ένα πράγμα θέλω να σας πω. Αν στη ζωή μας αποβάλουμε τον έρωτα, την ζωή, την τρυφερότητα...
- Τελειώσαμε!
- Τελειώσαμε από χέρι! (Ο θεούλης Λακιώτης μιλάει για τον άγιο Βαλεντίνο εδώ)
Got a better definition? Add it!
Σε ανοιχτό γήπεδο μπάσκετ που μαζεύονται όλοι οι πιστεμένοι άρηδες για πρωταθληματάκι:
- Ρε φίλε... μου 'χουν σπάσει τα νεύρα με τον τσιρικαπί με την αερόμπαλα μέσ' στα πόδια μας.
- Ρε μικρέ, εδώ παίζουν μπάσκετ, πήγαινε δίπλα στη παιδική χαρά, θα χτυπήσεις.
- Να πας εσύ ρε καράφλα!
Got a better definition? Add it!