Απαρχαιωμένος χαρακτηρισμός του πρεζάκια. Αυτός που «πίνει» λάβδανο, παραμύθα, ζουζού κ.ά. Σήμερα έχει λίγο πολύ περιπέσει σε αχρησία.

- Τζάσε τον λαβδανάκια από τη μέση γιατί κάνει στα χάπατα τη ζωή πατίνι!! (έκφραση των πρεζάκηδων)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ζέουλο που γίνεται με χάπια, ο χαπάκιας που τρώει κουμπιά οποιουδήποτε είδους. Υποτιμητικός χαρακτηρισμός που λέγεται από τα άλλα πρεζάκια που δεν πολυπάνε τους χαπάκηδες.

-Ρε ψηλέ, σου περισσεύει καμιά ευρού; Είμαι τελείως ρέστος ρε μαν...
-Παρ' τον λοπού ρε κωλοχάπατο! Ό,τι έχω στην καβάντζα το φυλάω για παραμύθα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πρεζάκιας, το πρεζόνι, ο ναρκομανής τέλος πάντων. Προκύπτει από την πρέζα, την ηρωίνη.

Βλ. και ζέο, ζάκι.

- Και του 'δωσες λεφτά;
- Ε, του 'δωσα. Δεν είδες πώς ήταν ο πρέζονας...;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ναρκομανής, βγαίνει από το πρεζάκι.

Βλ. και ζέο, πρέζονας.

Ήρθε το ζάκι και μου ζήτησε λεφτά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified