Ειρωνικά, η αποτυχημένη προσπάθεια, διάνα στο γάμο του Καραγκιόζη, εξάρες στο ταβάνι.
- Γέμισε που λες ο προφέσορας τον πίνακα με τις αηντίες του και μετά από μια ώρα διαπίστωσε ότι έγραφε με ανεξίτηλο!
- Πετυχισιάαα...
Ειρωνικά, η αποτυχημένη προσπάθεια, διάνα στο γάμο του Καραγκιόζη, εξάρες στο ταβάνι.
- Γέμισε που λες ο προφέσορας τον πίνακα με τις αηντίες του και μετά από μια ώρα διαπίστωσε ότι έγραφε με ανεξίτηλο!
- Πετυχισιάαα...
βλ. και το αντώνυμο: πετυχεσιά
Got a better definition? Add it!
Χαρακτηρισμός προσώπου ο οποίος είναι άσχετος με το μπάσκετ και χαρακτηρίζεται έτσι ώστε να δείξει ότι ο άλλος είναι εντελώς αδέξιος και δεν πετάει μπάλα, αλλά τούβλα στην μπασκέτα.
- Την Τετάρτη πάμε για μπάσκετ με τον Μήτσο; - Με αυτόν τον τούβλοβιτς, εγώ, δεν παίζω μπάσκετ...
Got a better definition? Add it!