Η νέας κοπής έκφραση, η οποία χρησιμοποιείται πια παρα πολύ, το γιατί τόσο πολύ δε με ξεπερνάει, βλ. παρακάτω. Όταν κάτι "με ξεπερνάει" σημαίνει ότι δεν ξέρω για ποιο λόγο γίνεται κάτι, ότι μου είναι ακατανόητο, και κατ' επέκταση (αλλά τι επέκταση! βλ. παρακατώ) ότι το θεωρώ πολύ αντιφατικό, παράλογο, εξωφρενικό και ακραίο (γιατί ακριβώς ακραίο θεωρούμε αυτό το οποίο δε βγάζει για μας νόημα). Ο υπαρξισμός ή υπαρξυσμός των φτωχών, θα έλεγα. Συνήθως θεωρείται, βεβαίως, in this country παράλογο αυτό το οποίο κάνει κανείς αν και αντιβαίνει στα στενά ατομικά και υπολογιστικά του συμφέροντα με την ευρεία έννοια. Είναι μεταφραστικό δάνειο (απορία: έτσι λέγεται αυτό ακόμα κι όταν το κάνουν μη μεταφραστές;) από τα αγγλικά, γιατί εισήχθη προκειμένου να αποδόσει το αμερκάνκο is beyond me, βλ. το λήμμα στο urban: beyond me. Στο ευρύ φάσμα των ςτφ, τι στον πούτσο;, τι λες τώρα! κ.λπ. και άλλων που δηλώνουν έκπληξη-αποδοκιμασία. Επίσης στο ευρύ φάσμα των φράσεων, όπως των περιφράσεων με το βγάζω, οι οποίες δηλώνουν την ερμηνεία μας (ή την αδυναμία μας για ερμηνεία) ενώπιον στάσεων και συμπεριφορών στο κοινωνικό πεδίο.

Η φράση μου βγάζει μια χιπστερ-ίλα και είναι όντως σύμπτωμα χιπυστερικόν και απ' αυτό που ονομάτισε πολιτικά μη ορθά κάποιος εδώ στο σλανγκ πουστρομανιέρα (ένα είδος gay διαλέκτου της σοούμπιζ που διαχέεται προς τα κάτω λόγω προβολής και επιρροής).

Εδώ είναι το παρακάτω: Με τη γενίκευση της χρήσης της, έγινε φανερό ότι ανακλά μια συντηρητική, κομφορμιστική, κλειστή και εγωιστική στάση απέναντι στον άλλο. Όταν διαρκώς μας ξεπερνάει κάτι που κάνει ή είναι ο άλλος, αυτό δε σημαίνει πια ότι δεν το κατανοούμε, όπως ήταν αρχικά το νόημα της φράσης, αλλά ότι παραιτούμαστε από το να το κατανοήσουμε, και ο λόγος είναι ότι ό άλλος δε μας ενδιαφέρει πια, δε δίνουμε δεκάρα τσακιστή, όταν παρεκκλίνει από την κοινωνική νόρμα και κανονι(στι)κότητα των καθημερινών ηθικών, πολιτικών, αισθητικών κλπ. επιλογών.

Λέγοντας ότι μας ξεπερνάει κάποιος για κάτι που κάνει, κατά κάποιο τρόπο τον σφάζουμε με το μπαμπάκι, γιατί η έκφραση εκ πρώτης φαίνεται να εκθειάζει/"δοξάζει" τον άλλο για την διαφορά του και να έχει μια "αυτοταπεινωτική" διάθεση (με ξεπερνάει = υπερβαίνει τις δικές μου φτωχές ικανότητες κατανόησης και τον υπαρξιακό/φαινομενολογικό μου ορίζοντα). Στην πραγματικότητα, όμως, μια πραγματικότητα που περίπου ο καθένας νιώθει σαν ένας μικρός οpinion leader...

(αρχή μεγαλούτσικης παρένθεσης -> opinion leader: αυτός ο όρος φαίνεται να σημαίνει αυτόν ο οποίος στα κουτσομπολίστικα πάνελ εκφράζει όχι τη γνώμη του, αλλά μερίδα της κοινής - υποτίθεται - γνώμης, με άλλα λόγια επιβεβαιώνει, επιστρέφει και επιρρώνει στη συντριπτική πλειοψηφία το κοινό περί νόρμας αίσθημα ή τις φαντασιακές μας κοινότητες, δηλαδή, συνήθως ότι ποταποτερότατον - βλ. και σχολιάκι μου εδώ για τις "γνωματζίδικες γνώμες" και τη θέση τους στο σλανγκ.τζιαρ. Το opinion leader ακούγεται μάλλον πιο δημοκρατικό από τον προκάτοχό του, το opinion maker - τέλος μεγαλούτσικης παρένθεσης)

...όταν λέμε ότι κάποιος/κάτι μας ξεπερνάει, τον διαολοστέλνουμε συνοπτικώς και άτεγκτα (βλ. και το άλλο αμερκάνκο: I have no time for this shit). Δηλαδή, γίνεται διαρκώς αυτή η αντιστροφή: κάτι με ξεπερνάει επειδή είναι ακραίο - > κάτι είναι ακραίο επειδή με ξεπερνάει. Έτσι, όμως, ομορφόπαιδα, πετσοκόβεται σιγά σιγά μέσα από τους κοινωνιογλωσσικούς αυτοματισμούς το humanum, η κοινή μας ανθρωπινότητα, η οποία μας επιτρέπει σε κάθε περίπτωση να λέμε ότι "Homo sum, humani nihil με ξεπερνάει" (= άνθρωπος είμαι, τίποτα το ανθρώπινο δε με ξεπερνάει). Τώρα ας μην αρχίσουμε τη συζήτηση για το Άουσβιτς ή και γιατί όχι;

Σε κάθε περίπτωση, σήμερα υπάρχει μια πίεση συνέχεια να λέμε ότι με ξεπερνάει εκείνο, με ξεπερνάει τ'άλλο, γιατί προφ όλα όσα κάνω εγώ είναι τόσο κατανοητά και τέλεια και αμιγή αντιφάσεων! Τόσο στιλβωμένα και ραφιναρισμένα/επεξεργασμένα!

προΤελευταία παρατήρηση: αν η φράση όπως υπεννόησα χρησιμοποιείται κατά κόρον και διαχέεται από σελέμπριτις και σεμπρίλιτις, αυτό έχει να κάνει με αυτό που λέμε υπερανάπληρωση αν και δεν είναι απαραίτητα ασυνείδητο όλο αυτό: πάντως, νιώθοντας ενοχικά για πράγματα που αναγκάζονται/επιλέγουν να κρύβουν τα οποία ξεπερνάνε (;) τον μέσο άνθρωπο (τον ποιον;) που τους ακούει και τους τρέφει και τους αγαπάει, δε χάνουν ευκαιρία να δηλώσουν ότι συμφωνούν με τον κοσμάκη σε ένα σωρό άλλα πράγματα που ξεπερνάνε τους ίδιους (π.χ.

"το γιατί ο άλλος θα κατέβει σε μια πορεία να διαμαρτυρηθεί και θα πετάξει μολότοφ, προσωπικά με ξεπερνάει"

κ.τ.ο.).

Τελευταία παρατήρηση: καμιά φορά το "με ξεπερνάει" απευθύνεται εις εαυτόν, όταν αναρωτιόμαστε γιατί κάνουμε εκείνο ή το άλλο σε στυλ αυτοψυχοψαξίματος.

Παραδείγματα από το νέτι:

«Με ξεπερνάει να με βρίζουν συμπατριώτες μου Παναθηναϊκοί»! Ξέσπασε ο Γιώργος Μανούσος στο facebook για τα όσα άκουσε από την κερκίδα των οπαδών του Παναθηναϊκού.

Νίκος Χατζηνικολάου: «Αυτό με ξεπερνάει! Τι λαός είμαστε;»Εμφανώς ενοχλημένος ήταν ο Νίκος Χατζηνικολάου σήμερα το πρωί, με αφορμή την κατάσταση που επικρατεί στους δρόμους της Αθήνας, λόγω της χιονόπτωσης.

Αυτό που οι κουτσουλιές είναι άσπρες στα μαύρα αυτοκίνητα και μαύρες στα λευκά με ξεπερνάει

Μόλις γύρισα από Τουρκία που ήμουν σε αποστολή της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για το κουρδικό και μπορώ να πω απερίφραστα ότι ο ευρωπαϊκός κυνισμός με ξεπερνάει. Ξεπερνάει ακόμη και την τουρκική αγοραία βουλιμία, ξεπερνάει ακόμη και την ελληνική διοικητική ματαίωση των καιρών μας» (από δώ).

Γενικά, με ξεπερνάει το γεγονός ότι είναι τόσο αξιοπερίεργη η γυναικεία φιλία. Μας μειώνει. Ναι, οι γυναίκες μπορούμε να γίνουμε σκύλες μεταξύ μας, αλλά οι λίγες καλές φίλες που έχω μου αποδεικνύουν ότι μπορούμε να είμαστε και τα μεγαλύτερα στηρίγματα η μία για την άλλη.

Η υστερία από μόνη της είναι ένα θέμα προς έλεγχο, διότι από τη μία σημαίνει ότι έχω πράγματα απωθημένα και καταπιεσμένα που πρέπει να τα βγάλω στην επιφάνεια, να τα δουλέψω, να τα εκλογικεύσω και να τα ξεπεράσω. Από την άλλη όμως δείχνει ότι χάνω τον έλεγχό μου, δεν έχω ικανότητα να ελέγξω τον εαυτό μου σε κάποιες στιγμές, με ξεπερνάει ο εαυτός μου κι οδηγείται σε αυτές τις ακραίες καταστάσεις που έχουμε μάθει να ονομάζουμε υστερικές. από εδώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι και ένας σύντομος και πιο βολικός τρόπος να πεις για κάποιον ότι είναι κλαρινογαμπρός, χωρίς να προσφύγεις στο αγγλότροπο κλάριν.

Κλαρίνον το κυριολεκτικόν

Κλαρινογαμπρός ως γνωστόν είναι ο ποζεράς που αγρεύει γκόμενες ή που απλώς εκθέτει με ποζεράδικο τρόπο τα κάλλη του για να τον αγρεύσουν αυτές, κάνοντας διάφορες εμφανισιακές καγκουριές, όπως λ.χ. τατουάζ μανίκια, κουρέματα όπου τα μαλλιά είναι ξυρισμένα στα πλάγια και φουντωτά πάνω με διάφορες φράντζες, γραμμωμένο σώμα με εξαπάκετο, μπλούζες με V για να φαίνονται οι γυμνασμένοι μύες του στήθους, μούσι Λεωνίδας, πατούμενα με αερόσολες κ.ο.κ. Τώρα που αβέλει λατσοτέμπα, κυκλοφορούν και ως κλαρινοπαραλίες, όπου μπορούν να επιδείξουν ακόμη πιο ευχερώς τους μύες και την body art των τατουάζ τους (έως και ταπετσαρία) μαζί με ποζεράδικα μαγιό και σανδάλια.

Κλαρίνα κατά Μikeius

  1. min akouw kagkoures na lene oti eimai klarino ta pairnw!! (Εδώ).
  2. Πούτσες; Τις παιζω στα δαχτυλα τις πουτσες. Ζούμε σε μια κοινωνία γεμάτη παράσιτα. Κάγκουρες, σκατοκέφαλοι, κλαρίνα, χαζογκόμενες, λατέρνες, φιλενάδες, σιχαμένοι χίπστερς κτλ προκαλούν εμετό στα μάτια, τα αυτιά και το στομάχι μας. Ταυτόχρονα. Και επειδή λύση στον ορίζοντα δεν βλέπουμε, πρέπει να κάνουμε κάτι από μόνοι μας γι’ αυτό. (Λίγα λόγια για μας. Η χούντα μας).
  3. αυτές είναι μηχανές! όχι αυτές της αηδίες που καβαλάτε! παλιό κλαρίνα ! (Εδώ).

Κλαρινορονάλντο με ένα σχετικό τζέντερ μπλέντερ που επιτάσσει το Τζιναβονήσι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified