Η γαμική διαδρομή ή ώθησις, εκ του γαμάω και του γαμοσλανγκοτέτοιου -ιά.

Αργκό του σλανγιωτάτου Ανδρέα του Εμπειρίκου.

- Έπειτα, διά µιας, άρχισε να τήν γαµά µε πολύ δυνατές και γρήγορες γαµιές. Από εκεί που κοίταζα, έβλεπα καθαρά τήν χονδροπούτσα του να µπαινοβγαίνη γοργά και σταθερά
(εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γαμήσι, ιδιαίτερα εάν αυτό πίπτει αγρίως.

Εκ της πούτσης (< πόσθη) και του γαμοσλανγκοτέτοιου -ιδι που προσδίδει στα ουσιαστικά ένα δυναμικό ζενεσεκουά (βλ. πιχί κλανίδι, κωλίδι, μουνίδι, τουμπίδι, ψωλίδι, κ.ταλ.).

Πιο βουκολικά εκφέρεται ως π'τσίδ'.

1.
«Άσε πια τον Καπουτζίδη, έλα να σου ρίξω ένα πουτσίδι»! #skliro_porno.

2.
Αφού ο άντρας δέχεται να του σκυλογαμάει ο σπιτωμένος εραστής τη γυναίκα και του αρέσει (μάλλον τρώει κανά πουτσίδι και αυτός), οκ.

3.
Κάποιες από αυτές, είναι ωραία κομμάτια, και δε νομίζω ότι θα έλεγε κάποιος όχι στο να πέσει κανα πουτσίδι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified