Further tags

Μεταφορά για το μεγάλο και σκληρό πέος. (Δες). Βλ. και λοσταρία.

Την κοπάναγα με το λοστάρι μου μέχρι που έχυσε.

Got a better definition? Add it!

Published

Μεγεθυντικό του αρχιδοστραγγίστρα, δηλαδή η σεξομανής γυναίκα που διά της υπερβολής των σεξουαλικών της απαιτήσεων όχι μόνο σου στραγγίζει τα αρχίδια, αλλά τα ξηλώνει εντελώς.

Κάνε αποχή και εγκράτεια για μια εβδομάδα πριν τη συναντήσεις γιατί η γυναίκα είναι αρχιδοξηλώστρα!

Got a better definition? Add it!

Published

Ετυμολογείται από το τουρκικό matrak = ρόπαλο < αραβικό مطرقة (matrakah = ξυλόσφυρο). Δοκίμως είναι είδος σφυριού με βάρος πάνω από ένα κιλό, σιδερένια παραλληλόγραμμη χοντρή κεφαλή και ξύλινη λαβή. Μεταφορικώς σημαίνει το πέος.

Άρχισε να τη βαράει με τον ματρακά του.

Got a better definition? Add it!

Published

Μέρος που διευκολύνει το κάκολντινγκ, όπως λ.χ. swingers club ή ξενοδοχείο ή AirBnB ή βίλα όπου λαμβάνει χώρα κάκολντινγκ.

Το κερατάδικο διαθέτει μια υπέροχη κακολντοπολυθρόνα, όπου μπορείτε να κάθεστε αναπαυτικά και να βλέπετε τη γυναίκα σας να γαμιέται με τον μπουλ της.

Got a better definition? Add it!

Published

Στο ιδίωμα του κάκολντινγκ και του σουίνγκινγκ, είναι ο μονός άνδρας που χώνεται σε ένα ζευγάρι με την πλήρη συναίνεση και των δύο προκειμένου να ικανοποιήσει τη χοτ γουάιφ γυναίκα, ενώ ο κάκολντ άντρας κρατάει το φανάρι ή και συμμετέχει, καθαρίζοντας την καλή του από τα φλόκια του μπουλ, κρατώντας της τρυφερά το χέρι ή χαϊδεύοντάς της τα μαλλιά κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής πράξης. Προφάνουσλυ εκ της αγγλικής λέξης για τον ταύρο.

Ψάχνουμε με τη γυναίκα μου μπουλ που να την έχει τουλάχιστον 20 εκατοστά και να είναι γυμνασμένος. Φίφες και χοντροί να μην κάνουν τον κόπο να απαντήσουν.

Got a better definition? Add it!

Published

Η σεξουαλική πράξη.

Είχες και το φόβο της τιμής σου. Οι ανθρωποφάγοι τα σκυλιά, πριν σε φαν, σου κάναν τη δουλειά, για να νοστιμίσει το κορμί σου. (Νίκος Καββαδίας).

Got a better definition? Add it!

Published

Μια ακόμη πιο κίνκι σεξουαλική πρακτική από αυτήν που αναφέρεται στον έτερο ορισμό. Ο ερών κάνει πρωκτικό σεξ με την ερωμένη, σε μια φάση ημιχαλάσεως του πέοντος ουρεί μέσα στον πρωκτό της και τότε, αφού αυτός αποσυρθεί, η ερωμένη πέρδεται, με αποτέλεσμα να σχηματιστεί σιντριβάνι από ούρα. Αυτά είναι κόλπα ζόρικα που κάνουν στην Τσεχία.

Έχει καεί να βλέπει όλη μέρα Λέγκαλ Πόρνο και ψάχνει κοπέλα να του κάνει σιντριβάνια.

Got a better definition? Add it!

Published

Η πεολειχία.

  1. Ξεκίνησε τα ερωτικά χάδια οριοθετόντας μια GFE συνεύρεση, που με έβρισκε απόλυτα σύμφωνο. Αφού με έγλειψε στις ρώγες και το λαιμό, πριν κατέβει χαμηλότερα, ανέλαβα να γευτώ τα στηθάκια της με τις μελανές σκληρές ρωγίτσες που θέριεψαν, και σε συνδυασμό με την εφύγρανση του γατιού της, που ένιωσαν τα δάχτυλά μου θωπεύοντάς την, άρπαξε τον πολεμιστή μου, του φόρεσε τη στολή της μάχης και μου πρόσφερε ένα απολαυστικότατο, από τεχνική και διάθεση, πεορούφηγμα, κοιτώντας με στα μάτια με ναζάκι και τσαχπινιά. Δεν άντεχα και πολύ, έτσι λοιπόν την ανέβασα επάνω μου και λικνιστήκαμε μετά φιλιών και χαδιών ώσπου με μια μαεστρική κίνηση την έβαλα από κάτω χωρίς να χάσω την διείσδυση, γεγονός που της άρεσε. Άντε να το κάνεις με καμιά μπουμπού αυτό...ή θα χάσεις τη μέση σου ή το καβλί σου! Κακά και τα δυό. Ενώ τα μικρόσωμα, άλλη χάρη. (Μπου).
  2. Στο δωματιο πολυ χαλαρη, χαδια και χουφτωματα παντου και στη συνεχεια ασκούφωτο πεορούφηγμα, όπου κατειχε αρκετα καλη τεχνικη,με αναλογη περιποιηση όρχεων. (Μπου).
  3. Οι επιδωσεις της στο τσιμπούκι πολυ καλες, γλειφει στοχευμενα, προσφερει ενα αργο και ποιοτικο πεορούφηγμα καθώς και πσβουράκι στα αρχιδια. (Ιερόδουλες).

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Η ταπεινή κολακεία, η δουλοπρέπεια.
    1. Το καλόπιασμα.
    2. Στον στρατό η κολακεία των ανωτέρων για εύνοια.
    3. Το μέσο. Κυρίως στην έκφραση έχω γλείψιμο.
    4. Το στοματικό σεξ.
    5. Στην auto/moto σλανγκ είναι το ξυστό πέρασμα, η ξυστή επαφή.
    6. Το ξυστό πέρασμα σφαίρας ή οβίδας.

α. Κάθε φορά που θέλει κάτι αρχίζει το γλείψιμο. β. Άρχισε το γλείψιμο, για να μη δώσω συνέχεια. γ. Άρχισε το γλείψιμο στον διοικητή, για να πάρει άδεια. δ. Έχει γλείψιμο τον διοικητή. ε. Είναι μαστόρισσα στο γλείψιμο. στ. Τα έχασε με το γλείψιμο που του έκανα στο φτερό και έκανε όλο δεξιά το τιμόνι. ζ. Το γλείψιμο στο αυτί του τού κόστισε για λίγες μέρες την ακοή του.

Got a better definition? Add it!

Published

Μεταφορά στα ελληνικά του αγγλικού spooning. Είναι σεξουαλική στάση κατά την οποία ο ερών πηγαίνει πίσω από τον ερώμενο και τον αγκαλιάζει, ενώ βρίσκονται και οι δύο σε πλαγιαστή στάση στο κρεβάτι και διεισδύει από πίσω. Θεωρείται τρυφερή και χαλαρή στάση. Μπορεί να σημάνει και στάση απλής εγκοιμήσεως χωρίς διείσδυση.

Συνεχίσαμε με κουτάλι για να μπορώ να χαϊδεύω τα μεγάλα βυζιά της από πίσω.

Got a better definition? Add it!

Published