Οι ευφυείς και πολυμήχανοι κομίστες (δημιουργοί κόμιξ) θέλοντας να δείξουν τα αμύθητα πλούτη των πρωταγωνιστών δημιούργησαν μια νέα μονάδα μέτρησης των χρημάτων , το ’’φανταστικομμύριο’’.

Αυτή η λέξη λοιπόν θέλει να τονίσει την υπερβολή, ότι δηλαδή το ποσό είναι τόσο μεγάλο που δεν μπορεί να μετρηθεί με συμβατικές μονάδες μέτρησης χρημάτων, αλλά και την απουσία ρεαλισμού, αφού δεν υπάρχει τέτοια μονάδα μέτρησης. Παράλληλα τονίζει την πλεονεξία – απληστία των πρωταγωνιστών που, όσα χρήματα και να έχουν, ποτέ δεν είναι αρκετά.

Να τονιστεί ότι στα κόμιξ και γενικότερα σε κωμικά αναγνώσματα ή θεάματα η υπερβολή είναι αυτή που προκαλεί τον γέλωτα.

Κύριοι χαρακτήρες που χρησιμοποιούν την συγκεκριμένη έκφραση είναι ο Σκρούτζ και ο Ρόμπαξ.

Σκρούτζ : Χαχα. Πήγες να μου την φέρεις Ρόμπαξ αλλά την πάτησες. Η Παπιοκόλα που έβαλα στην αγορά μου απέφερε ένα φανταστικομμύριο.
Ρόμπαξ: Σκρουντ! Θα φάω το καπέλο μου!!!

(από sacilag, 07/07/09)(από sacilag, 07/07/09)(από sacilag, 07/07/09)

Βλ. και Μικυμάου, μικιμάου

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πακέτο - στοίβα χαρτονομισμάτων οποιασδήποτε αξίας και με οποιαδήποτε σειρά, τα οποία για να χωρέσουν στην τσέπη του παντελονιού διπλώνονται στα δύο. Και γίνεται φανερή η παρουσία τους στην τσέπη γιατί καταλαμβάνουν αρκετό χώρο.

Σίγουρα δεν χωρούν στο πορτοφόλι, το οποίο συνήθως δεν κουβαλάει μαζί του όποιος έχει παστάλι ή παστάλια. Ο τρόπος που τα βγάζει κανείς από την τσέπη είναι και ένα είδος επίδειξης. Αν τα χαρτονομίσματα είναι είναι λιγότερα σε ποσότητα και τα διπλώνει κάποιος όλα μαζί, έτσι ώστε να παίρνουν κυλινδρικό σχήμα, τότε λέμε πως τα έκανε μασούρι.

Παστάλι είναι μια στίβα από αποξηραμένα καπνόφυλλα περίπου ίδιου μεγέθους την οποία φτιάχνουν οι καπνοπαραγωγοί κατά τη διαλογή των καπνόφυλλων, ώστε όταν συγκεντρωθούν πολλά παστάλια να τοποτεθητούν όλα μαζί σε καπνοδέματα για να τα παραλάβει αργότερα ο καπνέμπορας.

Δεδομένου ότι κανένα φύλλο καπνού δεν έχει ολόιδιο σχήμα και μέγεθος με τα υπόλοιπα, ένα παστάλι καπνόφυλλων έφτασε να χαρακτηρίζει και τα χρήματα που στοιβάζονται με τον ίδιο τρόπο.

Κατά πάσα πιθανότητα πρόκειται για τούρκικη λέξη.

- Τι έγινε μεγάλε χθες το βράδυ, έβγαλες τίποτε γούστα;
- Με τι λεφτά ρε παιδιά; Τραβάω ζόρια τώρα τελευταία...
- Πλάκα μας κάνεις ρε κόπανε, αφού οι τσέπες σου είναι γεμάτες παστάλια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified