Το τρυφερό πόδι (στον κόσμο όχι του Λούκι Λουκ αλλά του Παλούκι Λουκ), το αντίθετο του κωλοπετσωμένου. Είναι δηλαδή ο φλώρος που δεν έχει εκτεθεί στην τραχύτητα και τους κινδύνους της ζωής με αποτέλεσμα τα κωλομάγουλά του να είναι υπερβολικά τρυφερά, ο βουτυρομπεμπές, ο βιτάμ σοφτ.

1. Θέρμανση ανοιχτή όλο το χρόνο; Μα, καλά, πόσο τρυφερόκωλος είσαι;

2. afta na ta vlepoun meriki triferokoli grafiades me mixani pou gkriniazoun gia na pane mia volta e8niki!

3. Το αντιλαμβάνονται αυτό οι τρυφερόκωλοι χαρτογιακάδες ;

4. Για να περάσει ένας χρόνος λιγότερος χαμηλά επειδή οι τρυφεροκώληδες της 4 δεν μπορούσαν τη Δ, μπήκαμε σε ένα επικίνδυνο μονοπάτι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός ο οποίος αποχαυνώνεται όταν δει ωραία γυναίκα.

Tι κοιτάς ρε σα χαυνομούνης, πήγαινε μίλα της.

Δες και -μούνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified