Αυνανίζομαι. (Δες).
Έχει χειροτονωθεί και είναι έτοιμος να προχωρήσει.
Αυνανίζομαι. (Δες).
Έχει χειροτονωθεί και είναι έτοιμος να προχωρήσει.
Got a better definition? Add it!
Στα καλιαρντά σημαίνει βάζω χέρι, χουφτώνω, μπαλαμουτιάζω, αβέλω πιασμάν. Ο Ηλίας Πετρόπουλος το θεωρεί ιταλικής προέλευσης, όπως και το μπράτσο (βλ. braccio, braccietto).
Να τα μπρατελιάσματα, να τα κουταλιάσματα, να τα ντέζια, να τα κοντροσόλια και οι τζόκες, αλλά νάκα κουραβελτόσημο.
Got a better definition? Add it!