Η καραμπόλα στο μπιλιάρδο που γίνεται με εύνοια της τύχης, αλλά και με εντελώς αδόκιμο τρόπο. Φάβα καραμπόλα έχουμε συνήθως μετά από κόντρα ή αναπήδηση της μπάλας.

  1. Έκανε σαράντα σερί με τρεις φάβες.

  2. - Μήπως πέρασες από την οδό Φαβιέρου, Νικολάκη;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται συνήθως για αβγά η κάποιο άλλο καμένο φαγητό.

Ενίοτε και για επίδοξους ψήστες χωρίς καμιά ικανότητα στη μαγειρική

-Μάγκες σήμερα μαγειρεύω εγώ.
-Α παράτα μας ρε Σάκη μόνο αβγά τηγαμητά ξέρεις να κάνεις!!

(από perkins, 06/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευθεία αμφισβήτηση της επιστημονικής κατάρτισης και επαγγελματικής επάρκειας ενός πτυχιούχου επιτηδευματία.

Το χρησιμοποιούμε για κάποιον σκιτζή που έκανε μια δουλειά που του αναθέσαμε νί καπέλο, οπότε θεωρούμε ως πιθανότερο ότι έβγαλε το νυχτερινό ή έκανε το μεταπτυχιακό του στο Πανεπιστήμιο του Πούτσεστερ.

Καλά, σου πήρε τρεις μέρες για να κάνεις ένα τοπογραφικό για μια αυλή, και το έκανες και λάθος; Πες μου πού σπούδασες, να πάω ν' αγοράσω φέτα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified