Άρνηση με τόνο περιφρόνησης. Το όνομα «Λάκης» διατηρείται ανεξαρτήτως του προσώπου που απευθυνόμαστε.

Μπορεί να συνοδευτεί με μικρό γέρσιμο του κεφαλιού προς τα εμπρός για να δείξει επιθετικότητα!

- Με πήρε η γκόμενα μου από Αυστραλία και μου είπε να την πάρω εγώ πίσω. Μου δίνεις μία το κινητό σου;
- Τσου ρε Λάκη!

(από stathisbsg, 02/02/10)(από Khan, 01/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. (ενν. μαλακία): αυνανίζομαι (για άντρες). Συνώνυμα: τραβάω, τον παίζω

  2. Σε φράσεις του τύπου βαράω + ουσιαστικό: κάτι που με αφορά πλησιάζει σε (άσχημο) τέλος. Συνώνυμα: πάω / κοντεύω για, χτυπάω

  1. Πω ρε μαλάκα, είχα να βαρέσω μια βδομάδα και άσπρισα τους τοίχους μιλάμε σήμερα...

  2. - Αλήθεια, πώς πάν τα παιδιά με το μαγαζί; - Πώς να πάνε... Από τότε που τα τίναξε το αφεντικό, τους πήρε η κάτω βόλτα. Τους βλέπω να βαράνε διάλυση όπου νά 'ναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με τίποτα, σε καμία περίπτωση.

- Θα έρθεις για κάμπινγκ το καλοκαίρι ρε μαλάκα;
- Μέσα στη λάσπη και τη βρώμα; Με την καμία όμως!

Got a better definition? Add it!

Published

Είναι ποτέ δυνατόν; Γίνεται κάτι τέτοιο;

Χρησιμοποιείται για να περιγράψει την αδυναμία κάποιου να κάνει κάτι ή γενικότερα πράγματα που δεν είναι δυνατόν να συμβούν.

- Αν μας πιάσει ο Μήτσος την γαμήσαμε μαλάκα, θα φάμε πολύ ξύλο!
- Ποιος ρε, αυτό το λιμό; Κλάνει ο πεθαμένος;

Μετά το 0.40 (από Khan, 29/04/11)

Βλέπε και χέζουν οι αρκούδες στο δάσος;.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση αποδοκιμασίας ή προειδοποίησης, συνώνυμη με το στάκα, κάτσε καλά, σσσσ, κλπ.

- Θα πάω να του σπάσω το μαγαζί, του μαλάκα.
- Ίσα ρε που θα τα βάλεις με την προστασία, άσχετε! Θα τις φας χοντρά, στο λέω.

Δες και ίσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολύ παλιά έκφραση, αντίστοιχη της σημερινής παπάρια.

- Σου είπε τίποτα το ιδιαίτερο;
- Κολοκύθια τούμπανα... Τα ίδια και τα ίδια πάλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση αυτή χρησιμοποιείται για κάποιον που λέει ό,τι λένε κι άλλοι, κάνει ό,τι κάνουν κι άλλοι και μετά κάνει τα πάντα για να μην υποστεί τις συνέπειες.

Για παράδειγμα κάνουν όλοι απεργία ή κατάληψη και μετά αυτός πιάνει το διευθυντή και του λέει ότι ενώ δεν ήθελε τον πιέσαν οι άλλοι, άρα να μην του κρατηθούν χρήματα ή να μην περαστούν οι απουσίες.

Η φράση αντλείται από βιτσιόζικο σλόγκαν πορνοταινίας στο οποίο ο πρωταγωνιστής ενώ στην προσωπική του ζωή φαινόταν κύριος, τα βράδια άλλαζε άρδην με ιδιαίτερες παθητικές προτιμήσεις στο «τρίτο φύλο».

-Κύριε διευθυντά, εγώ δεν ήθελα να κάνω αποχή. Οι άλλοι με πιέσαν. Σας παρακαλώ μη μου βάλετε απουσίες.
-«Τράβα μου το μούσι και φωναζέ με παλιοκόριτσο» είσαι κι εσύ μωρή κουφάλα, ε; Όλο οι άλλοι σε παρασύρουν!!!

(από dryhammer, 31/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Η χρήση της φράσης σε παρακαλώ, όταν λέγεται πολλές φορές και γρήγορα, με σκοπό περισσότερο να σπάσει τ' αρχίδια του αποδέκτη, να τον κάνει να λυγίσει και να τον αναγκάσει, παρά να τον παρακαλέσει.

-Μπαμπά, θα με πάς στο Αλλού Φαν Παρκ;
-Το πάρκο εκεί θα είναι και την άλλη βδομάδα...
-Έτσι είχες πει και την προηγούμενη!
-Θα δούμε...
-Έλα ρε μπαμπά, όλο αυτό λες!
-Άσε με ρε παιδί μου να διαβάσω την εφημερίδα μου μια Κυριακή κι εγώ!
-Έλα ρε μπαμπά! Σπαλώ σπαλώ σπαλώ σπαλώ σπαλώ σπαλώ σπαλώ σπαλώ σπαλώ σπαλώ σπαλώ σπαλώ σπαλώ σπαλώ...
-ΕΝΤΑΞΕΙ! @#$%^&*
-Γιούχουυυ!

Got a better definition? Add it!

Published

Χρησιμοποιούνται αυτές οι λέξεις στη σειρά για να ειρωνευτούν την ψευτική μαγκιά και το μούφα νταηλίκι.

Άντε ρε μη σε πλακώσω στα σούτια, να πούμε ξέρω 'γω και δηλαδής.

Βλ. και δηλαδής, επειδής δηλαδής

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρύζι μαγειρεμένο με λουκάνικο φρανκφούρτης. Προκαλεί πολύ γρήγορο κορεσμό της πείνας.

-Ρε μπαγλαμά, με κόβει λόρδα απο πέρυσι το πρωί. Κάνουμε τίποτα; -Κάτσε να φτιάξω ένα ριζότο ρεχάγκελ να στανιάρουμε. -Ωραία. Πάω να φέρω και καμιά σοκολάτα για τα γαρεπόμενα.

Got a better definition? Add it!

Published