Αρσενικό που είτε είναι μοναχικό, είτε κυκλοφορεί σε αγέλες αρσενικών και είναι τούμπανο και βελόνας.
Ας αποφύγουμε καλύτερα την αγέλη με τους λύκους. Ας αλλάξουμε πεζοδρόμιο.
Αρσενικό που είτε είναι μοναχικό, είτε κυκλοφορεί σε αγέλες αρσενικών και είναι τούμπανο και βελόνας.
Ας αποφύγουμε καλύτερα την αγέλη με τους λύκους. Ας αλλάξουμε πεζοδρόμιο.
Got a better definition? Add it!
Ο γυμνασμένος μπόντι-μπίλντερ που με συμπληρώματα διατροφής είναι τούμπανο.
Έσκασε μύτη με έναν φουσκωτό σούπερ αμόλυβδο.
Got a better definition? Add it!
Ο γυμνασμένος μπόντι-μπίλντερ που αποτελεί ενισχυμένη εκδοχή τούμπανου.
Έσκασε μύτη με δυο ενισχυμένους.
Got a better definition? Add it!