Κατ' αρχήν, σπέκια για τον υπάρχοντα ορισμό που καθιστά οποιαδήποτε άλλη απόπειρα ως ιδιαίτερα φιλόδοξη και καταδικασμένη σε αποτυχία.

Αλόρα: Τον καταρρακώνω ηθικά, του τσακίζω το ηθικό, τον κάνω να αισθάνεται άχρηστος / σκουπίδι.

Ακολούθως, κάποιος που του έχει γαμηθεί η ψυχολογία γίνεται άβουλος και υποβόλιμος, κοινώς μένει μαλάκας και τον κάνουμε ό,τι θέλουμε χωρίς να μπορεί ν΄αντισταθεί.

Για την ιστορία, έχουν μείνει διαβόητες οι μέθοδοι με τις οποίες ο Εισαγγελέας Βισίνσκι, λακές του Στάλιν, γαμούσε τη ψυχολογία των κατηγορουμένων, από τους οποίους μπορούσε να αποσπάσει την ομολογία ότι ο κατηγορούμενος ήταν ο Βασιλιάς της Αγγλίας.

Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω απόσπασμα από τη δίκη των ηγετικών στελεχών του Μπολσεβικικού κινήματος, συντρόφων Ζινόβιεφ και Κάμενεφ κατά τη διάρκεια των εκκαθαρίσεων του 1937:

Βισίνσκι: Δηλαδή, σχεδιάζατε να δολοφονήσετε τον σύντροφο Στάλιν;
Ζινόβιεφ και Κάμενεφ (με μια φωνή): Μάλιστα.
Β.: Παραδέχεστε, επομένως, ότι ενεργούσατε από κοινού για τη δολοφονία του συντρόφου Στάλιν;
Ζ. και Κ.: Μάλιστα, παραδεχόμαστε.
Β.: Ώστε σκοπός σας ήταν να δολοφονήσετε τον σύντροφο Στάλιν;
Ζ.και Κάμενεφ: Μάλιστα, σκοπός μας ήταν να δολοφονήσουμε τον σύντροφο Στάλιν.

κ.ο.κ., ο διάλογος συνεχίζεται επί μακρόν στο ίδιο μοτίβο.

Ο Κάμενεφ οδηγήθηκε στο εκτελεστικό απόσπασμα κλαίγοντας και εκλιπαρώντας ως την τελευταία στιγμή για να έρθει χάρη από τον Στάλιν (που δεν ήρθε ποτέ), ενώ τα τελευταία λόγια του Ζινόβιεφ πριν τουφεκιστεί ήταν «Νιώθω μια άδολη και απέραντη αγάπη για το Κόμμα και τον Σύντροφο Στάλιν.»

Ο Αλέφαντος όταν ήθελε να γαμήσει την ψυχολογία ενός παίκτη, τον ξεκινούσε στο παιχνίδι, και τον έκανε αλλαγή πριν συμπληρωθεί το δεκάλεπτο.

Από τα Λαδάδικα (από Khan, 17/03/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η παγίωση και διάδοση της έκφρασης «γενική προσωπική + γαμάω + (αντικ.): την ψυχολογία» (αυτή είναι η πιο συχνή μορφής της) ανακλά μια σειρά μεταβολές στην αυτοαντίληψή μας (των ελληνοφώνων) για το «θυμοειδές» μας. Προτού αναφερθούμε στο γιατί συνιστά ένα είδος «τομής» θα πρέπει να εντάξουμε τη φράση σε ένα γλωσσικό και εννοιολογικό πλαίσιο και να σημειώσουμε τα εξής:

Tο ρήμα «γαμάω» έχει την έννοια εδώ του «χαλάω», «διαταράσσω», ενώ η «ψυχολογία» δεν είναι η ψυχοπαθολογική κατάσταση (αντιπαράβαλε εδώ τα ψυχολογία, ψυχολογικό καραμπεγλέρι) αλλά, απλοποιώντας πρόσκαιρα, η «ψυχολογική» διάθεση ή αλλιώς το κέφι, τα κέφια - τόσο με την έννοια της ευθυμίας, οπότε με το να «γαμιέται» η διάθεση η ευθυμία χάνεται, όσο και με την έννοια της «ουδέτερης» διάθεσης, η οποία με το να «γαμιέται» καταβαραθρώνεται.

Ασφαλώς, λοιπόν, και η φράση εντάσσεται, στο γενικό δίπολο μέσω του οποίου εκφράζουμε την πρόκληση αλλαγής της διάθεσης (από βελτίωση μέχρι καταρράκωση) και που αντλεί από μια εικονοπλασία οικοδόμησης και κατεδάφισης αντίστοιχα*:

  • από τη μία έχουμε τα «φτιάχνω κάποιον» ή «φτιάχνομαι, φτιαχτικός, που πρέπει να προέρχονται από το «γεν.προσ. + φτιάχνω το κέφι/τη διάθεση» (σχετικό είναι κάπως και το γίνομαι - φτιάχνομαι με ναρκωτικά) (βλ. και το αγγλικό: make s'one's day).
  • από την άλλη έχουμε τα χαλάω («γεν.προσ. + τη χαλάω» ή «το χαλάω + γεν. προσ.») χαλιέμαι, με χαλάει (χαλούλου», χαλούμι, χαλάουα κλπ) που μάλλον έχουν προέλθει από το «χαλάω το κέφι». Ίδια σε γενικές γραμμές χρήση και σύνταξη έχουμε και στο «γεν.προσ.+τη σπαω» και στο σπάζομαι» με το «συναισθηματικό τόνο», ωστόσο, να δίνει εδώ ο εκνευρισμός και όχι η δυσθυμία - δε μπορώ να φανταστώ, όμως, σε τι μπορεί να αναφέρεται αυτό το «τη».

    Η τομή, λοιπόν, δεν αφορά τόσο στο «γαμάω» (=χαλάω) της φράσης (άλλωστε, φράσεις όπως «γαμάω τη(ν) (καλή) φάση/το κέφι/τη διάθεση» δεν είναι καινούργιες), όσο στην «ψυχολογία».

Δεν κομίζουμε ντάκους εις Αθήνας αν πούμε ότι η χρήση του συγκεκριμένου όρου ανακλά το τελευταίο βήμα (χήνας, ίσως, αν αναλογιστούμε και τα συμπαρομαρτούντα αυτών των «εσωτερικών» αλλαγών) προς την «ψυχολογιοποίηση» του συναισθηματικού «μας» κόσμου. Εξηγούμαι.

  • Ενώ το «κέφι» ως όρος για την περιγραφή της μέσης συναισθηματικής διάθεσης απηχεί το βίωμα ενός κόσμου «υπό κανονικές συνθήκες» ανακλούντος σχετικά αδιαμεσολαβήτως στη συναισθηματική μας κατάσταση (βλ και την αγνότητα/απλότητα της φράσης «μου κάνει κέφι» =όρεξη)
  • η χρήση της λέξης «ψυχολογία» φανερώνει μια πολλαπλά αναστοχαστική και μεσολαβημένη σχέση με το συναισθηματικό μας κόσμο, και απηχεί την αντίληψη ότι η διάθεσή μας είναι αντικείμενο ενεργητικής και λεπτομερούς διαμόρφωσης από εμάς τους ίδιους με την πληθώρα φυσικά των ψυχο-ειδικοτήτων και ψυχο-τεχνικών αναπόδραστους αρωγούς προκειμένου να κάνουμε δουλειά με τον εαυτό μας.

    Έτσι και το «γαμάω την ψυχολογία» δε σημαίνει απλά «χαλάω το κέφι», αλλά καταστρέφω το με κόπο, χρόνο και focus κατασκευασμένο αλλά παρ' όλ' αυτά επισφαλές οικοδόμημα γαλήνης. «ασφάλειας» ή ευθυμίας σε ένα μετα-νευρωτικό κόσμο.

Το πλέγμα νοημάτων, λοιπόν, που επιχειρούν να περιγράψουν τα όψιμα «φτιάχνω ψυχολογία» και «γαμάω την ψυχολογία» είναι αρκετά διαφορετικό από το πλέγμα νοημάτων γύρω από τα «φτιάχνω/κάνω/βγαίνω στο/χαλάω το κέφι» - άντε, ας το πω, τόσο διαφορετικό όσο το να βγεις στο κέφι (και μετά να ξενερώσεις) από ξύδια του Θεού ή από κοκό - του Θεού επίσης, για να μην παραξηγούμαστε.


*Μια άλλη δεξαμενή μεταφορών που δε θα μας απασχολήσει εδώ είναι αυτή της ανύψωσης και πτώσης: βλ. ανεβάζω, ρίχνω, πέφτω, πετάω, σέρνομαι, χάι χου, νταουνιάζω κλπ).

Τέλος όμως, αρκεί απλά ενας τρελός καλλιτέχνης με λεφτά πίσω του, με όρεξη να επενδύσει στο αντικείμενο του πόθου του και ίσως τη σώσουμε τελικά τη δουλειά. Μπορείτε να διαβάσετε στον Ιndependent τα νέα σχετικά με την ανάσταση της Polaroid. Απο το δεκέμβρη που μας έρχεται. ΝΑΙ ΓΑΜΩ ΤΗΝ ΤΥΧΗ ΜΟΥ! Επιτέλους, γιατί σαν πολύ μας έχει γαμήσει την ψυχολογία αυτή η γαμημένη φτήνια του κόσμου. Τα όμορφα πράγματα πρεπει να ζουν για πάντα! (από εδώ).

Λοιπόν, σόρυ που θα σας γαμήσω την ψυχολογία αλλά άκουσα από μία που είναι και ψυχοντοκτόρι, οτί ο έρωτας είναι μια κατάσταση την οποία το σώμα δεν μπορεί να διατηρήσει για πολύ και τείνει να την αποβάλει γρήγορα. (από εδώ).

Μου τη δίνει που σταματάνε τα παπάκια και αρχίζουν να γράφουν για εξατμίσεις, πινακίδες, κλπ κλπ, ενώ ξέρουν οτι τα περισσότερα παιδιά δουλευουν μεροκάματο, απλά και μόνο για να δείξουν οτι κάτι κάνουν και δεν κυνηγάνε αυτούς που πρέπει. Εχουν εμπάθεια με τα μηχανάκια, οπότε καλά κάνω και τους γαμάω την ψυχολογία. Και πίστεψε με για να ξεφύγεις απο ζητά με 1000αρι μηχανάκι δεν χρειάζεται να προσπαθήσεις και πολύ. (από εδώ).

Όχι ρε πούστη μου δεν θα υποκύψω! Δεν θα αλλάξω σταθμό, δεν θα σκεφτώ, δεν θα δακρύσω, δεν θα γαμήσω την ψυχολογία μου, δεν θα υποκύψω! Τι είμαι; Κανένα φερέφωνο της στιγμής; Καμιά ανόητη μικρή που βρέθηκε με την καρδιά στο χέρι; Είμαι μαθημένη. Είμαι μαθημένη! ΕΙΜΑΙ ΜΑΘΗΜΕΝΗ! (από εδώ).

(από Khan, 24/02/13)

Στο ευρύτερο πλαίσιο σχετικά αυτοψυχοψάξιμο, Γιαλόμα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified