SLANG.gr
  • Ελληνικά
  • Sign up or log in
  • Lemmas
  • Definitions
  • Comments
  • Tags
  • Members
  • Forum
  • New definition

Lemma results (340)
Showing 1-60 from 340 · Show all (24730)

  • Z A
  • Many definitions one
  • Newer Older
  • α
  • β
  • γ
  • δ
  • ε
  • ζ
  • η
  • θ
  • ι
  • κ
  • λ
  • μ
  • ν
  • ξ
  • ο
  • π
  • ρ
  • σ
  • τ
  • υ
  • φ
  • χ
  • ψ
  • ω
  • #
  • en
  • Random
  • All
ψωρομύτα 1 ψωρολακόσταινα 1 ψωρογιώργαινα 1 ψωριλά 1 ψωριάρης 1 ψωνιστήρι 1 ψώνισες από τον Βερόπουλο; 1 ψώνισε καβάλα 1 ψώνιο 2 ψωνίζω κάποιον 1 ψωνίζω από σβέρκο 2 ψωνίζω 1 ψωνίζομαι 1 ψωναρέ 1 ψωνάρα 1 ψωμοτύρι 1 ψωμοσάκουλο 1 ψωμολυσσάω 1 ψωμόλυσσας 1 ψωμόλυσσας 1
ψωμολύσσα 1 ψωμιέρα 1 ψωμί-τυρί δεν είχαμε, λουλούδια για τ' αρχίδια μας 2 ψωμί τυρί δεν είχαμε χοντρή ψωλή γυρεύαμε 1 ψωμί παιδεία μπούτια γυναικεία 1 ψωμί ζητήσαμε, τυρί μας ήρθε 1 ψωμί δεν είχαμε, τυρί μας ήρθε 1 ψωμί 1 ψωμάκια 1 ψωμάκι δεν έχει η κοιλίτσα μας, μουνάκι θέλει η ψωλίτσα μας. 1 ψώλων 1 ψωλύκαινα 1 ψωλοχώρι 1 ψωλοχυσομαζώστρα 1 ψωλοχυμός 1 ψωλόχυμα 2 ψωλοφύλακας 1 ψωλόφρενο 1 Ψωλοφλόκια 1 ψωλόφιλος 1
ψωλοφαγία 1 ψωλούρα 1 ψωλούμπα 1 ψωλού 2 ψωλοτύρι 1 ψωλότσεπη 1 ψωλοτσακίστρα 1 ψωλοτρομπάρισσα 1 ψωλοτρίφτης 1 ψωλοτινάχτρα 1 ψωλοσφυρίχτρα 1 Ψωλόστομος 1 ψωλορουφήχτρα 2 ψωλοπουτάνα 1 ψωλοπόρνη 1 ψωλοπιπίτσα 1 ψωλοπιπέτα 1 ψωλοπερήφανος 3 Ψωλοπαστώνω 1 ψωλοπάρκινκ 1
  • « Previous
  • 1
  • 2
  • 3
  • 4
  •  .. 
  • 5
  • 6
  • Next »
  • Terms & Conditions
  • Privacy Policy
  • Contact

© SLANG.gr 2006-2015

Sign up or log in

Login

I forgot my password!

New member registration

Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.