έχω την εντύπωση ότι παίζει ακόμα το «πίνω» για ηρωίνες κ κόκες, αλλά μάλλον όχι για χάπια κ εννοείται όχι για κόλλα...
επίσης και το ηλιοβασίλεμα, το οποίο όμως δεν είναι οικιακό θέαμα.
δε σου πάνε κ πολύ τα αγγλικά θείο...
μπορεί ο αίας να μας πει σε τι συμφραζόμενα παίζει η λέξη «γοδεμίσιο»; εγώ την έμαθα στο εξαιρετικό σύγγραμμα Manuel de civilité pour les petites filles à l’usage des maisons d’éducation, εντός του οποίου οι καθωσπρέπει κοπέλες συμβουλεύονται «εάν, γλείφοντας το πέος του κυρίου μπαμπά σας διαπιστώσετε ότι έχει τη μυρωδιά του μουνιού της υπηρέτριας, μην του το πείτε. θα αναρωτηθεί πώς γνωρίζετε αυτήν την μυρωδιά».
ενδιαφέρουσα σύμπτωση ότι το punaise, δλδ πινέζα, στα γαλλικά χρησιμοποιείται και ως ευφημισμός αντί του putain, δλδ πουτάνα, ως επιφώνημα έκπληξης.
δεν πείθεις.
στα γαλλικά πλέόν λέγεται απλά vélo κ στα ρώσσικα παραμένει велосипед (προφ. κάπως σαν βιλασιπιέτ).
το είχε κάνει σουξέ κ ο μάριος ο μπλάκμαν «πατώνειιιιιςςς;;» μαζί με άλλες ατάκες που πρέπει να μαζέψω κάποτε.
κ το ρητορικό ερώτημα του καλοκαιριού
«εδώ πατάς; εκεί πατάς; πού είναι ο πατάς;».
χέζομαι - εχεζόμην
χέσομαι - εχεσάμην
(χεσθήσομαι - εχέσθην οι παθητικοί)
κέχεσμαι - εκεχέσμην.
δικό σας για την εγκλιτική.
στις υπηρεσίες σας, αρκεί να νηστεύετε τα θαλασσινά.
ε, ξέρω γω, άμα κυκλοφόραγαν απ' το '30 κ ονομάστηκαν έτσι επειδή στον 2ο παγκόσμιο πόλεμο από τη μάχη στην καλκούτα το 2045 κ μετά άρχιζαν να βάζουν νταφού δεν βγάζει νοήμα το πράμα..
ήδη το «Τα Lucky Strike έκαναν πάταγο σε πωλήσεις στην Αμερική το 1930» ακολουθούμενο από το «κατά τη διάρκεια του β' Παγκοσμίου πολέμου, τα τσιγάρα Lucky Strike είχαν και 1 τσιγάρο με χασίς ανάμεσα στα 20 κανονικά, εξού και το όνομα» νομίζω το κατατάσσει στην κατηγορία του αστικού μύθου.
βλ κ τσέτουλας, τσέτουλα, μπακοτσέτουλα, μπακοτσέτουλο
βλ κ τζερτζελές, τζέρτζελος, εγώ προσωπικά το ξέρω ως τζέρτζελο. με αυτήν την έννοια, κ ως τζερτζελέ με την έννοια του [χαβαλέ].
έχω και τη «μανούρα» στο πρόχειρο που πρέπει να την δουλέψω.
κ η πορτα
γάμησε!!!!!!!
στο μεγαλειώδες πόνημα, να προσθέσω κ κάποια εποχιακά, κάποια ίσως προσωπικές δημιουργίες, αλλά σίγουρα όχι όλα:
κ ίσως κ άλλα που μου διαφεύγουν.
βλ. κ ηθικά διδάγματα.
μπα, αν θυμάμαι καλά ΑΑΑ ήτανε. κ κάποιος να ανεβάσει το ΑΑΑ κάποια στιγμή.
ακόμα ζει αυτός; εγώ νόμιζα ότι είναι ασφαλίτης, είχα ακούσει κάτι τέτοιο ή δε θυμάμαι τι. επίσης υπήρχε κ μια αντίστοιχη μορφή στην πάτρα, εκτός κ ήταν ο ίδιος που μετακινούνταν φού και φού.
κ όμως, παίζει, κ μάλιστα περιοδικά :Ρ
με ποιο μηχανισμό πήραν οι ιταλοί λατινογενή λέξη από τα ελληνικά, όταν η ρίζα της απαντά στα ελληνικά μόνο σε άλλες λατινογενείς λέξεις (πχ μανιβέλα, μανιπουλάρω);
μια κ έχουμε αία από πάνω, είναι κ κλασσικό ανέκδοτο:
πούστης πάει στον κρεοπώλη ν' αγοράσει ένα σαλάμι.
- (φωνή πουστάρας) ένα σαλάμι μου δίνετε;
- (φωνή αντρίλα σκέτη) αυτό σου κάνει;
- αυτό καλέ είναι πολύ μικρό...
- αυτό;
- αυτό καλέ είναι τεράστιο, σε καλό σου...
- αυτό;
- (το ζουλάει) χμμμ...μαλακούτσικο είναι...
- αυτό;
- αυτό ναι!
- να το κόψω φέτες;
- γιατί καλέ, κουμπαράς είμαι;
ο κουμπαράς έχει μια σχετική αυτονόμηση για το γκεϋλίκι.
μπόνους:
- πώς λέγονται οι λύκοι που τον παίρνουνε;
- γκεϋλύκοι.
166+100 ;)