Μια γρηά μονοδοντού,
άντρα γύρευε η πορδού
κι άλλη μια ξεκωλιάρα,
άντρα γύρευε η γαϊδάρα
(δημώδες)
Βλ. και:
1. Γνωστό συντομότατο διάλογο αποχωρητηρίων:
-Έπ!
-Ώπ!
2.Δημήτρη Χόρν «Μια ζωή την έχουμε», που σκορπούσε τα καταχρασθέντα, θέλοντας να γίνει «ο άλλος».
3.Τζιμάκος: «Λαχείο η αγάπη σου λαχείο, λαχείο που κερδίζει ένας στους δυο, λαχείο ο λαχνός ο πιο μεγάλος, δεν είμαι εγώ ο τυχερός, είναι ο άλλος...» (Υπερδυνάμεις) και
(Αληθινός διάλογος):
-Θα σου ιδρώσω την πλάτη!
-Είσαι τόσο ευλύγιστος;
Σχολιό (ανορθογραφισμός-ηχητική γραφή) αλλά γράφεται και σχολειό που λέει και ο καπινός.
Το πρώτο είναι λίγο μαλλιαρό και μπανάλ βέβαια, αλλά μου' ρθε στην τρέλα...
Είναι αλήθεια οτι, παλιά (ίσως ακόμα ισχύει) οι φυλακόβιοι στα στεγανά της πιάτσας (συναμετάξυ τους) εκαυχώντο για τις φυλακίσεις τους, σαν να επρόκειτο για τίτλους τιμής!
Όσο δε πιο ζόρικη η φυλακή (π.χ. Γεντί-Κουλές, Κέρκυρα) ή (και) η καταδίκη ή το είδος αδικήματος, τόσο περισσότερο εξυψώνονταν στα μάτια των συναδέλφων τους.
Εξ άλλου, σε κάθε νέα φυλάκιση, επεξέτειναν τις γνώσεις τους στο αντικείμενό τους (π.χ. κλοπή, παραχάραξη κλπ) ή εξειδικεύονταν και σε άλλους τομείς, μαθαίνοντας απο παλιότερους τεχνικές λεπτομέρειες.
Άλλωστε, ο πρωτόβγαλτος ή νεοφερμένος σε κελλί, αντιμετωπίζονταν με τη στερεότυπη υποτιμητική φράση «μυρίζει κοινωνία» (=φρέσκος απ' όξω).
Όποιος ακούσει το ανωτέρω ρεμπέτικο με το Ζαγοραίο, παίρνει αμέσως χαμπάρι, οτι ο στιχουργός όχι μόνο δεν στεναχωριέται ή ντρέπεται, αλλά αντιθέτως υπερθεματίζει τους άθλους και τις γνώσεις του και κλείνει κάθε φορά το κουπλέ με την επωδό «ωρέ και να' χα μάνα να με δεί...» (=να με καμαρώσει!)
Βέβαια, στην κοινωνία, οι φυλακόβιοι (ιδίως όταν εγκατέλειπαν το επάγγελμα και ακολουθούσαν τον «ίσιο δρόμο» π.χ. άνοιγαν καφενείο-ψιλικατζήδικο με τους καρπούς της δράσης τους κι αφού περνούσε μεγάλο χρονικό διάστημα αφότου μπάφιαζε η δύσπιστη αστυνομία να τους κάνει χουνέρια), ποτέ δεν αναφέρονταν στο πλεχτό παρελθόν τους, διότι ντρέπονταν...
Εν Αγγλία όμως, όπου η κοινωνικο-ηθική απαξία της φυλακίσεως είναι μικρότερη, αφού ένας στους τρείς της εργατικής τάξης πάνε μέσα, τουλάχιστον για μια φορά, καθότι το μικρο-έγκλημα του κυανού περιλαιμίου (που είναι εύκολα καταδιώξιμο) βρίθει, αλλά και διότι η φυλακή δεν είναι αποκομμένη απο την κοινωνία (π.χ. επισκέψεις σωματείων, σχολείων, ενημερωτικά σεμινάρια πολιτών, ενασχόληση Μ.Μ.Ε., σάιτ φυλακών στο διαδίκτυο κλπ) και δεν περιμένουνε να γίνει στάση φυλακισμένων (π.χ. αναποδογύρισμα καζανιού, καμμένα στρώματα, απαγωγή φυλάκων, ξυλοδαρμοί κλπ) λόγω των ελεεινών συνθηκών διαβίωσης, για ν' ασχοληθούν οι «έκθαμβοι» πολίτες για λίγο (μέχρι να πλακώσουνε τα Μ.Α.Τ. στη φυλακή και να λιανίσουνε τους στασιαστές), είναι αποδεκτός σχετικά ο εγκλεισμός σε φυλακή (έστω και ως νεανικό ατόπημα) και για το λόγο αυτό, δεν κωλώνουνε να το πούνε.
Μπουρδεσουρεάλ: Βάζω στοίχημα πως η γιαγιά φόραγε κράνος κι έπλεκε καπότες για το μέτωπο...
Σκέψου ορισμό ατυχίας: Πούστης, φτωχός, άσχημος, μορφινομανής αριστερός, Πολωνοεβραίος μαυροτσούκαλος τσιγγάνος στη Γερμανία το 1939...
Βλ. και το αντίστροφο π.χ. μουρταδέλλα, που τ' ακούν οι Ιταλοί να το λέμε και αναγουλιάζουνε...
Καλόοοοοοοο!
Λύνξ=αιλουροειδές που ενδημεί στην πανίδα της Ευρασίας, βλ. http://www.callisto.gr/pdf/Callisto-Lynx.pdf
Καλημέρα μάτε! Ταψί είναι το μπερέ στάνταρ (βλ. Τσιφόρος «Τα παιδιά της πιάτσας», «παραμύθια πίσω απο τα κάγκελα» και Πετρόπουλου «Η τραγιάσκα» σπουδή περί πίλων).
Το tommy (εκ του τυχαίου ονόματος Thomas Atkinson στα υποδείγματα αιτήσεων κατάταξης του 1ου Παγκοσμίου) helmet είναι τύπου Μ.Κ.1 και 2 και το λέγανε «κάσκα» (ισπανικό casco=κλάνος). Βλ. σχετικά:
http://www.warrelics.eu/forum/world-steel-helmets/english-steel-tommy-helmets-39-45-a-742/
Μέρ-αμπα εφεντίμ! Πίτηδες τό' γραψα cosi. Είναι λίγο μαλλιαρό το ξέρω, αλλά λέει ο Σκαρίμπας «...το σκολιό μονοπατάκι της αλήθιας...»
Καλώς το χάλι! Μπόςς ειλικρινά δε γνωρίζω τί παίζει με τον καμμένο νάφτη... Τα άλλα για τα παροπλισμένα, ισχύουν (κάπως έτσι).
Βλ. θανατερή μάρκα «Κιρέτσιλερ» ξανθιώτικο σεκάπ, εξ ου και κάνε ένα τσέκ-απ (καλού-κακού)!
Παρετυμολόγηση: Μπάς-κλάςς (αγγλ.) η κοινωνική τάξη που πάει με το λαο-φορείο!
Δυνατό! Τώρα μου’ ρθε στην τρέλα κι ένα άλλο εγκλέζικο με κινέζο:
Εβραίος και Κινέζος ναυαγοί σ’ ερημονήσι, δεν μιλιούνται.
Κάποια στιγμή γυρίζει ο Εβραίος και κάνει του Κινέζου:
-Δε σας γουστάρω ρε παλιο-κιτρινιάρηδες!
-Τί σου’ κανα ρε φίλε;
-Εσείς ρε δεν παίξατε πουστιά στον Β΄ Παγκόσμιο και βουλιάξατε τ’ Αμερικανάκια στο Πέρλ Χάρμπορ;
-Είσαι με τα καλά σου ρε φίλε; Αυτοί ήτανε Γιαπωνέζοι, τί σχέση έχω εγώ;
-Γιαπωνέζοι-Κινέζοι, όλοι ίδιοι είσαστε, σας ξέρω εγώ!
Περνάει κάμποση ώρα και γυρίζει αυτή τη φορά ο Κινέζος και κάνει του Εβραίου:
-Ούτε και γώ σας γουστάρω ρε κωλο-εβραίοι!
-Γιατί;
-Γιατί βουλιάξατε τον Τιτανικό, γι’αυτό!
-Τί λές ρε φίλε, αφού χτύπησε σε παγόβουνο (αγγλ. πρωτότυπο: iceberg)
-Iceberg-Spielberg όλοι τα ίδια σκατά είσαστε!
Κι εμένα κουφό μου φάνηκε να μην υπάρχει.
Μαγκωτές είναι οι γουρούνες (ιταλιστί: rullare=απότομα στριφογύρισμα του άξονα μετά απο μάγκωμα);
Γειά σου μπετατζή! Τη μπετονιέρα μην κατηγοράς! Αυτή σου δίνει για να φάς...
Είναι παλιό εγκλέζικο ανέκδοτο, που υπάρχει κι στον Andy Capp του Reg Smythe (Daily & Sunday Mirror 1957-1998).
Ίσως έχει σχέση με το εγκλέζικο trimmer=ισοσταθμιστής φορτίου στο ντόκο.
Περί τρίτσα-κάτσα βλ. παλιό ρεμπέτικο σε διασκευή Ιησού του Ζαγοραίου:
Είμαι μαγκιόρος και με ξέρουνε στην πιάτσα
πως δε γουστάρω εγώ πολύ τα τρίτσα-κάτσα
κι όποιος γουστάρει μετα μου να ξηγηθεί
ξηγήθηκα σπαθί
σε όλο μου το βίο
και στου Αβέρωφ έκανα το εφηβείο κλπ
Καλό το λήμμα, μ' έβαλε σε προβληματισμό, παίζει να το'χω ακούσει και στην εκδοχή αυτή. Καμία ιδέα απο που προέρχεται; (π.χ. μεγάλο κουμπί;-κουμπάνια=εξοπλισμός εκστρατείας-κομπανία=παρέα;
Περπατώ στο δάσος κι ακούω χιπ-χοπ: Μήπως απολύομαι με τους Ε.Π.Ο.Π.;