@Ἐρανιστής
Ἐπειδὴ τὸ λῆμμα μάγκας καθαυτὸ δὲν ἔχει ὁρισθῆ, προτείνω νὰ ἀνεβάσῃς τὸ σχόλιό σου ὡς ὁρισμό, Συμπληρωματικῶς παραθέτω καὶ τὰ παρακάτω, ἀντιγράφοντας ἐπὶ λέξει ἀπὸ τὸ «Σιωπητήριο» στὸ Capital.gr:
«Το μάγκας βγήκε στη Σμύρνη, όταν οι ναυτικοί έβγαιναν κατά ομάδες για να γνωρίσουν την πόλη και να διασκεδάσουν. Ναυτικοί γαρ, καβγατζήδες, θύμιζαν τις άτακτες ομάδες των Αλβανών πολεμιστών. Έτσι, έλεγαν οι Σμυρνιοί: «Πέρασε χτες μία μάγκα», εννοώντας μία ομάδα ναυτικών. Και με τον καιρό οι άνθρωποι του λιμανιού κέρδισαν το «μάγκας», ο καθένας για τον εαυτό του...»
Ἂν σὲ βολεύῃ, χρησιμοποίησέ το.
Ἡ βεντούζα τοῦ ὑδραυλικοῦ μὲ τὴ λαβὴ λέγεται κλάμπανο, διότι μοιάζει μὲ τὸ ὁμώνυμο ἐγαλεῖο ἁλιείας, ἀποτελούμενο ἀπὸ μικρὴ ξύλινη τάβλα καὶ λαβή. Αὐτὸ χρησιμοποιεῖται γιὰ τὸ λεγόμενο κλαμπανάρισμα, δηλ. τὸ κτύπημα τῆς ἐπιφανείας τῆς θαλάσσης γιὰ νὰ τρομάξουν τὰ ψάρια καὶ νὰ πέσουν στὸ δίκτυ, μὲ τὸ ὁποῖο ἔχει προηγουμένως περιζωθῆ ἡ περιοχή. Ἡ ὅλη διαδικασία λέγεται καὶ βόλαγμα, ἰδίως ὅταν γίνεται μὲ πέτρες (τὸ ρῆμα βολάζω καὶ ἡ ἔκφρασι «πᾶμε γιὰ βόλους»).
Μεταφορικῶς κλάμπανο λέγεται ἡ μαλακία καὶ ὁ δράστης κλαμπανάρας, προφανῶς λόγῳ συσχετίσεως τῆς κινήσεως.
Τὸν ὁρισμὸ ὑπ' ἀρ. 2 τὸν ξέρω ὡς στριδώνα (μπορεῖ καὶ στρειδώνα ἢ καὶ ἀλλιῶς, διότι δὲν τὸ εἶδα γραμμένο). Πιθανὴ ἐτυμολογία ἀπὸ τὰ κοχύλια>στρείδια, ποὺ κολλᾶνε στὴ γάστρα τοῦ σκάφους. Περιμένω παρατηρήσεις.
Σὰν ἁπλῆ χοντράδα μοῦ φαίνεται, παρὰ ἰδιωματικὴ φρᾶσι.
Ἐπίσης, παρὰ τὴν παράθεσι ὁρισμοῦ καὶ παραδείγματος, οὔτε καὶ 'γὼ καταλαβαίνω...
Μὰ βέβαια! Πρόκειται γιὰ σὶκ ρανζὲ ὀριεντὰλ ντούρα λιάρντα! (Μὴν ἀνησυχῆτε, θὰ τὴν ἀναρτήσω τὴ λέξι).
Ἄλλωστε μέχρι πρὸ 20αετίας καὶ οἱ λόγιοι καὶ οἱ πούστηδες καὶ οἱ λοῦστροι καὶ τὸ ταπεινότερο κουτσβάκικο ἵζημα τῆς κοινωνίας σὲ πολυτονικὸ ἔγραφε...
@Khan
Κάπου πῆρα ἀβίζο ὅτι κινεῖσαι πρὸς πολυτονισμόν, λίγο συγκρατημένα ὅμως. Μπορῶ νὰ κάνω κάτι πρὸς ἐνθάρυνσι;
@telonos
Ἡ χρῆσι τοῦ πολυτονικοῦ δὲν ἀποτελεῖ καταναγκαστικὴ πρᾶξι, ἀλλὰ εὐχαρίστησι γιὰ μένα. Ὡς ἐκ τούτου ἀποκηρύσσω μετὰ βδελυγμίας τὴ χρῆσι τέτοιων βοηθημάτων. Πέραν αὐτοῦ, ὁ πολυτονιστὴς εἶναι καὶ ἀναξιόπιστος, πρὸς τὸ παρὸν τοὐλάχιστον. Τὸ μόνο «ἐργαλεῖο» ποὺ χρειάζεται εἶναι ὁ ὁδηγὸς πληκτρολογίου Keymangreek, ὁ ὁποῖος διατίθεται δωρεὰν ἀπὸ τὴ ὁμώνυμη ἱστοσελίδα καὶ μέσῳ τῆς http://www.polytoniko.org. Σήμερα ἐνημερώθηκα ἁρμοδίως ὅτι διατίθεται δωρεὰν καὶ ἡ πολυτονικὴ ἐπιφάνεια ἐργασίας http://polytoniko.wordpress.com, γιὰ κατασκευὴ ἱστολογίων. Ὅσοι πιστοὶ...
Τέλος, τὴν ἐρώτησί σου «τί πίνω καὶ δὲν σᾶς δίνω» δὲν τὴν κατάλαβα. Θὰ μποροῦσες νὰ γίνῃς σαφέστερος;
@Vrastaman
Εὐχαριστῶ γιὰ τὰ καλὰ λόγια. Θὰ προσπαθήσω νὰ κάνουμε καλὴ πλάκα. Βοηθῆστε ὅσο μπορεῖτε μὲ κατευθυντικὰ σχόλια, διότι ὅπως ἔλεγα, δὲν θὰ ἤθελα νὰ κουράσω, οὔτε καὶ νὰ διαταράξω.
@Mes
Τὸ IE καὶ IT μοῦ εἶναι «ἄγνωστες λέξεις». Ὡς ρύθμισι στὸ Character encoding νὰ προτιμήσῃς τὸ Unicode. Τὸ Firefox εἶναι καί δωρεάν, καὶ γαμᾶτο.
Καὶ δὲν εἶναι καθόλου στὰ ... μου (ὑποθέτω οὔτε καὶ στῶν ἄλλων, ἂν κρίνω ἀπὸ τὸ γενικότερο ὗφος καὶ τὸ ἐπίπεδο τῆς κουβέντας), ὅταν κάποιος ἔχει δυσκολία νὰ συμμετέχῃ. Καὶ ἡ γυριστὴ τώρα: Ἂν ἡ συστολή σου θὰ ξεπερνιόταν μὲ τὰ καλιαρντά, τὰ ... λέγονται μπελέ καὶ φλοκοντορβάρες.
Εὖγε! Βασικὸ λῆμμα-κορμός. Θυμίζω καὶ τὸ παράγωγο σαβουρώνω=τρώγω, τὸ ὁποῖο ἀναφέρεται στὴν προσθήκη ἕρματος στὸ στομάχι, καὶ ὄχι στὴν ποιότητα του φαγητοῦ.
Ἐνδιαφέρον παρουσιάζει ἡ νοηματικῶς συναφὴς καλιαρντὴ λέξι κουμουνόσκελη, στὴν ὁποία ἀνακατεύεται παρετυμολογικῶς ὁ κο(υ)μουνισμός, τὸ μουνὶ καὶ τὰ σκέλη!
Συναφὲς καὶ τὸ ἐκπληκτικῆς παραστατικότητος μουνόπασχα, ἐπίσης καλιαρντό, προφανοῦς ἐτύμου. Οἱ λέξεις αὐτὲς ἀναφέρονται ὑπὸ τῶν κιναίδων πάντοτε μὲ ἀηδία καὶ μόνο χαμηλοφώνως, σὲ κατ' ἰδίαν σχολιαστικὲς συζητήσεις. Δὲν ὑπῆρξαν ποτὲ τοῦ συρμοῦ καὶ τοῦ δρόμου.
Διερωτῶμαι ἂν ξέρῃ κανεὶς slang ἐκφράσεις γιὰ τὰ ἔμμηνα.
Καλιαρντά: Ὑψομετροῦ εἶναι ἀκριβέστερα ὁ ἐπαρχιώτης κίναιδος, καὶ δὴ ὁ ὀρεσίβιος τοιοῦτος.
Ἐπίσης βλαχοντάνα < βλάχος+ντάνα (πόρνη).
Ὁμοίως τὸ προφανὲς γιδοτεκνοσυντήρητη, τὸ ὁποῖο ἔχω ἀκούσει μόνο ὡς σχολιασμό, οὐδέποτε ὡς προσφώνησι.
σηψάτζης
Κατ' ἄλλην ἐκδοχὴν ἡ λέξις εἶναι σηψάντης < ship chandler = τροφοδότης. Νομίζω ὅτι εἶναι καὶ ἡ ἐπικρατὴς ἐκδοχή, διότι σηψάντης σημαίνει τροφοδότης πλοίου, αὐτὸς δηλ. ποὺ πηγαίνει στὸ πλοῖο φαγώσιμα καὶ ποτά.
@Κhan
Σκέψου πῶς ἀλλάζει ὁ ἄνθρωπος: Μπῆκα στὸ πανεπιστήμιο μὲ ἀτονικὰ γραπτά, τότε ποὺ ἦταν τόνος καὶ λάθος. Ἀργότερα κατάλαβα τὸ ἀτόπημα καὶ τὸ διώρθωσα.
Σχετικὰ μὲ τὸ κύναιδος: Τὸ λάθος τὸ κάνω συχνά, διότι τὸ ἔμαθα λάθος στὴν 1η δημοτικοῦ. Ρώτησα τὴ μητέρα μου τί σημαίνει αὐτὸ καὶ μοῦ ἔδειξε δύο σκύλους στὸ δρόμο ποὺ καβαλιόντουσαν. Ποῦ νὰ μοῦ φύγῃ τώρα αὐτή ἡ παράστασι;
Θὰ ἤθελα νὰ μάθω ἂν ὑπάρχει τρόπος διρθωτικῆς παρεμβάσεως στὰ σχόλια.
@Vrastaman/Βενιζελόμουτρο
Ἡ λέξι αὐτὴ ἐξαφανίστηκε. Ὁ τελευταῖος γνωστός μου ποὺ τὴ χρησιμοποιοῦσε ἀπεβίωσε πρὸ 15ετίας. Ἴσως νὰ εἶναι αὐτή ἡ τελευταία φορὰ ποὺ ἐμφανίζεται. Κάπως μοὔρχεται αὐτό.
Συνώνυμον τὸ μπούκουρος, ἀπὸ τὰ ἀρβανίτικα, ποὺ σημαίνει ἐπίσης ὡραῖος.
Μερικὰ παράγωγα: Λατσοσύνη=ὀμορφιά, καλωσύνη
λατσοτέμπα=καλοκαῖρι
λατσοφουρτούνας=τυχερός (fortuna=τύχη)
Φράσεις: Λατσάβελες!=καλῶς ὥρισες
Στὸ λατσοδίκελμα=στὸ ἐπανειδεῖν (δικέλω=βλέπω)
Πιστεύω ὅτι ἡ σωστὴ λέξι εἶναι λιάδα < ἀλιάδα = σκορδαλιά. Ἡ σημασία εἶναι «γίνομαι ἀλοιφή», τὸ ὁποῖο ἐπίσης λέγεται γιὰ νὰ χαρακτηρίσῃ τὴ βαρειὰ μέθη. Τὸ ρ στὴ λιάδα νομίζω παρεισέφρυσε διότι ἦταν πολὺ εὔηχο καὶ διότι οἱ περισσότεροι δὲν ἤξεραν τί ἀκριβῶς λένε, ἁπλῶς ἐπανελάμβαναν μία ἔκφρασι slang.
Τὸ ἀλιάδα < ἀλιὰς < allium sativum=σκόρδο
(allium cepa = κρεμμύδι)
Ἡ ἄποψι ὅτι τὰ καλιαρντὰ ἤκμασαν ἐπὶ Χούντας δὲν εἶναι σωστή. Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη (1971) ἔγινε ἡ ὁμώνυμη ἔκδοσι τοῦ μακαρίτη περιθωριακοῦ λογίου Πετρόπουλου, ὅμως ἀπὸ νωρίτερα θυμᾶμαι ὅτι πηγαίναμε στὴν ταβέρνα τοῦ Στάκα (τέρμα Ἀχαρνῶν), ὁ ὁποῖος τραγουδοῦσε σχεδὸν ἀποκλειστικὰ στὰ καλιαρντά. Ἡ ταβέρνα ἦταν γεμάτη ἀπὸ μεγαλύτερης ἡλικίας κυναίδους, μὲ συμπεριφορὰ στὸ ὅριο τῆς εὐπρεπείας, οἱ ὁποῖοι μοῦ φαινόταν νὰ «νοσταλγοῦν τὰ παληά». Ἐπίσης ἐσύχναζαν κάθε εἴδους περίεργοι, ὅπως ἐμεῖς, φοιτηταὶ τότε, ἑλκόμενοι λόγῳ μικροαστισμοῦ ἀπὸ τὸ «περιθώριο». Ἡ μαρτυρία τοῦ πατέρα μου καὶ τοῦ νονοῦ μου, ποὺ «ἀλήτευαν» τὴ δεκαετία τοῦ ᾿20, λέει ὅτι τὰ καλιαρντὰ ἤκμαζαν τότε, ὁπότε εἶχαν πράγματι ἐπικοινωνιακὴ χρησιμότητα. Ἐπίσης θυμᾶμαι ὅτι στὴ δεκαετία τοῦ ᾿60 (ποὺ ἤμουν μικρός), καλιαρντὰ μιλοῦσε παρέα εὐπρεπῶν ὁμοφυλοφίλων σὲ γειτονικό μου σπίτι, προκειμένου νὰ μὴν καταλάβω κάτι σημαντικὸ γιὰ τὸ θέμα τους. Ὅταν ἐξεδόθη τὸ βιβλίο, ἐμένα μοῦ φαίνονταν ὅλα γνωστά, καὶ γι' αὐτὸ τὰ ἔμαθα ἀμέσως, καὶ τοὺς τὴν ἔσπαγα πολὺ ποὺ καταλάβαινα, ὁπότε τὸ κόψανε, κι ἔτσι ἔχασα τὸ practice. Ἡ ἐντύπωσί μου εἶναι ὅτι αὐτὴ ἡ ἐλλειπὴς καὶ προφορικὴ underground γλῶσσα πρέπει νὰ γεννήθηκε σιγὰ-σιγὰ τὴν ἐποχὴ τῶν κουτσαβάκηδων, προφανῶς γιὰ προστασία τοῦ «ἀπορρήτου τῶν ἐπικοινωνιῶν» στοὺς δημοσίους χώρους, πχ Ζάππειο, πλατεία Ψυρρῆ κλπ, ὅπου συνέρρεαν ὅλοι γιὰ ψωνιστῆρι.
Ὅσον ἀφορᾷ τὸν ὁρισμὸ ποὺ δίδεται παραπάνω, συμφωνῶ ὅτι τὰ σήμερα λεγόμενα καλιαρντὰ εἶναι ξεπεσμένα, λεξιπενικὰ καὶ ψευτισμένα, ὅπως καὶ ὅλα τὰ ἄλλα τῆς ἐποχῆς.
Μή γνωρίζωντας ὁ ἴδιος τὴν προέλευσι τῆς λέξεως μόρτης, παραθέτω αὐτούσιο ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ σημερινὸ «Σιωπητήριο» τοῦ Capital.gr:
«Το μόρτης μας προέκυψε στις μέρες του Όθωνα, στην εποχή του μεγάλου λιμού, όταν στηριχτήκαμε για άλλη μια φορά στις προσδοκίες για βοήθεια του ρώσικου παράγοντα και σε αντίποινα οι Φράγκοι απέκλεισαν το λιμάνι. Πολλοί οι νεκροί και το έργο της ταφής το ανέλαβαν οι άνθρωποι του λιμανιού. Έγιναν έτσι ένα με τον «θάνατο» και από το morte «κόλλησαν» το «μόρτης».»
Στὸ ἴδιο ἄρθρο λέει γιὰ τὸ μάγκας:
«Το μάγκας βγήκε στη Σμύρνη, όταν οι ναυτικοί έβγαιναν κατά ομάδες για να γνωρίσουν την πόλη και να διασκεδάσουν. Ναυτικοί γαρ, καβγατζήδες, θύμιζαν τις άτακτες ομάδες των Αλβανών πολεμιστών. Έτσι, έλεγαν οι Σμυρνιοί: «Πέρασε χτες μία μάγκα», εννοώντας μία ομάδα ναυτικών. Και με τον καιρό οι άνθρωποι του λιμανιού κέρδισαν το «μάγκας», ο καθένας για τον εαυτό του...»