Πρέπει μάλλον να είναι σχήματος accent circonflexe δηλ. ίσιο και ίσως λεπτό μόλις πάνω από το χείλος το και «κωλομπαρίστικο» λεγόμενο
Το λέρωμα από λάδι, η λαδιά, ακόμα κι άν βγεί αφήνει σκιά ή όπως λέμε στίβει (αφήνει στίγμα)
Πρβλ άπορία γνωστού τυφλού καλλιτέχνη όταν ένιωσε υγρή κηλίδα στά ρούχα του:
- Στίβει; I wonder...
Τάκης Βαμβακίδης
Πλάτσα πλούτσα(1994) από το αλμπουμ ''Το Χαμόγελο Του Τάκη(Πλάτσα-Πλούτσα) του (1994).
Στίχοι:Νικος Τερζης
Μουσική:Νικος Τερζης
Φιλική συμμετοχή: Κώστας Μπίγαλης
κι εσύ δίκιο έχεις...
Νομίζω (αλλά δεν είμαι βέβαιος) στα «Παραμύθια πίσω απ΄τα κάγκελα»
ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ Ποιος το χρησιμοποιεί αυτό;;;
Ω, μου διέφυγε!
Ωραίος. Το «ανεβάζω στήμι» μπας και θυμάσαι πού το λέει ο Τσιφόρος;
Μάλλον εννοείς κάποιο απ' αυτά στο μήδι -στην Κρήτη τα λένε και σβαρνάδες, στην αγορά κλαδευτικούς σουγιάδες, στη Χίο κλαδευτήρια (όπως και τα τ. ψαλίδι)- που κλείνουν, (α)σφαλίζουν.
και πουταχείλης - πουτόχειλος (εν Χίω)
ο τρώγων βαλάνους;
Αντιγράφω κατά λέξη (clopy paste) από http://pitharidiogenous.blogspot.gr/2012/07/blog-post_03.html
ΣΚΑΠΕΤΑΩ Σκαπετάω =Απομακρύνομαι,χάνομαι στον ορίζοντα. Ευρέως διαδεδομένη έκφραση μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα. Τότε που οι λειτουργίες του ανθρώπου βασίζονταν μόνο στις αισθήσεις του (ματιά,ακοή, φωνή κ.λ.π.) για την επικοινωνία με άλλους ανθρώπους, η λέξη είχε μεγάλη σημασία και χρησιμότητα. Σήμαινε στην κυριολεξία ότι κάποιος ή κάτι χάνεται από το μάτι μας ή είναι δυσδιάκριτο το περίγραμμά του,καθώς επίσης ότι έχει απομακρυνθεί τόσο ,που δεν μας ακούει ή δεν ακούμε την φωνή του. - Πού είναι θειά, ο μπάρμπας ; - Σκαπέτησε τώρα παιδί μου,πέρα στο διάσελλο.... ( εννοεί... Απομακρύνθηκε και δεν μπορούμε να έχουμε επικοινωνία μαζί του,παρά μόνο όταν γυρίσει....).-
Παράβαλε και το αντώνυμο ντεφορμέ που λέει αρκετά περι φόρμας
Η ατάκα «ποδοσφαιρομάνα» στη διαφήμηση είναι αυτοσχεδιασμός του Σπυριδάκη
Ατμο-πλοική έκφραση που σημαίνει ότι ετοιμάζεται για απόπλου έχοντας ανεβάσει πιέσεις στον ατμό ωστε άμεσα να μπορεί να ξεκινήσει. (Οι ατμομηχανές έπρεπε να είναι προθερμασμένες και να έχουν πιάσει μια min πίεση πρίν να ξεκινήσουν). Με ίδια σημασία «ανεβάζω στήμι» (επίσης Τσιφόρειο) και σλανγκικά συνώνυμο το «είναι απίκο» (όπου σημαίνει οτι η άγκυρα έχει ξεκολλήσει από το βυθό και κρέμεται κατακόρυφα επιτρέποντας τον απόπλου).
unfightable (δεν παλεύεται)
cross-fucker = γαμόσταυρος
Εκπληκτικό μύδι
Μιλάς την αλήθεια σφυρίζων
Τι θυμήθηκες!
Ωχ, σόρρυ Ζάζουλα!
Παίδες, με την ευκαιρία διορθώστε το φύλο μου στα credits. :)
Με την βοήθεια του sarant έψαξα στα αρχεία εφημερίδων και διαπίστωσα ότι είναι σε χρήση σε όλον τον 20ο αιώνα, τουλάχιστον από το 1904, οπότε η καταγραφή του ενδεχομένως περιττεύει. Επίσης διαδεδομένο καθ' όλον τον 20ο αιώνα είναι και το επίθετο φορομπηχτικός.
Τσακατσούκας λεγόταν ο Έλληνας ποδοσφαιριστής-τσολιάς στο θρυλικό πλέον βιντεάκι από ταινία του Χάρυ Κλυν του 1982 που είχε προφητεύσει την έκβαση του αγώνα Ελλάδα- Ακτή Ελεφαντοστού, με το πέναλτι υπέρ των Ελλήνων στο τελευταίο λεπτό του αγώνα.
flint stone = πυριτόλιθος, τσακμακόπετρα
Αντιγραφή από τη βίκη για μια ιδιαίτερη περίπτωση χρήσης ελληνικών χαρακτήρων για την ηχητική αποτύπωση ξένης γλώσσας.
Καραμανλήδεια γραφή ή καραμανλήδικα
Η καραμανλήδεια γραφή είναι μια συμβατική γραφή της τουρκικής γλώσσας με ελληνικούς χαρακτήρες αντί των αραβικών που χρησιμοποιούσαν οι τουρκόφωνοι Έλληνες των ανατολικών επαρχιών της Μικράς Ασίας, οι οποίοι αποκαλούνταν καραμανλήδες, εξ ου και η ονομασία αυτής της γραφής. Πρώτη επίσημη εμφάνιση της γραφής αυτής σημειώνεται το 1713 και είχε τόση απήχηση που διατηρήθηκε επί δύο αιώνες.
Λόγω των εξισλαμισμών που σημειώνονταν ως τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα στη Μικρά Ασία, μεγάλο μέρος των Ελλήνων λησμόνησαν τη μητρική τους γλώσσα και χρησιμοποιούσαν την Τουρκική. Ένας περιορισμένος αριθμός Ελλήνων που βρισκόταν σε περιοχές μακριά από τα παράλια και από μεγάλα αστικά κέντρα αφομοιώθηκαν μεν γλωσσικά από τον κατακτητή, κατάφεραν όμως να διατηρήσουν τη συνείδηση της θρησκευτικής και φυλετικής τους αυτοτέλειας.
Για τους τουρκόφωνους αυτούς Έλληνες τυπώθηκαν από τις αρχές του 18ου αιώνα και συνεχίσθηκαν να τυπώνονται επί δύο αιώνες βιβλία, κυρίως θρησκευτικά, αλλά και ιστορικά δοκίμια, διηγήματα και λεξικά σε τουρκική γλώσσα, αλλά με ελληνικούς χαρακτήρες, που μπορούσαν να τα διαβάζουν και να τα κατανοούν. Επίσης και εφημερίδες της Κωνσταντινούπολης, όπως η «Ανάντολου» και η «Άσια» (Ασία) των Κ. Μιχαηλίδη και Ν. Παλαμηκίδη αντίστοιχα, που έπαυσαν όμως να εκδίδονται στις αρχές του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η γραφή αυτή ονομάσθηκε από τους Έλληνες ομοεθνείς της Τουρκίας «καραμανλήδειος γραφή», την οποία και τελικά αναγνώρισε και το τουρκικό κράτος δίνοντας την έγκριση συγγραφής τουρκοελληνικού λεξικού στον Ι. Χλωρό υπό την από 28 Σαρίφ 1313 Έτος Εγίρας-(1934 μ.Χ.) του τουρκικού Υπουργείου Δημόσιας Εκπαίδευσης.
Τα κείμενα που είναι γραμμένα με αυτό τον τρόπο είναι γνωστά και με το όνομα «καραμανλήδικα».
Λέγεται επίσης οτι όταν ο Δρομοκαΐτης συνέτασσε τη διαθήκη του, τον ρώτησαν γιατι δεν έκανε το ίδρυμα στην πατρίδα του, τη Χίο κι εκείνος απάντησε πως δεν του φτάναν τα λεφτά να τοιχογυρίσει όλο το νησί...