Χρησιμοποιείται σε Μακεδονία και Θράκη. Η Προέλευση της σλαβική-βουλγάρικη, bratim= στενός φίλος, ο μακαντάσης ή βλάμης.
Α ρε λέων... εσύ είσαι και Έντιμος και Μπράτιμος.
Χρησιμοποιείται σε Μακεδονία και Θράκη. Η Προέλευση της σλαβική-βουλγάρικη, bratim= στενός φίλος, ο μακαντάσης ή βλάμης.
Α ρε λέων... εσύ είσαι και Έντιμος και Μπράτιμος.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
14 comments
Khan
Σημαντική λέξη, και σημαίνει νομίζω σε σλαβικές γλώσσες όπως τα βουλγαρικά αδελφός.
jesus
η λέξη αδερφός είναι брат, τουλάχιστον στα ρώσσικα, τα σερβικα κ τα βουλγάρικα
το братим δεν είναι τύπος της κλήσης του брат, τουλάχιστον στα ρώσσικα, αλλά χτυπάει κάμποσο στο νετ σε φράσεις που δεν μπορώ να καταλάβω.
το γκουγκλ τρανσλέητ δεν έδωσε κάτι.
poniroskylo
братим (προφέρεται μπράτιμ) στα βουλγάρικα σημαίνει αδελφοί, πληθυντικός του брат.
Μπράτιμοι στα χαλκιδιωτικά είναι οι συγγενείς του γαμπρού που τον συνοδεύουν στην εκκλησία - αδέρφια, ξαδέρφια κ.α. Θυμάμαι σε γάμους, σχετικά πρόσφατα, που οι μπράτιμοι ξεχώριζαν γιατί στο πέτο φορούσαν κάτι χαρακτηριστικό - εικονίτσα με κορδελάκι π.χ. Μπράτιμος είναι, ας πούμε, αυτό που στα αγγλικά λέγεται best man. Γενικότερα, όπως λέει και ο ορισμός, είναι ο κολλητός φίλος, ο βλάμης. Δες και εδώ και εδώ και σε διάφορα λαογραφικές ιστοσελίδες απ'όλη τη Β. Ελλάδα.
Στη Χαλκιδική πάντα, η λέξη, που προφέρεται μπρατ'μους, χρησιμοποιείται και ειρωνικά για κάποιον που έχει βάλει τα καλά του σε άσχετη φάση και καμαρώνει σα γύφτικο σκεπάρνι ως μη έδει.
iron
Πονηρέ, να σε διορθώσω (και ξαναρίχνω το προηγούμενο σχόλιό μου γιατί είχα και γω κάτι λάθος), ο πληθ. του брат στα βουλγάρικα είναι братя (προφορά: μπράτjα, στα ρώσικα είναι σχεδόν ολόιδιο, με ένα φωνήεν διαφορά (бра́тья) –αυτό το τελευταίο δεν μας αλλάζει κάτι). Το братим, είναι εντελώς ανύπαρκτο σαν κλίση του брат και στις 2 γλώσσες, εκτός αν μιλάμε για ιδιόλεκτο που εννοείται δεν γνωρίζω. Για του λόγου μου το αληθές, δες και εδώ.
Από κει και πέρα, στα ρούσκα, στις πτώσεις του брат (αδελφός) ξεχωρίζουν ηχητικά προς τον μπράτιμο οι εξής τύποι:
братям (προφέρεται μπράτjαμ, αιτιατική πληθυντικού)
братями (οργανική πληθυντικού, προφέρεται μπράτjαμι, σε παραφθορά όμως ακούγεται «μπράτιμι»)
οπότε παίζει και να είναι παραφθορά κάποιου τύπου απ' αυτούς.
Υπάρχει όμως (στα ρούσκα πάλι) και η καθημερινή έκφραση брате (μπράτjε), αντίστοιχη με το αγγλικό bro, το οποίο πιθανόν να δένει με τον μπράτιμο. Όμως εδώ μας λείπει το -ιμ- και επίσης, άν ο μπράτιμος είναι λέξη που προϋπήρξε του брате / μπρο, δεν δικαιολογείται.
Τέλος, βρήκα ότι στα ουκρανικά το Братим («μπράτιμ») απαντάται ως έχει και σημαίνει «πάρτε». Υπάρχει και επώνυμο τέτοιο, εξου και μια εταιρεία.
Στα βουλγάρικα όμως, υπάρχει η έκφραση братимя̀ се (προφορά: μπρατιμjά σε, νομίζω) και κατά τον άγγλο μεταφραστή σημαίνει fraternize (with).
αατα -και τα λοιπά στους ειδήμονες.
iron
βρήκα και τον τύπο братимство (κάτι σαν «αδελφοσύνη» μου κάνει) αλλά δεν κατάφερα να βγάλω άκρη τι σημαίνει, ούτε σε ποια σλάβικη γλώσσα ανήκει. Προφέρεται «μπράτιμστβα» (ναι, /α/, γιατί το άτονο /ο/ το λένε /α/).
poniroskylo
Δες κι εδώ. Γενικά ο γούγλης δίνει αποτελέσματα για братим και ο μεταφραστής του το δίνει ως αδελφοί αλλά δεν επιμένω.
iron
αυτό παίζει να είναι έκφραση, ένα πράμα όλο το Братим - побратим και σημαίνει κάτι τ. κολλητός. Προφ πρόκειται περί ιδιωματισμού τελικά, εφόσον μάλιστα το σάη αυτό αφορά λέξεις και εκφράσεις από παλιά ρωσικά, λαϊκά παραμύθια, και τέτοια. Μία είναι η λύσις, θα ρωτήσω τη ρωσίδα μου. Υπομονή λοιπόν!
HODJAS
Βλ. και εδώ πως ο Έντιμος κι ο Μπράτιμος γίναν αχώριστοι...
Khan
Νομίζω είναι απλό, το μπράτιμ είναι ρήμα, όπως και το πόμπρατιμ και σημαίνει κάτι σαν αδελφοποιούμαι με κάποιον, γίνομαι αδέλφι, νιετ;
Γενικά, η κατάληξη -ιμ δεν παραπέμπει σε ρήμα, πρώτο ενικό;
iron
ναι, κάπως έτσι το νόμιζα και γω, αλλά προφ εδώ είναι ιδιωματικό γιατί είδα εδώ που το δίνει συνώνυμο με ουσιαστικό, κολλητός, σύντροφος κλπ.
είπα ότι θα ρωτήσω τη ρωσσίδα μου, το ξέχασα.
iron
Λοιπόν, νομίζω ότι τελειώσαμε τα πολλά: βρήκα ότι το побратим είναι όντως παλιό ρωσικό όπως είπα και πιο πάνω, όντως ουσιαστικό, σημαίνει όντως αδελφοποιητός όπως είπες εσύ, κολλητός -ενίοτε δε, σήμαινε λέει και ξάδελφος. Είναι όμως καθαρά από την λέξη брат, αδελφός.
Δικαίως σε μπέρδεψε το πο-. Το ρήμα που ακούγεται σχετικό σημαίνει παίρνω, καμία σχέση: στον παλιό του τύπο είναι брать/побрать (μπρατς/παμπράτς, και από κει φαντάσηκες ότι κλπ) -σήμερα λέγεται брать/взять (μπρατς/βιάτς). Ουφφφφφφφφφφ!
Μένει να βρω τη ρωσσίδα να μου πει ΤΙ σκατά σημαίνει το братим - побратим. Πιθανολογώ να είναι κάτι τ.«φούλης-ξαδελφούλης» (είπαμε, απαντάται σε παραμύθια και λοιπά δημώδη)
xalikoutis
H δική μου μαντεψιά: брат ми στα Βουλγάρικα = αδερφέ μου.
iron
τυχαίως, νονός του λημμάτου ήτο ο ατσεγκές το πάλαι ποτές (στο ΔΠ)
don_flamigo
Στην Πιερία μπράτιμος ή μπράτ'μος είναι ο νεαρός άντρας, συγγενής του γαμπρού που τον συνοδεύει στην όλη προετοιμασία του γάμου και στέκεται πλάι του και στο γλέντι, συνήθως ίδιας περίπου ηλικίας με το γαμπρό. Γενικά έτσι αποκαλούν οι άντρες κάποιον πολύ καλό ή παιδικό τους φίλο πχ Ο Γιώργος είναι μπράτμος ή με τον Γιώργο είμαστε μπρατίμια!