Το περιπολικό.

- Πάμε να φύγουμε, περνάει το μπατσικό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η χοντρέλω.

Τί δίαιτες και τρίχες; Παίρνει χαμπάρι το φαλαινοθηρικό;

(από Khan, 31/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο σούπερ τύπος, ο έχων στυλ με τη σέσουλα.

Πολύ τυπάς βρε παιδί μου! Αφεντικό με τα όλα του!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εντελώς άδικα, χωρίς λόγο κι αιτία.

- Σκοτώθηκε τζάμπα και τζερεμέ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φεύγω τρέχοντας, όπου φύγει φύγει. Συνώνυμο παλιομοδίτικο: «έγινα Λούης».

.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έχων πεταχτά δόντια. Η λέξη προέρχεται από το ασπάλαξ.

Πα, πα, πα! καθόλου δε μ' αρέσει ο σφάλιαγκας. Απορώ με τα γούστα σου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο παλιόγερος, η παλιόγρια.

Σιγά να μην παντρευτώ το μορμολύκειο. Χάθηκαν οι νέοι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μοναδική ευκαιρία.

Έτσι τεφαρίκι μπορεί να είναι μια ψαρούκλα στην ψαραγορά με χαμηλή τιμή, ένα ωραίο διαμέρισμα που νοικιάζεται φθηνά κ.λ.π. Συνοδεύεται συχνά από τη λέξη πρά(γ)μα.

- Κοίτα τι σου δίνω! τεφαρίκι πράμα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν δίνουμε σημασία στο γεγονός γιατί είναι ασήμαντο και ας μην το υπερτονίζουμε. Συνώνυμο του «σιγά το πράμα».

- Ο γαμπρός είναι λένε ματσό, τη βόλεψε η Μαριγούλα. - Μμμ! σιγά τα μηχανάκια να μην σπάσουν τα ωά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνήθως προτάσσεται το ρήμα πουλάω. Λέγεται για μικροαπατεωνιές και ψιλοεξαπατήσεις, όταν κάποιος μας πλασάρει σαβούρα για καλό πράμα ή όταν κάποιος λέει μεγάλα λόγια για να φαίνεται σημαντικός χωρίς να είναι.

Πολλά μας τα 'πε. Μας πούλησε φύκια για μεταξωτές κορδέλες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified