Ο καθ' υπερβολήν μορφωμένος άνθρωπος, η ιδιοφυΐα.

Εμ πώς να μην είναι διάσημος, τέτοιο μεγάλο κεφάλι που είναι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν προστρέχουν πολλοί μαζί σε μια συνάθροιση. Άλλες εκφράσεις με ίδιο ή παρεμφερές περιεχόμενο: συν γυναιξί και τέκνοις, η σάρα, η μάρα και το κακό συναπάντημα, αλάι μαλάι σιναλάι.

Γιόρταζε ψες τον άντρα της. Όλοι εκεί ήταν μαζωμένοι. Σόι σόπι συνξυλές!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για τον πολύτεκνο μα φτωχό άνθρωπο, που δεν συλλογίζεται πώς θ' αναθρέψει τα παιδιά του, αλλά κατά τα άλλα... ξέρει να τα κάνει.

- Ο Αποστόλης θ' αποκτήσει λέει το πέμπτο.
- Βρε δεν κοιτάει τα χάλια του πρώτα. Πώς θα τα ζήσει τόσα παιδιά; Αλλά τί περιμένεις; Καν ψωμί δεν είχαμε, πούτσα ώς το γόνατο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μτφ. πολυκατοικία με πολλά διαμερίσματα.

- Άντε τώρα να βγάλεις άκρη με τα κοινόχρηστα σε τούτο το καραβάν σεράι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλα λέει ο ένας και άλλα καταλαβαίνει ο άλλος, είτε γιατί είναι βλάκας είτε γιατί είναι αφηρημένος.

Μάνα: - Κοίτα! Μαύρισε ο ουρανός. Έρχεται μπόρα.
Κόρη: - Εντάξει ρε μάνα. Τό 'σπασα το ποτήρι. Τί να κάνουμε τώρα;
Μάνα ή τρίτος συνομιλητής: - Άιντέεε! τρία πουλάκια κάθονται...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συμπληρώθηκε το αποτέλεσμα, που ούτως ή άλλως δεν μας ευνοούσε. Όπως λέμε ότι μια πράξη είναι το «κερασάκι στην τούρτα».

(Παθών:) - Πήγα τη νύχτα νομίζοντας ότι είναι μόνη της. Έρχεται ο θειος της ξαφνικά. Στο καπάκι νάτη κι η μανούλααα! (Συνομιλητής:) - Ωχ! Μάλιστα! Ήρθε κι έδεσε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έγινε ακριβώς ό,τι δεν θέλαμε να γίνει και τώρα βρισκόμαστε μπροστά στο ανεπιθύμητο αποτέλεσμα.
Συνώνυμα: ήρθε κι έδεσε, τώρα μάλιστα!, τη βάψαμε!

Το ξέρασες; Μα εγώ μυστικό στο είπα βρε βλογημένε. Ωχ! σία κι αράξαμε...

(από Khan, 08/08/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή που ασχολείται να λέει τα μελλούμενα (φλυτζανού, χαρτορίχτρα κ.λ.π.).

Μάζεψε όλη τη γειτονιά η φαλτζού να τους πει την τύχη τους. Κοίτα μωρέ τι δημοφιλείς τύποι υπάρχουνε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φλώρος: το παιδί της μαμάς, το μοσχαναθρεμμένο. Φλωρούμπας: ο φλώρος σε υπερθετικό βαθμό.

Πού να ξέρει καλέ τούτος ο φλώρος από γκομενοδουλειές;

Το πτηνό φλώρος. Ετυμολογείται από δώθε ο φλωρούμπας ή ου; (από Khan, 04/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ακατοίκητο κεφάλι: μτφ. ο ανόητος, ο κουφιοκέφαλος.

Εμ τό 'χει ακατοίκητο (χτυπάς ρυθμικά στον κρόταφο τον δείκτη του χεριού), τι περιμένεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified