Η Ελληνική Δικαιοσύνη. Οι Έλληνες λειτουργοί της Θέμιδος με τις αλλοπρόσαλλες κατά καιρούς αποφάσεις τους και τον τρόπο απονομής της Δικαιοσύνης, έχουν αποδείξει ότι χρησιμοποιούν 45 μέτρα και 50 σταθμά και γενικά κάνουν ό,τι τους γουστάρει. Παραδείγματα αποτελούν το παραδικαστικό κύκλωμα, ο Δικαστής με τη μεζούρα, η αντιμετώπιση των πολιτικών που διαχειρίστηκαν τη λίστα Lagarde, των θαλασσοδανείων του ΤΤ, των υπευθύνων για τον τραπεζικό δανεισμό των κομμάτων, η επί 9 φορές αναβολή της δίκης του Big Mac και ένα τσούρμο άλλες αποφάσεις που είδαν το φως της δημοσιότητας για κρίσιμα ζητήματα και απάδουν με το κοινό περί Δικαιοσύνης αίσθημα και εξεγείρουν εναντίον της τους πολίτες.

Θεός να σε φυλάει από τα πισινά του μουλαριού και από τη γκαβή με το καντάρι.

(από allivegp, 14/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Β΄συνθετικό που κολλάει σε κύρια ονόματα και δηλώνει προέλευση.

  1. - Τελικά βγήκαν μάπα οι τζαμπίσιες οι πετσέτες.
    - Περίμενες τίποτε καλύτερο όταν αγοράζεις από τα Τζάμπο;

  2. Να πάρω εκείνες τις Ικεΐσιες τις καρέκλες κήπου; Αν δεν αξίζουν τον κόπο, να μην πάω μέχρι το ΙΚΕΑ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει τολμώ, δείχνω θάρρος. Συνώνυμο: έχω κότσια ή guts.

Αν έχεις άντερα, έλα να λογαριαστούμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο λειψός, αυτός που δεν επαρκεί ή υπολείπεται σε διαστάσεις. Πιθανώς αρβανίτικης προέλευσης.

Φέρε να βάλουμε ένα χαρτάκι κάτω από το πόδι του τραπεζιού, είναι λίγο τσούγκο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πιτόγυρο όταν το παίρνεις και το τρως σπίτι.

Τελικά μείναμε μέσα και πλακωθήκαμε στα σπιτόγυρα.

(από allivegp, 25/08/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ήλιος καυτός, πάρα πολύ δυνατός, υψηλή θερμοκρασία, μεγάλη ζέστη. Εκ του κάρκανο (το), το πολύ ξερό, πολύ καμένο.

Συγκοπτικά αποκαλείται και κάρκα.

  1. Μείνε παιδί μου σπίτι, πού τρέχεις με αυτή την καρκαμπίλα.

  2. Στο μέρος που θα ψαρέψουμε έχει κάνα δεντράκι ή θα μας φάει η καρκαμπίλα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξαιρετικό, πάρα πολύ ωραίο. Σούπερ ουάου.

- Είδες το καινούριο βίντεο κλιπ του Τζάστιν Μπίμπερ;
- Έξαλλο.

- Ο Τόνις Σφήνος σήμερα στο Στρατόνι
- Έξαλλο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η υπηρέτρια, η δούλα, αλλά σε υπερθετικό βαθμό. Αυτή που τα κάνει όλα, υπομένει αγόγγυστα και τις πιο σκληρές δοκιμασίες και φέρνει σε πέρας ακόμη και τα πιο δύσκολα καθήκοντα. Το λήμμα περιέχει δόση ειρωνίας ή (αυτο)σαρμασμού ή ακόμη και στοργής, ανάλογα με το πως και από ποιόν χρησιμοποιείται.

- Δεν μπορώ να είμαι 24/7 στο πόδι, δεν είμαι η δουλάρα σας, γαμώτο! (από εδώ)

- Ποιος είναι ...η «δουλάρα» που κρατάει την τουαλέτα της Beyonce; (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η προστακτική ενεστώτα του ρ. ράβομαι, χρησιμοποιείται σαν χαιρετισμός όταν θέλουμε να γνωστοποιήσουμε σε κάποιο/α το νέο ότι σε μια συγκεκριμένη πλέον ημερομηνία επίκειται κοινωνικό γεγονός, συνήθως γάμος.

Αποτελεί προτροπή για να εμπλουτίσει την γκαρνταρόμπα του, ενόψει του χαρμόσυνου γεγονότος που πρόκειται να συμβεί σύντομα.

- Ράψου! Βγάλαμε άδεια γάμου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

μπουγιόζικος, -η, -ο

Ο απλόχερος, ο πληθωρικός, αυτός που υπερκαλύπτει τις απαιτήσεις ή τις ανάγκες.

Assist: Άννα <3.

Η σαντιγύ πάνω στο χαλβά πρέπει να μπουγιόζικη στο μάτι. Αυτό που έβαλες ήταν τσίμα τσίμα, σαν λεκές από γιαούρτι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified