Ψηλοκρεμαστή μπαλιά. Παράγωγα: καντηλιάζω

- Όχι στο σχολείο ρε μαλάκα! Πάμε Ποσειδώνιο.
- Έλα ρε, έχει και διχτάκι στο σχολείο...
- Καλά, αλλά άμα εκεί που παίζουμε ωραία και καλά σκάσει κάνας μαλάκας του λυκείου και μας καντηλιάσει πάλι τη μπάλα, να τρέχεις εσύ να τη βρίσκεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρακτική πιτσιρικάδων παλιότερων δεκαετιών, κατά την οποία πηδούσαν και «σκάλωναν» σε διερχόμενα τραμ προκειμένου να μετακινούνται χωρίς εισιτήριο.

Η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως μεταφορικά πλέον. Γράφεται και σκαλομαρία.

Πενήντα χρόνια αργότερα ποιητής μεσήλικας ανασύρει γεύσεις
οσμές ανάσες και τοπία άλλης εποχής που έρχονται και φεύγουν
σαν τραμ ορμητικά της Εγνατίας σε μια σκαλομαρία στη μνήμη.

(Γ. Καρατζόγλου, απο εδώ)

Η Μαρία στην Σκάλα και ο Εισπράκτορας (αρχείο BuBis) (από BuBis, 06/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που δεν ανταποκρίνεται σε συγκεκριμένες προσδοκίες ή προδιαγραφές, ανάξιος, ανεπαρκής, μέτριος. Συνώνυμα: φτωχός.

Συχνά συναντάται στη φράση πέφτω λίγος (σε/για κάποιον): δεν αξίζω (σε κάποιον), είμαι κατώτερος (από κάποιον).

  1. Ο Bana δεν αποδείχθηκε λίγος ---αυτό που ήταν ανεπαρκές ήταν η αμοιβή του ως κωμικός, κάτι που τον ανάγκασε να συνεχίσει να ανακατεύει ποτά πίσω από το μπαρ για άλλα δύο χρόνια. (Απο εδώ)

  2. Θεωρώ ότι ο κιθαρίστας τους είναι λίγος για τους HIM, συμμερίζεστε την άποψή μου; (Απο το διαδίκτυο)

  3. [...] η Κάρλα δεν είναι καμία αδαής παιδίσκη. Ο Ιταλός πατριός της είναι μουσικοσυνθέτης και η μητέρα της πιανίστρια. Είναι αλήθεια ότι κυνήγησε τον Μικ Τζάγκερ, τον Ερικ Κλάπτον και τον Ντόναλντ Τραμπ. Έζησε, όμως, μαζί με πραγματικό φιλόσοφο, τον Ζαν-Πολ Εντοβέν, προτού τα φτιάξει με τον γιο του, Ραφαέλ, που κι αυτός είναι φιλόσοφος. [...] Τα τραγούδια της είναι καλά και κέρδισε το γαλλικό Γκράμι το 2004. Ας μην λέει λοιπόν ο Σαρκοζί ότι του πέφτει λίγη. Η αλήθεια είναι ότι του πέφτει πολλή. (Από την Καθημερινή)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παίζω πολύ καλά, αριστοτεχνικά, είμαι βιρτουόζος. Συνώνυμα: παίζω παπάδες, παίζω τ' άντερά μου.

Σκάει με μπλουζάκι Μαντόνα, και λέω πού πέσαμε τώρα... Και με το που πιάνει τις μπαγκέτες ρε φίλε έχουμε καραφλιάσει όλοι... Παίζει τις κάλτσες του το άτομο, θεός.

(από electron, 13/12/09)Άξιος καλτσαδόρος. (από vikar, 31/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μουσικός όρος, ο οποίος, στη ροκ ζαργκόν, σημαίνει ότι όλα τα όργανα παίζουν την ίδια ακριβώς ρυθμική φράση (συνήθως και την ίδια μελωδία για τα αντίστοιχα όργανα).

Γράφεται και τούττι, καθώς προέρχεται από το ιταλικό tutti (όλοι, μαζί).

Ρε σμπόκο, τούτι δεν είπαμε παίζουμε εδώ; Όλοι πάμε «τούρου τούρουρου τούρου» κι'εσύ «τούρου τούρου τουρουρού»;!... Πώς την είδες δηλαδή, ο «ξεχωρίζω»;

Δε Μπάντ Πλάς, «Φίζικαλ Σίτιζ». Μάλλον το πιό απίστευτο τούτι πού \'χω ακούσει ποτέ, απ\' το 0:15 ώς το 1:55 (κακός ήχος, αλλ\' αξίζει). (από vikar, 17/03/09)Το ίδιο τούτι συμπιεσμένο, απ\' το 2:31 ώς το 2:40, αυτή τη φορά σ\' ολόκληρο το κομμάτι. :-) (από vikar, 17/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σταυροκατσάβιδο. Τυπικό δείγμα μπαμπαδίστικου χιούμορ.

- Πατέρα; Πού έχεις βάλει τα εργαλεία πάλι;
- Τι χρειάζεσαι, πες μου εμένα.
- Θέλω να βγάλω τη μάσκα απ' τη κιθάρα και χρειάζομαι κατσαβίδι.
- Μάσκα; Μα καλά, αποκριές έχουμε και την έχεις μασκαρεμένη την κιθάρα; Για να ιδώ... Μάιστα, στραβοκατσάβιδο χρειάζεσαι. Στο μπαλκόνι τό 'χω, βίδωνα χθες τη ντουλάπα πού 'χε λασκάρει... Όλα τα μαστορέματα από μένα περνάν εδώ μέσα, λες και δεν έχω γιο εγώ, δεν έχω κανακάρη...
- Καλά, καλά...
- Και πού 'σαι; Τι θα γίνει με τον κουρέα; Ακόμη τσακωμένοι είστε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιθετοποιό επίθημα (τι λε' ρε παιδί μου...). Χρησιμοποιείται για να δώσει έμφαση ή να σατιρίσει κάποια λέξη, κατά το σχήμα <θέμα ουσιαστικού> -ένιος + <ουσιαστικό>. Συνήθως σε απάντηση, δηλώνοντας ειρωνεία ή εκνευρισμό σε αφελή ερώτηση (πάλι κατά το προηγούμενο σχήμα).

Την ίδια λειτουργία μπορούν να επιτελέσουν και άλλα παρόμοια επιθήματα που παράγουν επίθετα: -ίσιος, -ειδής

  1. - Σούλα, φέρε μου το στραβοκατσάβιδο απο την αποθήκη, σβέλτα.
    - Ποιο στραβοκατσάβιδο;
    - Τί ποιο στραβοκατσάβιδο ρε Σούλα; Το στραβοκατσαβιδένιο!... Σάμπως έχουμε και πολλά; Άιντε ξύπνα και τράβα φέρ' το, βιάζομαι.

  2. - Έλα, ξύπνα, μεσημέριασε.
    - Μμμ;...
    - Μεσημέριασε λέω, ξύπνα, σήκω. Έχει κι' έναν ήλιο σήμερα...
    - Ήλιο; Τί ήλιο;
    - Ήλιο ηλιένιο. Μα καλά, τί έπινες τελοσπάντων χθές;

Δες και γειώσεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πέος (στοιχειώδης αργκό).

Το πουλί σου και την υπογραφή σου, να προσέχεις πού τα βάζεις. (λαϊκή παροιμία)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός ο οποίος έχει μεγάλη ιδέα για το πουλί του.

- Μανταμίτσα, ένα πράμα θα σου πει ο Πίπης, και βάλ' το καλά στο μυαλό σου: δεν υπήρξε γυναίκα που πήγε με τον Πίπη και δεν γούσταρε τρελά.
- Άσε μας βρε Πίπη, ψωλοπερήφανε.
- Άαα, κοίταξε να δεις, η μετριοφροσύνη είναι για τους μ έ τ ρ ι ο υ ς ... Με εννοείς;...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είμαι μπασίστας ή ντράμερ (ροκ αργκό, από δημοφιλές ανέκδοτο).

— Θέλω να φτιάξω καινούργια μπάντα εδώ και μισό χρόνο ρε να πάρει, έχω πρώτη κιθάρα –τρελός σολίστας ο τύπος, σου μιλάω, παίζει τις κάλτσες του· έχω βρει και τύμπανα· ένας παπάρας μπασίστας μου λείπει.
Κλασικά. Δύσκολο να βρεις άνθρωπο να κάνει παρέα με μουσικούς το σήμερον ημέρα.

(από jesus, 26/11/09)παρά τις αυτοκτονίες (βλ.σχόλια) τα κυρήγματα μίσους συνεχίζονται (από xalikoutis, 24/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified