Είμαι σε άθλια κατάσταση, μου έχουν πάει όλα στραβά στη ζωή, δεν υπάρχει τίποτα το ρόδινο, έχω μπλέξει πολύ άσχημα και είναι σα να κολυμπάω σε έναν λάκκο ή, ανάλογα με τον βαθμό δυσκολίας, σε μια λίμνη, θάλασσα, ωκεανό με Σκατά.

(κάτι τέτοιο πρέπει να ψέλλισε το ψάρι που βρέθηκε, αίφνης, από τα καθάρια νερά μέσα στο γκώλο του Καφάση)

Αντίθετο: «πλέω σε πελάγη ευτυχίας».

- Πήρα χθες τον Αντρέα τηλέφωνο και δεν απαντούσε...
- Καλά, ξέχασέ τον αυτόν για ένα διάστημα.
- Γιατί; Προβλήματα;
- Μόνο προβλήματα; Στα σκατά κολυμπάει, πιάσανε τον γιο του σε κάτι βέρια και άντε να ξεμπλέξει τώρα...

(από Vrastaman, 23/03/09)(από Vrastaman, 23/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αδικαιολόγητα και υπερβολικά ακριβός στην πώληση του προϊόντος του. Είναι τόσο ακριβός ώστε το μόνο που μπορεί κανείς να σκεφτεί για την πάρτη του είναι πως θέλει να σε κλέψει πουλώντας.

- Α, εγώ χρυσή μου ψωνίζω πάντα παπούτσια από την Καλογήρου, είναι εγγύηση.
- Τι εγγύηση μωρή, που σου σερβίρει μαϊμού Πράντα γοβίτσες για 300 ευρώ, άσε μας τώρα με τον κλέφτη...

Got a better definition? Add it!

Published

Ο δισεκατομμυριούχος. Από την συντομότερη γραφή «δισ/ούχος» προέκυψε αυτόνομη λέξη.

Καλά ρε πούστη μου, τι έγινε;... Δισούχος ήταν ... Πώς τον χτύπησε η κρίση κι αυτοκτόνησε;

(από nick, 23/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο μαλάκας Κωνσταντίνος. Από το «Κων/νος». Το λέμε μόνο όταν θέλουμε με τρόπο να χαρακτηρίσουμε μαλάκα κάποιον Κωνσταντίνο. Λογοπαίγνιο με την γαλλική λέξη για τον μαλάκα (con).

Χθες έπεσα πάνω στον Κώνο κι έκανα ότι δεν τον είδα, δεν ξέρω αν με κατάλαβε...

(από GATZMAN, 23/03/09)Κώνος συντομογράφος. (από Khan, 11/02/13)

βλ. και κατίνος, ΣΧΗΣ, Θεσνίκη (Θεσσαλονίκη) κά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο οξύτατος και ξαφνικός σωματικός πόνος. Σα να σε σφάζουν με ένα μαχαίρι. Λέγεται κυρίως για πόνους οσφυομυαλγίας, λουμπάγκο, πιασίματα, αλλά και για πονόκοιλο, πόνους περιόδου κλπ.

- Μπα, δεν πάμε στη δουλειά σήμερα; Καναπές, καναπές;
- Τι καναπές ρε μαλάκα, μέ έμπλαστρα είμαι, μ' έπιασε ένας σφάχτης σήμερα το πρωί κι έχω μείνει σέκος...

(από nick, 25/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Στιγμιαίος και αρκετά οξύς σωματικός πόνος, συνήθως πολύ τοπικός. Μπορεί να τον νιώσει κανείς σε οποιοδήποτε μέρος του σώματος, στον κορμό, στις αρθρώσεις, σε ένα χαλασμένο δόντι.

- ΑΑΑΑΧ!!!
- Τι έγινε ρε μαλάκα;!
- Ουφ, όχι, τίποτα, μια σουβλιά στο γόνατο... πάει, πέρασε.
- Α γαμήσου και με τρόμαξες!

(από nick, 25/03/09)(από Vrastaman, 25/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Η επιτυχία, λογοπαίγνιο με το χέσιμο. Για όσους ντρέπονται να ευχηθούν «καλή επιτυχία».

Άντε, μεγάλε, καλή πετυχεσιά με τις εξετάσεις. Μόλις γράψεις πάρε με να πάμε για καφέ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ετοιμάζω τον τάφο μου με τα ίδια μου τα χέρια. Υπονομεύω τον εαυτό μου και ευθύνομαι για τις ήττες μου. Δίνω δικαίωμα στον άλλον να με κατατροπώσει. Το κάνω ως γνήσιος μαλάκας ή από αφηρημάδα. Το αποτέλεσμα πάντως είναι αυτοκαταστροφικό.

Η έκφραση στέκει και για λογαριασμό άλλων: σκάβω τον λάκκο κάποιου, δηλ. δημιουργώ τις ιδανικές συνθήκες για την εξόντωσή του...

Καλά, ήταν ανάγκη να πεις στη μάνα του ότι έχεις βγει από διαζύγιο, και μάλιστα ότι ο μακαρίτης σε χώρισε επειδή τον κεράτωσες; Έσκαψες τον λάκκο σου, αν κατάλαβες...

βλ. χριστιανοσλάνγκ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το ογκίδιο
  2. Το σβωλαράκι, ο κόμπος, κλπ.
  1. - Έχω βγάλει ένα σγρουμπούλι στον λαιμό, λες κι έχει πεταχτεί ο αδένας... - Ε δεν πας σε καναγιατρό να το κοιτάξει;...

2.α.
Καλά, δεν την ανακάτεψες αρκετά τη μπεσαμέλ κι έχει γεμίσει όλο σγρουμπούλια... Μασάς αλεύρι, που να σε πάρει... Γιατί δεν ρώταγες την μάνα μου;

2.β.
Ρε γμτ, το αγαπημένο μου πουλόβερ πάλιωσε κι έχει γεμίσει σγρουμπούλια... δεν φοριέται πια...

Got a better definition? Add it!

Published

Το κολπικό υπόθετο.

- Μου φαίνεται ότι έπιασα μύκητες.
- Ε, πήγαινε σε καναν μουνολόγο να σου πει τι να κάνεις.
- Τι να μου πει, κλασικά, θα μου δώσει να βάζω κάθε βράδυ ένα μουνόθετο ντακταρίν, σιγά!

(από ο αυτοκτονημενος, 26/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified