«Μου έφυγε ο τάκος» είναι ταυτόσημο του «μου έφυγε η ψυχή».

Τάκος είναι ένα τρίγωνο κομμάτι ξύλου, ή σιδήρου, ή και πλαστικού, που τοποθετείται στον τροχό του αυτοκινήτου όταν αυτό είναι σταθμευμένο σε επικλινές έδαφος και προκειμένου να το ασφαλίσει, σε περίπτωση το χειρόφρενο αποτύχει να εκτελέσει την αποστολή του, που είναι να κρατήσει το αυτοκίνητο φρεναρισμένο όταν αυτό βρίσκετε σε ακινησία.

Όταν λοιπόν φύγει ο τάκος από τον τροχό του αυτοκινήτου και όταν αυτό είναι σταθμευμένο σε επικλινές έδαφος και αρχίσει να κυλά, την έχεις γεμίσει από χείρα.

- Κοίτα πίσω σου ρε! Το φορτηγό σου! Κυλά πίσω!
- Αχχχ! Παναγια μουυυ! Το φορτηγό μου!... αχχχ πάει ο γέρος!... αχχχ πάει και η γριά!... και... και... και... η πορσε... αχχχ και το ζαχαροπλαστείο... αχχχχ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξεκαρδίζομαι στα γέλια.

Τι LOL και μαλακίες, ξεκαρδίζομαι ίσον γελάω μέχρι να σπάσει η καρδιά μου.

- Ρε το μάθατε το καινούργιο;
- Άσε ρε να λείπει, θα είναι σαν εκείνο που είπες στον συχωρεμένο και ξεκαρδίστηκε στα γέλια...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βαριά Σεκλέτια Έχω Απόψε.

Διάθεση ένα με το πάτωμα, στεναχώρια, πλάκωμα, με αρκετή τζούρα τσαντίλα.

Έχει σεκλέτια ο καημένος δεν του κολάν τα ένσημα στην οικοδομή.

Να πιει τις μπύρες ή τα ουζάκια του, να βγάλει τα σεκλέτια του, να κάνει τους γύρους» του στην πίστα, να το ρίξει έξω. ...

Μπάφιασα απτά δέρτια μου
και απτά πολλά σεκλέτια μου
κουράγιο είχα στην ζωή μα τώρα που σε χάνω
θα ήταν προτιμότερο για μένα να πεθάνω ,

Κάτσε και γλέντησε με μάς
Σεκλέτια διώχνει ο μπαγλαμάς
Κι αν έχεις πόνο μέσα στην καρδιά
θα τον ξεχάσεις με μια διπλοπενιά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φορνέλο / φουρνέλο: Το φορνέλο είναι ο μικρός φούρνος στα ιταλικά και λόγο σχήματος οι μικροί κολπίσκοι.

Σαν φουρνέλο (blast) είναι η τοποθέτηση δυναμίτη (ΤΝΤ) σε τρύπες που ανοίγουν σε βράχους προκειμένου να τους σπάσουν / σχίσουν.

Βάρδα ψυχή μου, βάρδα
και πάρτα όλα σβάρνα
Αυτός που θ' αγαπήσει
μπορεί και να μισήσει
Βάλε φουρνέλο κάψ' την
κι ας γίνουν όλα στάχτη
αφού μακριά σου τρέχει
κανείς δεν θα την έχει.

Κράτος μπουρδέλο, βάλτε του φουρνέλο.

“Όλη μέρα στο φουρνέλο και το βράδυ στο μπουρδέλο”.

Σε μισώ μα και σε θέλω,
το κεφάλι μου φουρνέλο,
που μου καίει το μυαλό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τσακμακόπετρα / σκληρή πέτρα / (μτφ.) άνθρωπος με περιορισμένη αντίληψη.

Στουρναρόβλαχος. Στούρνος.

Στουρναρόβλαχε, η ζωή δεν είναι μεγάλη, μη την κανεις καρναβάλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αστυνομικός. Παράφραση του policeman. Λεγόταν παλιά μεταξύ ρεμπέτηδων.

Σύρμα ρε, ο πολιτσμάνος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τα δόντια του ψαριού «φαγκρί» ή και του σαργού.

Τα δόντια των ανωτέρω ψαριών έχουν ομοιότητα με των ανθρώπινων δοντιών (δεν γνωρίζω αν και άλλα ψάρια εκτός των φανταρόψαρων έχουν δόντια που μοιάζουν με του ανθρώπου -κάνας ψαρολόγος;;;;).

Όταν λοιπόν κάποιος, στην προσπάθειά του να χαμογελάσει, δείχνει τα δόντια του, λέμε ότι φαγκρίζει.

Μη φαγκρίζεις μωρέ... φυσικά χαμογέλα, αλλιώς θα βγει φάβα η φωτο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τόσο μα τόόόόόόσο άσχημη γκόμενα που σου έρχεται να λακίσεις, τόόόόσο λιγούρα σα να σου έφυγε η ψυχή.

Στο τηλέφωνο μου έλεγε: «Ε δεν είμαι και τόσο χοντρή, να φανταστείς φoράω παντελόνι».
Όταν την είδα, όντως φορούσε παντελόνι, ΑΛΛΑ από τη μέση και πάνω ήταν ένα τανκ (άρμα μάχης και του WWI).
Και σκέφτηκα: «Δε γαμώ έναν τσιμεντόλιθο αντί να τον κόψω...»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση τεχνιτών που, κατασκευάζοντας δυο τοξωτές αψίδες (για παράδειγμα) και κοιτώντας το έργο τους ευχαριστημένοι για την ακρίβεια της μαστοριάς τους, λένε για τις αψίδες: «ίσα γέρνουν», δηλαδή υπάρχει αρμονία στην κλίση των αψίδων.

Λέγεται και όταν κάποιος σποτάρει (αντιληφθεί) ένα λάθος και το λέει για να διορθωθεί και κανείς δεν ενδιαφέρεται να το διορθώσει -και στο τέλος λέει κι αυτός: «ίσα γέρνει, τι να κάνουμε»;

- Πω πω ρε π'ως πάει αυτός έτσι, σαν τον κάβουρα! - Έλα, μην ασχολείσαι, ίσα γέρνει, μεθυσμενάκι είναι, δεν το γλιέπεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΟΧΙ ΨΟΦΟΦΟΡΙΕΣ [sic] - εάν θέλετε ψηφίστε στα σχόλια.

Σε ένα λιβάδι με φτέρες ήταν ένας κυνηγός και παραφύλαγε για κανα θήραμα. Σε αυτό το λιβάδι με φτέρες ζούσαν και λαγοί. Ως γνωστόν τα μηρυκαστικά αυτά έχουν φαγούρα και τρίβονται πάνω στις φτέρες. Τη μπανίζει ο κυνηγός τη φτέρη να κουνιέται και μπαμ και κάτω ο λαγουδάκος.

Προσοχή: δώσατε έμφαση στο ότι ο κυνηγός δεν είδε το λαγό, αλλά τα αποτελέσματα της βλακείας του λαγού που δεν πήγε στο πλησιέστερo καταφύγιο ζώων να τον ξύσουν... Kαι κάπως έτσι είναι στην ζωή μας.

Μπεεε τα προβατάκια και ο χασαπάκος κρύβει τον μπαλτά πίσω από την πλάτη του.

Από εκεί βγήκε η παροιμία και κανονικά είναι έτριβε και όχι κούναγε.

Από Δ.Π. και ΑΝ21.

- Τι κάνεις ρε Πάνο; Σε βλέπω να γράφεις στο λαπτοπάκι… Πού γράφεις ρε;
- Στο slang.gr.
- Α, κατάλαβα… λαγός την φτέρη κούναγε, κακό του κεφαλιού του

Λαγός το bush έσειε... (από Vrastaman, 08/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified