Σπινθήρας παρουσιάζεται μεταξύ δυο επαφών την στιγμή ακριβώς που διακόπτουν ή αποκαθιστούν την ροή ηλεκτρονίων.

Η μορφή του σπινθήρα είναι σαν μια μικρή φλόγα που η έντασή της και ο χρωματισμός της διαφέρει από πολλούς παράγοντες, όπως ένταση ροής κατά την αποκατάσταση ή διακοπή ηλεκτρονίων υγρασία περιβάλλοντος κλπ κλπ

Συναντάται όμως και στα ανθρωπάκια, όπως το σπινθηροβόλο βλέμμα που δείχνει συνήθως εξυπνάδα ή και το άλλο που είδα εγώ προσωπικά, τρέλα (ξέρεις φίλε μου τι είναι να βλέπεις το μάτι να γυαλίζει και να σπινθηρίζει).

Περισσή προσοχή χρειάζεται αν συναντήσετε ένα τέτοιο βλέμμα σε άνθρωπο: αποφύγετε κάθε επαφή και καλέστε γιατρό.

  1. - Κοίτα ρε μαλάκα πώς γυρνάει το μάτι της αυτή!

  2. - Να ρε, αυτή σπινθηρίζει!
    - Τον πούλο, φύγαμε μεγάλε!

(από ο αυτοκτονημενος, 18/11/09)(από ο αυτοκτονημενος, 18/11/09)(από ο αυτοκτονημενος, 18/11/09)(από Jim Blondos, 18/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιά επαγγελματική αργκό για το άχρηστο αυτοκίνητο που είναι διαλυμένο που ενώ προχωρεί ακόμα θα ήταν καλύτερα να δοθεί στην ανακύκλωση.

Το λήμμα ισχύει και στους ανθρώπους. Μόνο που εδώ δεν έχουμε την πολυτέλεια της ανακύκλωσης, άμα γεράσει το σαρκίο τα εξαρτήματα είναι συνήθως άχρηστα.

Εκ του αλβανικού karrute, το ξύλινο τετραγωνικό πατητήρι.

- Πήρα φίλε μου ένα ελαφρά μεταχειρισμένο σχολικό λεωφορείο μούρλια μπορεί να είναι 20ετιας αλαααα!

- Τι λε ρε συνάδελφε αυτή την καρούτα που πάει και δεν πάει τη λες για ευκαιρία; Kαι θα βάλεις και τα παιδάκια μέσα;

(από Jim Blondos, 17/11/09)Καρούτα από το Cars. (από Vrastaman, 25/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΟΧΙ ΨΟΦΟΦΟΡΙΕΣ [sic] - εάν θέλετε ψηφίστε στα σχόλια.

Σε ένα λιβάδι με φτέρες ήταν ένας κυνηγός και παραφύλαγε για κανα θήραμα. Σε αυτό το λιβάδι με φτέρες ζούσαν και λαγοί. Ως γνωστόν τα μηρυκαστικά αυτά έχουν φαγούρα και τρίβονται πάνω στις φτέρες. Τη μπανίζει ο κυνηγός τη φτέρη να κουνιέται και μπαμ και κάτω ο λαγουδάκος.

Προσοχή: δώσατε έμφαση στο ότι ο κυνηγός δεν είδε το λαγό, αλλά τα αποτελέσματα της βλακείας του λαγού που δεν πήγε στο πλησιέστερo καταφύγιο ζώων να τον ξύσουν... Kαι κάπως έτσι είναι στην ζωή μας.

Μπεεε τα προβατάκια και ο χασαπάκος κρύβει τον μπαλτά πίσω από την πλάτη του.

Από εκεί βγήκε η παροιμία και κανονικά είναι έτριβε και όχι κούναγε.

Από Δ.Π. και ΑΝ21.

- Τι κάνεις ρε Πάνο; Σε βλέπω να γράφεις στο λαπτοπάκι… Πού γράφεις ρε;
- Στο slang.gr.
- Α, κατάλαβα… λαγός την φτέρη κούναγε, κακό του κεφαλιού του

Λαγός το bush έσειε... (από Vrastaman, 08/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση τεχνιτών που, κατασκευάζοντας δυο τοξωτές αψίδες (για παράδειγμα) και κοιτώντας το έργο τους ευχαριστημένοι για την ακρίβεια της μαστοριάς τους, λένε για τις αψίδες: «ίσα γέρνουν», δηλαδή υπάρχει αρμονία στην κλίση των αψίδων.

Λέγεται και όταν κάποιος σποτάρει (αντιληφθεί) ένα λάθος και το λέει για να διορθωθεί και κανείς δεν ενδιαφέρεται να το διορθώσει -και στο τέλος λέει κι αυτός: «ίσα γέρνει, τι να κάνουμε»;

- Πω πω ρε π'ως πάει αυτός έτσι, σαν τον κάβουρα! - Έλα, μην ασχολείσαι, ίσα γέρνει, μεθυσμενάκι είναι, δεν το γλιέπεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τόσο μα τόόόόόόσο άσχημη γκόμενα που σου έρχεται να λακίσεις, τόόόόσο λιγούρα σα να σου έφυγε η ψυχή.

Στο τηλέφωνο μου έλεγε: «Ε δεν είμαι και τόσο χοντρή, να φανταστείς φoράω παντελόνι».
Όταν την είδα, όντως φορούσε παντελόνι, ΑΛΛΑ από τη μέση και πάνω ήταν ένα τανκ (άρμα μάχης και του WWI).
Και σκέφτηκα: «Δε γαμώ έναν τσιμεντόλιθο αντί να τον κόψω...»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τα δόντια του ψαριού «φαγκρί» ή και του σαργού.

Τα δόντια των ανωτέρω ψαριών έχουν ομοιότητα με των ανθρώπινων δοντιών (δεν γνωρίζω αν και άλλα ψάρια εκτός των φανταρόψαρων έχουν δόντια που μοιάζουν με του ανθρώπου -κάνας ψαρολόγος;;;;).

Όταν λοιπόν κάποιος, στην προσπάθειά του να χαμογελάσει, δείχνει τα δόντια του, λέμε ότι φαγκρίζει.

Μη φαγκρίζεις μωρέ... φυσικά χαμογέλα, αλλιώς θα βγει φάβα η φωτο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αστυνομικός. Παράφραση του policeman. Λεγόταν παλιά μεταξύ ρεμπέτηδων.

Σύρμα ρε, ο πολιτσμάνος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τσακμακόπετρα / σκληρή πέτρα / (μτφ.) άνθρωπος με περιορισμένη αντίληψη.

Στουρναρόβλαχος. Στούρνος.

Στουρναρόβλαχε, η ζωή δεν είναι μεγάλη, μη την κανεις καρναβάλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φορνέλο / φουρνέλο: Το φορνέλο είναι ο μικρός φούρνος στα ιταλικά και λόγο σχήματος οι μικροί κολπίσκοι.

Σαν φουρνέλο (blast) είναι η τοποθέτηση δυναμίτη (ΤΝΤ) σε τρύπες που ανοίγουν σε βράχους προκειμένου να τους σπάσουν / σχίσουν.

Βάρδα ψυχή μου, βάρδα
και πάρτα όλα σβάρνα
Αυτός που θ' αγαπήσει
μπορεί και να μισήσει
Βάλε φουρνέλο κάψ' την
κι ας γίνουν όλα στάχτη
αφού μακριά σου τρέχει
κανείς δεν θα την έχει.

Κράτος μπουρδέλο, βάλτε του φουρνέλο.

“Όλη μέρα στο φουρνέλο και το βράδυ στο μπουρδέλο”.

Σε μισώ μα και σε θέλω,
το κεφάλι μου φουρνέλο,
που μου καίει το μυαλό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βαριά Σεκλέτια Έχω Απόψε.

Διάθεση ένα με το πάτωμα, στεναχώρια, πλάκωμα, με αρκετή τζούρα τσαντίλα.

Έχει σεκλέτια ο καημένος δεν του κολάν τα ένσημα στην οικοδομή.

Να πιει τις μπύρες ή τα ουζάκια του, να βγάλει τα σεκλέτια του, να κάνει τους γύρους» του στην πίστα, να το ρίξει έξω. ...

Μπάφιασα απτά δέρτια μου
και απτά πολλά σεκλέτια μου
κουράγιο είχα στην ζωή μα τώρα που σε χάνω
θα ήταν προτιμότερο για μένα να πεθάνω ,

Κάτσε και γλέντησε με μάς
Σεκλέτια διώχνει ο μπαγλαμάς
Κι αν έχεις πόνο μέσα στην καρδιά
θα τον ξεχάσεις με μια διπλοπενιά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified