Προήρθε πιθανότατα από τους νεκρούς που τους μετέφεραν σε μια τάβλα η σε μια πόρτα ξύλινη.

Τώρα αν τον παραχώσουν λέμε για τον άλλο ότι «ταφώθηκε».

Τάβλα είναι και τα ξύλα στην οικοδομή ή και τα μαδέρια.

Χρησιμοποιείται και όταν κουρασμένος ο άνθρωπος ταβλιάστηκε και κοιμήθηκε.

Σύρε και ταβλιάσου χριστιανέ μου που μετά από δεκατρείς ώρες στο κτήμα θέλεις και ντεκλαμπόν (τι βιάγκρα και μαλακίες καθαρός αέρας και φυτοφάρμακα και οι καύλες πάνε τσουβαλιών, σωρηδόν).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ότι μας δεσμεύει στη ζωή ή και ό,τι θέλουμε να δηλώσουμε σιωπηρά το φοράμε.

Δηλαδή:

  • Είμαι παντρεμένος, φοράω βέρα (κοιτάτε ρε μαλακιασμένες αυτός είναι θκόσμ'),
  • Με ενδιαφέρει η χρονική ακρίβεια, φοράω ρολόι,
  • Η θρησκεία μου είναι (...) φοράω την ανάλογη αλυσίδα με το σήμα της θρησκείας μου (και όσο πιο ακριβό η μεγάλο το σήμα η και η αλυσίδα τόσο πιο πολύ δηλώνουμε αυτό που θέλουμε),
  • Θέλω κάτι άλλο που δεν το καλύπτει η υπάρχουσα αγορά; Tραβάω ένα τατουάζ (και άντε να το βγάλεις μετά που θα αλλάξεις γνώμη.

Μια γυναίκα με δυο παιδάκια, ζωντοχήρα, κοιτάζει να ρίξει άγκυρες σε κάποιον που μπορεί να τυλίξει. Οι άγκυρες αυτές λοιπόν έχουν αλυσίδες που σημάνει δέσμευση. Αλλά, έλα που όταν κοροϊδεύεις και κάνεις κόλπα να τον τυλίξεις, κάποια μέρα προδίδεσαι και ξεσκεπάζεσαι! Είτε με την συμπεριφορά είτε με την προσπάθεια να αλλάξεις τον έρημο αυτόν άνθρωπο και να τον φέρεις στα μέτρα σου, με αποτέλεσμα ο τύπος να σπάσει τις αλυσίδες και να την κοπανήσει και μην τον είδατε.

Το ίδιο ακριβώς και με τα ανωτέρω αναφερόμενα, πχ,

  • Πετάς το ρολόι,
  • Σπας την θρησκευτική αλυσίδα μια που μόνος σου γεννήθηκες και πιο μόνος θα φύγεις και δεν χρειάζεσαι κανένα πραγματικά,
  • Πετάς τη βέρα, και γενικά απαλλάσσεσαι από περιττές άγκουρες και αποκτάς την (κατά την αυταπατώμενη ιδέα σου) ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ σου.

Σπάστε τις αλυσίδες σας και γράψτε ένα εθνικό λαχείο, ολέ!

Δ.Π. Μες

- Δεν βλέπεις, τρέχει αίμα από την μύτη σου από τις πολλές μυτιές! Σπάσε ρε μηνάρα τις αλυσίδες και κάνε την από την πρέζα γιατί σε βλέπω ανάποδα…

Τις αλυσίδες μου τώρα θα σπάσω (από GATZMAN, 03/07/09)Ο ανθρωπάκος (από GATZMAN, 03/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάγωσα από φόβο, έκπληξη, ντροπή κ.λπ.

Αντίστοιχο αλλά βιβλικό: «έμεινα στήλη άλατος».

Εάν κάποιος παρατηρήσει τον άνθρωπο όταν μένει παγωτό, βλέπει ότι, την στιγμή της παγωτοποιήσεως, το υποκείμενο λαμβάνει μια κοντή ανάσα που την κρατά για λίγο, διότι θέλει να συνειδητοποιήσει τί τρέχει προτού αντιδράσει

Κόβοντας στην γωνία να δω αν έρχομαι, έμεινα παγωτό βλέποντας τον ευδαίμονα να φιλά γαλλικό φιλί τον Βάγκουλα… φτου τον πούστη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξεκαθαρίζω, σκοτώνω, to smoke somebody, εκ του παστρικό.

Βλ. και παστρικιά.

- Ε ρε πόσα μεμέτια θα ξεπαστρέψω αν γίνει κάτι με τα γειτονόπουλα μας! Και ας με καθαρίσουν! Αλλά έως ότου το κάνουν ε, ρε πόσοι από δαύτους θα δαγκώσουν λάσπη...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Μη περιμένεις να γίνει τίποτα», «Μπααα δεν το νομίζω», «Τι λες; Μπααα, δε σφάξανε».

Ορίζει ότι δεν πρόκειται να γίνει τίποτα. Μην περιμένεις να φας διότι δε σφάξανε (μεταφορικά). Ή, και σε Κανά χωριό, σε Κανά φτωχό γάμο, μπορεί και να μην έχουν σφάξει, οπότε μην περιμένεις τίποτα.

-Μην κάνεις όρεξη, δεν πήρες την προαγωγή εσύ, μου το είπε η γραμματέας του μεγάλου.
-Ναι καλά, δε σφάξανε, κοίτα τον φάκελο που κρατώ, τί λες να έχει μέσα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τουμπάρω σημαίνει αναποδογυρίζω ένα πράγμα ενίοτε όμως σλανγκοχρησιμοποιείται για να δείξει ότι ανατρέψαμε μια κατάσταση με πονηρά ή έξυπνα μέσα.

Τουμπάρουμε μια κατάσταση, μια γνώμη, μια γκόμενα για να μας κάτσει και να μην είναι ξινό το γαμήσι.

Δεν μπορούμε να τουμπάρουμε τον θάνατο, όσο και αν προσπάθησαν μερικοί δυστυχώς δεν κατάφεραν τίποτα, νάδα, ζίπ.

Κοίτα πως θα την τουμπάρω ρε Μητσάρα και θα μου δείξει κοιλιά για χαδάκια η σκύλα μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κουμαντάρω τις δουλείες μου, τα προβλήματα μου, προγραμματίζω τι να κάνω στο μέλλον.

Θα το ακούσουμε σαν «έχω κάνει το κουμάντο» ή «τα κουμάντα μου». Εκ του «κουμαντάρω το καράβι» δηλαδή το οδηγώ και το περιποιούμαι και το φροντίζω. Τα πάντα όλα για το προς κουμαντάρισμα πράγμα.

Μην ανησυχείς έχω προμήθειες στο καταφύγιο για πέντε χρόνια έχω κάνει τα κουμάντα μου και δεν φοβάμαι τον πυρηνικό χειμώνα…

πού σουν μάγκα τον πυρηνικό χειμώνα; είχα κάνει τα κουμάντα μου (από xalikoutis, 08/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχει ο ορισμός, αλλά δεν...

Shoot = πυροβολώ.

«Σουτάρω» είναι η κλοτσιά στην μπάλα του ποδοσφαίρου. Σουτάρουμε κάτι κάπου και μπάλα στα δίχτυα του αντιπάλου τέρματος. Στα στρατά όμως, σουτάρω κάποιον στην σέντρα (σέντρα - center - είναι στο στρατό η πρωινή αναφορά) είναι ότι αναφέρω κάποιον στην αναφορά του λόχου, τάγματος, ταξιαρχίας κ.λπ.

Το σουτάρω παραπέμπει σε ποινή και όχι σε άδεια ή εύφημον μνεία ή ό,τι άλλο αλλά μόνο σε ποινή, δηλαδή δεν λες του άλλου «σε σεντράρω για τιμητική άδεια», αυτό είναι λάθος.

Επίσης χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να πλακώσουμε κάποιον στις κλωτσιές («θα τον αρχίσω στα σούτια τα ατελείωτα»).

-Τί έγινε ρε παλιοσειρά! Τί έμαθα; Σε σούταρε στην σέντρα ο λοχαγίσκος, διότι, λέει, παρήγγειλες πίτσες και του τις χρέωσες ρε πεινάλα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως και το θα σου πατήσω μια που αναφέρεται σε γροθιά η φάπα, έτσι και το θα σου σφίξω ένα αναφέρεται στο «θα σου τον καρφώσω» και «θα σου τον καρφώσω σφιχτά»

- 'Eλα δω, μανάραμ, να σου σφίξω ένα καλό να ξεθουλόσου ...

είπε ο τσοπάνος, και η μανάρα απάντησε ...

- μπέεεεεε ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι ονομάζεται ο άνθρωπος όταν είναι ξαφνιασμένος, τρομαγμένος, σκιαγμένος (τρομαγμένος από τις σκιές).

Κατά πάσα πιθανότητα προέρχεται από το ξάφνιασμα του ελαφιού όταν βόσκει και ακούσει ένα ύποπτο θόρυβο.

Μην αλαφιάζεσαι ρε δεν είχε aids η γκόμενα που γάμησες χθες χωρίς καπότα από την τύφλα που είχες από το ποτό πήδηξες την πλαστική κούκλα....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified