Sorry!

You do not have permission to view this page!

You may be allowed to view this page if you log in below.

Το πουστάκι με την κακή έννοια, το κακομοίρικο, το κακορίζικο, το κακόβουλο, αυτό που είναι δυστυχισμένο επειδή είναι ανάμεσα και δεν το θέλει, θέλει να είναι γυναίκα αλλά όμως δεν είναι και θέλει να τους εκδικηθεί όλους και όλα.

- Κοίτα τι έκανε το κολοπουστάκι!
- Τι, τι;;;
- Πήγε και τα είπε στον Μητσάρα, ότι ο Νίκος του το έκανε με τον Λευτέρη όταν ήταν μεθυσμένος.
- Ωχ, ωχ, δεν βλέπω καλά τον Νικόλα, αχ τι πήγε και έκανε το άθλιο πουστί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το «puzzle».

Έχω «παζολιαριστεί». Τι να κάνω, είμαι σε δίλημμα; Είμαι προβληματισμένος.

Να μια μικρά συλλογή παζολιαρισμάτων:

  1. Παίρ(ν)ομεν έναν σκοινίν.
    Περάζομ’ ατο ας σο στόμαν και βγάλουμ’ ατο ας ‘σον κώλον.
    Σ’ εμπρός το μέρος δένουμεν έναν σκατόν.
    Σ’ απίς ‘πα το μέρος, δένομεν ένα αγγούρ’!
    Συρτς να εβγάλτς το αγγούρ’ ας σον κώλο ‘ς, έμπέν το σκατόν ‘σο στόμα ‘ς.
    Συρτς να εβγάλτς το σκατόν ας ‘σο στόμα ‘ς εμπέν το αγγούρ’ σον κώλο ‘ς.
    Αρ ‘ατο εν τω παζολιάρισμα!

  2. Η αδελφή μου γέννησε, αλλά δεν ξέρω αν είναι αγόρι ή κορίτσι κι εγώ αν είμαι θείος ή θεία.

  3. Να βγω έξω για να βλέπω αυτό που δεν μπορώ να πηδήξω ή να μείνω μέσα για να πηδήξω αυτό που δεν μπορώ να βλέπω;

  4. Είσαι στο αυτοκίνητο και οδηγείς, ενώ έξω βρέχει καταρρακτωδώς.
    Περνάς από μια στάση λεωφορείου όπου συναντάς τρία άτομα να περιμένουν:

  5. Μια γριούλα που πεθαίνει
  6. Ένα φίλο από τα παλιά που σου έσωσε κάποτε τη ζωή.
  7. Τη γυναίκα / άντρα των ονείρων σου. Τι κάνεις;;;

  8. Επιχειρηματολογία ενός πατέρα στο δικαστήριο, ώστε να αποκτήσει την κηδεμονία του παιδιού του: «Κυρία δικαστά, όταν ρίχνετε ένα νόμισμα στο μηχάνημα για να πάρετε μια pepsi, μόλις βγει η pepsi ανήκει σε σας ή στο μηχάνημα;».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παροιμία: «Εδώ σε θέλω κάβουρα να περπατάς στα κάρβουνα», ή «εδώ σε θέλω φίλε στα δύσκολα αν μπορείς να τα καταφέρεις».

Προέρχεται (μιας και είμαι ξερόλας) από τον μεζέ κάβουρας στα κάρβουνα και από την δυσκολία του να τον πιάσεις. Κάνει ελιγμούς και παντιές αποφυγής μεζεδοποιήσεώς του και μας δυσκολεύει να τον πιάσουμε. Αλλά, όταν τον πιάσουμε και τον βάλουμε στα κάρβουνα, του τη λέμε έτσι εκδικητικά την παροιμία.

Aπο hank σε στάση υμηηηανάς.

Όσο για τους καβουροσλανγκόσαυρους, είναι η προσπάθεια τους να ανέβουν τη σκάλα της ιεραρχίας του ιερατείου και οι έχοντες και κατέχοντες τους βοηθούν ζγα ζγα. Και τους την λένε την παροιμία εδώ σε θέλω καβουροσλανγκόσαυρε να περπατάς στα κάρβουνα.

(από ο αυτοκτονημενος, 18/03/09)(από GATZMAN, 18/03/09)(από GATZMAN, 18/03/09)(από ο αυτοκτονημενος, 18/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι η πίπα, που γίνεται για να πέσουν οι άμυνες του πιπωμένου.

Λέγεται και «τεχνητή αναπνοή» προς ανάνηψη του γεροντάκου που, ναι μεν το πνεύμα πρόθυμον, αλλά η σάρκα θέλει τεχνητή αναπνοή για κάνα 2ωρο να ξεκινήσει φυσιολογικά και χωρίς χαπάκια.

Υπάρχει σε αντιστοιχία και ο «δούρειος ψώλος».

- Έλα μωρό μου για μια καλή πιπίλα, έλα σε παρακαλώ, έλα, έλα! - Θα δούμε, δεν ξέρω...
- Τι θέλεις πάλι και με παιδεύεις και δεν μου κάνεις το χατίρι;
- Έλα μωρέ, εκείνο το αλφάκι το 150ρι, το είδα στην βιτρίνα και μου άρεσε πολύ πολύ!
- Άντε, καλά, θα στο πάρω! (και εννοεί μεταχειρισμένο).
- Αχχχχ, ναι, αχ, χλουπ χλουπ χλαπ Γουαδελούπη χλουπ χλουπ χλαπ Γουαδελούπη χλουπ χλουπ χλαπ (και το λάθος) Τανγκανίκα.
- ΑΧΧΧ μου το έκοψες μωρή!!!

(από Vrastaman, 18/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Πηχτή», ή «ζαλατίνα», ή «σιλαδιά»: Έδεσμα από ζωμό χοιρινού (βλέπε ιστό για συνταγή).

Το κάτι άλλο που κάνει να ζούμε τη ζωή και όχι απλώς να υπάρχουμε (δυναμωτικό + αφροδισιακό).

Επίσης λέγεται και το εκσπερματιζόμενον υγρό, λόγω χρώματος και υφής, ιδίως εάν έχει να εξέλθει μία ολόκληρη εβδομάδα.

Εμ, πως ήθελες να βγει μωρό μου, μια εβδομάδα με τα ρούχα σου, τι περίμενες, με το μαχαίρι το κόβεις.

φετες (από ο αυτοκτονημενος, 16/03/09)φορμαρισμενη (από ο αυτοκτονημενος, 16/03/09)ξεκάρφομα (από ο αυτοκτονημενος, 16/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διττή προσωπικότητα. Προσπαθεί με καλή πρόθεση και προσπαθεί και δώσου και άντε και αχ και βαχ.

Αλλά και μαλάκας, διότι δεν καταλαβαίνει την μεγάλη εικόνα, βλέπει μόνο όσα του αφήνουν να δει ή όσα μπορεί να δει, και προσπαθεί ξανά μανά από την αρχή, αλλά μέχρι εκεί... δεν πας παραπέρα, λέει το σύστημα.

Kαι γράφει… και γράφει… και δώσ' του… αλλά έχει κολλήσει…
Bλέπεις ο δρόμος δεν χωράει άλλα αυτοκίνητα να γράψει ο καημένος υπάλληλος της δημοτικής αστυνομίας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά τον απαγχονισμό, λόγω του ότι το βάρος του απαγχονιζόμενου είναι το αίτιο διαχωρισμού της σπονδυλικής στήλης και ταυτόχρονης κοπής του νωτιαίου μυελού, παρατηρείται και μη έλεγχος των σφικτήρων του απαγχονισμένου. Δηλαδή, του πρωκτού τον δυο σφικτήρων της ουροδόχου κύστεως και της σπερματοδόχου κύστεως (με αποτέλεσμα να ουρεί, αφοδεύει, εκσπερματώνει την ίδια στιγμή και γι’ αυτό λέγεται και ο ηδονικότερος θάνατος).

Τώρα, όταν απαγχονίζονταν χωρίς ρούχα στην εξοχή, τα υγροστερεά που έπεφταν στο έδαφος προκαλούσαν την ανάπτυξη του τζιν σενκ (το κυνηγούσαν οι μάγισσες της εποχής) (sic). Παρατηρώντας το φαινόμενο αυτό, οι διάφοροι πλούσιοι τότε, έκαναν ένα ψευδo-απαγχονισμό, κάτι τις πριν την αποκόλληση του νωτιαίου μυελού, με τα ίδια αποτελέσματα που αφορούν τους σφικτήρες. Καμιά φορά δεν υπολόγιζαν το μήκος του σχοινιού σωστά με αποτέλεσμα να πεθαίνουν δια απαγχονισμού και να απορούν όλοι γιατί.

Δεν κατάλαβα γιατί αυτοκτόνησε ο Λουί, αφού όλα τα είχε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Αντίπαλον πέος»: φόβος από ισόπαλο ανταγωνιστή, αίσθημα φόβου που προέρχεται από εχθρό εξ ίσου ισχυρό // εχθρός, αντίπαλος, ανταγωνιστής, αντίμαχος, αντίζηλος. Π.χ. «Αυτό που κρατά τη μεταξύ τους ισορροπία είναι το αντίπαλον πέος».

Πρβλ. Θουκ. ΙΙΙ 11,2: ''Το δε αντίπαλον πέος μόνον πιστόν ες ξυμμαχίαν. Ο γαρ παραβαίνειν τι βουλόμενος τω μη προέχων αν απελθείν αποτρέπεται''.

Μπορούσε να λέγεται και «Αντίπαλων δέος», αλλά τετριμμένα λόγια

Ξέροντας τα μυστικά όπλα των Εγγλέζων (και είναι γεγονός): οι βόμβες που προκαλούν ομοφυλοφιλία. Τη ρίχνεις στον αντίπαλο, αλληλοπηδιούνται και που όρεξη για πόλεμο. Ε καλά τι άλλου είδους βόμβα θα είχαν ανακαλύψει οι ανγκλέζοι, παρά την πουστόβομβα…

Τέλος πάντων, το αντίπαλων πέος μετρά και κρατά ισορροπία στον κόσμο.

Πως όμως ξέρομε το μέγεθος του οχθρού, όρε; Στέλνομε μία κατασκοπίνα να γυρίσει πίσω και να μας πει. Αν δεν γυρίσει όμως να μας το πει, τότε χάσαμε το παιχνίδι: είναι μεγαλύτερος ο εχθρός…

Κατασκοπίνα σε αντίπαλη κατασκοπίνα, που συναντήθηκαν μετά το πέρας των αποστολών τους σε ένα καφέ:
- Άσ’ τα μωρέ, μπάμια το καβλάκι του δικού σου… - Ναι μωρέ, το ίδιο του δικού σου!
- Άντε, ας τελειώσουμε το καφεδάκι και να τους πούμε τα μαντάτα να ηρεμήσουμε.

Άλλο Poetry και άλλο Pottery! (από Vrastaman, 15/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Σιγά τα αίματα ρε».

Φράση που λέγεται από αληθηνόμαγκες προς ψευτόμαγκες, ειδικά όταν υπάρχει και σοβαρό πρόβλημα αιματολογικών εξετάσεων (χοληστερίνη, ζάχαρο, πίεση, ουρία και συφιλοβλενοριακό aids) στην εγγύς περιοχή του ανώνυμου υψώματος seveneleven.

- Θα σε σκίσω, θα σε πλύνω, θα σε φάω, θα... θα... θα...

-Σιγά τα μπλάντια ρε ξενέρωτε χαρτογιακά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανέσωστος, ανέσωστη, ανέσωστο (επίθετο): άσωστος.

Ατελείωτος, αυτό που δεν σώνεται (δεν τελειώνει).

- Τον ατελείωτο έχεις ρε στην τουαλέτα; αντε σώνε και χέστηκα απάνω μου!
- Τον ανέσωστο έχω, τι να κάνω, τσίρλα έχω και σκουπίζομαι με χαρτοπόλεμο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified