Κυρίως στην έκφραση κάνω κολεγιά.

Η κολεγιά ή κολλεγιά, όπως και το κολέγιο, ετυμολογείται από το λατινικό collegium = αδελφότητα, μικροκοινότητα και, ακόμα πιο πίσω, ανάγεται στην συνάθροιση ανθρώπων με κοινό νόμο (com + lex/γεν. legis). Πρβλ. σύλλογος.

Κάνει κολεγιά με κάποιον όποιος τον συναναστρέφεται, όποιος συναγελάζεται μαζί του, δημιουργώντας όχι ακριβώς φιλία, αλλά ένα έδαφος συναντίληψης και εν δυνάμει συνεργασίας ή, αρνητικά, αλληλοκάλυψης.

Κολεγιά μπορούμε να κάνουμε, αντί για πρόσωπο, και με μία κατάσταση, όταν αυτή μας αρέσει και την επιδιώκουμε ή όταν δεν μας αρέσει και την αποφεύγουμε.

Επειδή οι αδελφότητες και οι κλειστές λέσχες δεν είναι πολύ της κουλτούρας μας, πολύ συχνά το λήμμα εκφράζει καχυποψία και απαξία για όσους μετέχουν της κολεγιάς.

Πρβλ. και ανοίγω/έχω παρτίδες με κάποιον, κάνω κόμμα, τα κάνω πλακάκια.

  1. Από εδώ:

Κανονικά τα ρετάλια της ΕΑΡ έπρεπε να πορευτούν με το ΠΑΣΟΚ. Και θα το έκαναν αν δεν διέβλεπαν μια ύστατη δυνατότητα να διαλύσουν το παραδοσιακό ΚΚΕ παίρνοντας -δια αντιπροσώπου- την εκδίκησή τους από αυτούς που τους διέλυσαν: να ενισχύσουν τη μερίδα του ΚΚΕ που καθώς διαλυόταν ο υπαρκτός σοσιαλισμός ήθελε «νέα πορεία». Έτσι οι «Κυρκικοί» αποφάσισαν να κάνουν κολεγιά με τους Δραγασάκηδες, τους Αλαβάνους και τους Λαφαζάνηδες για να «φάνε» τους Μαΐληδες, τους Γόντικες και τις Παπαρήγες.

  1. Από εδώ:

Θα σε προκαλούσα να κάνεις κολεγιά με γύφτισα, ή γύφτο... Απλά να δεις την παιδεία τους και το επίπεδο τους... Αν είναι να με λες ρατσιστή χάρη των γύφτων, ναι ΕΙΜΑΙ ρατσιστής.

  1. Από εδώ:

Το να είναι κανείς γραφικός είναι λιγότερο κακό από το να είναι δολοφόνος, βέβαια. Για μένα πάντως το να είσαι γραφικός είναι απλά θλιβερό, δηλώνει κακή αισθητική, κολλήματα, ανασφάλειες, ζητηματάκια, εν ολίγοις διάφορα πραγματάκια με τα οποία προτιμώ να μην κάνω κολλεγιά. Αλλά αυτό είναι προσωπικό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Τραπεζική αργκό, εκ του γαλλικού position που σημαίνει θέση. Ο γαλλικός όρος έχει αρχίσει να υποχωρεί υπέρ του ελληνικού (και καλά κάνει) αλλά λέγεται ακόμα από αρκετούς παλιούς τραπεζικούς.

Ποζισιόν είναι η ποσοτική και ποιοτική κατάσταση των λογαριασμών ενός πελάτη στην τράπεζα. Συνεκδοχικά χρησιμοποιείται περισσότερο: είναι η συνοπτική αποτύπωση αυτής της κατάστασης των λογαριασμών σε μια εύληπτη παρουσίαση, ιδανικά σε ένα φύλλο χαρτί. Χωρίς πολλές λεπτομέρειες, αλλά με τον αριθμό, το είδος και το υπόλοιπο των λογαριασμών μόνο, την ημερομηνία αναφοράς, άντε και βασικά στοιχεία για τα τυχόν καλύμματα (προσημειώσεις, υπέγγυες επιταγές κλπ). Κλασικό απαιτούμενο για κάθε χορηγητική (δανειακή) απόφαση της τράπεζας.

Ο ελληνικός όρος θέση είναι ευρύτερος και συμπεριλαμβάνει διάφορα χρηματοπιστωτικά και χρηματιστηριακά φαινόμενα που, και να τα ήξερα, νομίζω πως είναι ακόμα λιγότερο καταχωρήσιμα.

  1. Ορολογία στο μπαλέτο. Η συγκεκριμένη θέση του σώματος του χορευτή όταν ξεκινά ή ολοκληρώνει μια κίνηση. Στο κλασσικό μπαλέτο υπάρχουν πέντε βασικές ποζισιόν. Βλ. εδώ.

  2. Στην «πολ ποζισιόν» (pole position), την πρώτη θέση εκκίνησης δηλαδή στην φόρμουλα. Πολύ συχνότερα, βέβαια, λέγεται με την αγγλική προφορά (πολ ποζίσιον).

  3. Στην «ποζισιόν ντιφισίλ» (position difficile), γαλλοπρεπής τρόπος να πεις δύσκολη θέση.

  1. - (Ε ρε γκαύλες ο δικός σου να έρθει πρωινιάτικα στην τράπεζα) καλημέρα σας, τι θα θέλατε;
    - Είστε ο διευθυντής;
    - Ναι, παρακαλώ.
    - Επιθεώρηση. Άνοιξε το χρηματοκιβώτιο για καταμέτρηση, βγάλε καταστάσεις συμφωνίας ταμείου και πες στις χορηγήσεις να ετοιμάζουν φακέλους.
    - (Και το είδα το όνειρο) Όριο ελέγχου κύριε επιθεωρητά;
    - Όλους, αλλά γι’ αυτήν τη βδομάδα τους πελάτες από ένα εκατομμύριο και πάνω. Κάθε χορήγηση με την ποζισιόν της από πίσω και τα παραστατικά, μην ψάχνω σε χαρτιά και χαρτάκια.
    - Μάιστα (πάνε τα επόμενα διακόσια σαββατοκύριακα...)

2α. Από εδώ:

Ο αλαλάζων ήταν ένας νέος που θα μπορούσε να είναι ο πρόεδρος της Ένωσης Σπασικλακίων Ελλάδος, με γυαλιά που είχαν να καθαριστούν από τις προηγούμενες εκλογές, παντελόνι πάνω από τον αφαλό, μπλούζα επιμελώς βαλμένη μέσα από το παντελόνι και πέλματα σε γωνία 180 μοιρών με τις φτέρνες ενωμένες (πρώτη ποζισιόν για όσους ξέρουν από μπαλέτο).

2β. Από εδώ:

Καλά, εσύ αν έχεις μπιροκοιλιές και σώμα σαν το μεγάλο ρεμάλι και μπορείς να εκτελέσεις μία σωστή ποζισιόν στο μπαλέτο εγώ θα κάτσω να με γαμήσεις.

  1. Από εδώ:

Ο μεγάλος άτυχος του πρώτου αγώνα ήταν ο Δανός Κάσπερ Άντερσεν με την ομάδα της Μίντζλαντ, ο οποίος ενώ είχε ξεκινήσει από την πολ ποζισιόν, έχασε την πρώτη θέση όταν η ομάδα του καθυστέρησε στον ανεφοδιασμό καυσίμων κατά τη διάρκεια του pit stop.

  1. Από εδώ:

Λέω ό, τι αισθάνομαι, σε σημείο που μπορεί να φέρει καποιους σε ποζισιόν ντιφισίλ. LOL!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αδρανώ, ψωλάρω, μαλακίζομαι, τον παίζω, κωλοβαράω, δεν δουλεύω ενώ θα έπρεπε, δεν κάνω σωστά τη δουλειά μου γιατί είμαι άχρηστος.

Το να κόβεις χαλβά δεν ούτε δύσκολη δουλειά είναι ούτε καμιά επιστήμη, επομένως όποιος το κάνει για επάγγελμα στην ουσία δεν κάνει τίποτα. Θυμίζει τις ρητορικές ερωτήσεις μπρίκια κολλάμε;, τζιτζίκια πεταλώνουμε;, μαλλιά αγγέλου ζαχαρώνουμε;, καταΐφια χτενίζουμε; κτλ.

  1. Από εδώ:

Παράλληλα, καλό θα ήταν, εάν οι – αρκετοί- βουλευτές όλων των παρατάξεων που δεν «κόβουν χαλβά» στη Βουλή αλλά διακρίνονται για το ενδιαφέρον τους για τα κοινά και την ευαισθησία τους απέναντι στα κοινωνικά ζητήματα υποβάλλοντας συνεχώς γραπτές ή επίκαιρες ερωτήσεις, υπέβαλαν μια ερώτηση στον κ. Χρυσοχοίδη για τον νεαρό δημοσιογράφο.

  1. Από εδώ:

Τα άτομα είναι εντελώς UFO. Χαβαλέδες. Κόβουν χαλβά. Έχω στείλει 3-4 emails και τους ρωτάω: έχετε λάβει το fax μου από 2/10/06; Καμία απάντηση. Παίρνω ΣΥΝΕΧΩΣ τηλέφωνο και βγαίνει αυτόματος τηλ/της.

  1. Από εδώ:

Να μη δούμε επίσης αραχτά με τις ώρες ζευγαράκια πού να κάνουν «ότι ξέρουν να κάνουν» και οι φυλάσσοντες εκεί αστυνομικοί ή σεκιουριτάδες να κόβουν χαλβά ή να παρίστανται σαν να κρατάνε φανάρι [...]

Got a better definition? Add it!

Published

Το λήμμα έχει πολλές άλλες σημασίες πλην της παρακάτω, αλλά λεξικογραφημένες, π.χ. στον Τριανταφυλλίδη.

Λέγεται στον προφορικό λόγο από αυτόν που μόλις συνειδητοποιεί ότι είπε κάτι λάθος. Δεν εννοεί ότι θέλησε να πει ψέμματα αλλά ότι η πληροφορία που έδωσε ήταν εσφαλμένη και διέλαθε της προσοχής του. Συνώνυμο του άκυρο, απολύτως ισοδύναμο του «όπα, λάθος!».

  1. Από εδώ:

Δεν έχω πάει ποτέ στα Χανιά. Όπα ... ψέματα. Έχω πάει μια εβδομάδα, ακριβώς μετά τη πρώτη φορά που έδωσα πανελλήνιες (καλοκαίρι '93) μαζί με δυο φίλους μου (ο ένας Χανιώτης). Δε θυμάμαι και πολλά.

  1. Από εδώ (διασκευή):

- καλά θα το συζητήσουμε αύριο στα γαλλικά εκτενέστερα τότε.
- αα ναι αύριο σκατά έχουμε γαλλικά.
- πρόσεχε τι λες για τα γαλλικά αν θες να κουβαλήσεις μπιλιάρδο στο σπίτι..
- ψέματα, ήθελα να πω πως χαίρομαι που έχουμε 1 ώρα τόσο σημαντική αύριο.

  1. Από εδώ:

To iphone έχει CPU στα 667MHz.
EDIT: Όπα! ψέματα. 620MHz. Μόλις το κοίταξα.

Got a better definition? Add it!

Published

Συμπληρωματικά με τον άλλον ορισμό και ειδικά στην έκφραση έχω πρόσωπο, σημαίνει την φερεγγυότητα κάποιου. Είναι υποπερίπτωση της γενικότερης σημασίας της υπολήψεως και της εκτίμησης - γι' αυτές λέγεται και το κούτελο.

Η ενδιαφέρουσα ιδιομορφία του προσώπου είναι η μετρησιμότητα της φερεγγυότητας στην οποία αντιστοιχεί. Κάποιος δηλαδή μπορεί να έχει πρόσωπο για ένα ποσό αλλά να μην έχει για άλλο, μεγαλύτερο. Αντιδιαστέλλεται δηλαδή με την ηθική αξιολόγηση, την οποία συνήθως είτε την αναγνωρίζεις σε κάποιον είτε όχι, πάντως δεν μπορείς να της βάλεις μια τιμή.

  1. - Γεια χαρά συνάδελφε, μια πληροφορία για έναν πελάτη σας θα ήθελα.
    - Όνομα;
    - Φραγκάτος Α.Ε.
    - Καλός. Τι ποσό;
    - Πενήντα χιλιάρικα.
    - Νταξ, έχει πρόσωπο και για παραπάνω.

  2. - Ποιος πλήρωσε τους καφέδες;
    - Κανείς, γιατί;
    - Πότε θα τον πληρώσω τώρα τον κυρ Μπάμπη, αφού φεύγω με άδεια!
    - Αμάν ρε φίλε, δεν έχεις πρόσωπο για δέκα ευρώ στον καφετζή; Σιγά μην του κόψεις και επιταγή...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φανταρίστικη κουβέντα νέας κοπής, κυρίως στην έκφραση πέρασε σινούκ. Το σινούκ είναι βέβαια το γνωστό μεταγωγικό ελικόπτερο.

Πέρασε σινούκ σημαίνει ότι επιστρέφεις από σκοπιά ή αγγαρεία και βρίσκεις το κρεβάτι σου μπουρδέλο, τις κουβέρτες και το μαξιλάρι πεταμένα, ακόμα και το στρώμα βγαλμένο και προσγειωμένο σε τυχαίο σημείο. Σαν να είχε κάνει χαμηλή πτήση το σινούκ μέσα στο θάλαμο δηλαδή.

Οι αιτίες είναι δύο, σαφώς διακρινόμενες. Πρώτον, οι παλιοί τραβήξανε κανένα σκάλωμα, τους ήρθε οξεία απαλεψιά, την είδανε «δεν προλαβαίνω» ή έγινε κανένας τσαμπουκάς και ξέδωσαν στο κρεβάτι σου. Δεύτερον, όσο έλειπες έσκασε κανένας δίκας, κανένας ταξίαρχος, το κρεβάτι σου του φάνηκε ντροπή και αίσχος και αποφάσισε να σου πετάξει ένα υπονοούμενο μπας και το πιάσεις και μάθεις να το κάνεις αεροδρόμιο.

Πηγή: Σειρούλα στην πινέζα.

- Ρε μαλάκες! Ποιος μου γάμησε το κρεβάτι;
- Πέρασε σινούκ...
- Πάρτε κανένα αντιπαλεβόν και χαλαρώστε γιατί άμα δε βρω το εμπιθρί που είχα στο μαξιλάρι θα πηδήξω κάνα μπούστη εδώ μέσα, παλιό ή νέο, στ' αρχίδια μου.
- Καλά, έλα με τον κώλο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μουσική και ηχοληπτική ατάκα - αργκό. Σημαίνει να βάζεις τους ενισχυτές στο τέρμα, την ένταση ως εκεί που δεν πάει και κάτι παραπάνω, τα ντεσιμπέλ στα κόκκινα.

Οι ενδείξεις των ρυθμιστικών στους ενισχυτές φτάνουν ως το δέκα κάνοντας το έντεκα την ανύπαρκτη κατάσταση μετά το ξεπέρασμα των ορίων. Το αν προηγήθηκε ή ακολούθησε της παρακάτω σκηνής της καλτ ταινίας «Spinal Tap» δεν είναι σαφές.

Από εδώ:

Οι συνθέσεις έμοιαζαν πιο συγκροτημένες και προσιτές, δεν έχαναν όμως πιθαμή από την ξέφρενη πειραματική avant-garde / psychedelic / sludge / noise / thrash αισθητική τους. Αυτή η κίνηση εμφανώς εκδημοκράτισε τον υπόγειο μύθο και επέβαλλε τη μπάντα ως εστεμμένη ενός «υποψιασμένου» χώρου. Το «Smile» μοιάζει με πιο θορυβώδης συνεχιστής του κατά «Pink» ευαγγελίου. Ικανοποιεί τις προσδοκίες χωρίς να φτάσει το επίπεδο του προκατόχου και ξανακολλάει τους ενισχυτές στο έντεκα.

(από patsis, 11/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εξέλιξη του δεν σε χάλασε. Φανταρίστικη όπως και η προκάτοχός της αλλά επίσης λεγόμενη και από στελέχη (χαμηλόβαθμους προς το παρον).

Κατά τ' αλλά μιλάμε για τον ίδιο φραστικό σαδισμό, σε ένα από τα κλασικά του σχήματα, την ρητορική ερώτηση. Διότι μεγάλε πώς περιμένεις να μου φανεί που με βάζεις σκοπιά ή αγγαρεία, ή που με ενημερώνεις ότι κόπηκε η άδειά μου;

Λοιπόν, η φράση μπορεί να ακούγεται κυριολεκτική και απλώς ειρωνική, η επανάληψη στην χρήση της όμως είναι που την κάνει αξιοπρόσεκτη, μαζί με το στρατιωτικό περιβάλλον, φυσικά, στο οποίο ενδημεί.

  1. - Πού 'σαι νέους; Ξαναβάλε τις παραλλαγές, δεν βγαίνει κανείς σήμερα, έχει νυχτερινή.
    - Μα έχω κλείσει εισιτ-
    - Πώς σου φάνηκε;

  2. - Τι είν' αυτά; βγάζουμε το κράνος στη σκοπιά;
    - Εεε...
    - (Σ.σ. Χωρίς παύση, με μιαν ανάσα:) Αύριο αναφερόμενος από εμένα για πέντε φι, πώς σου φάνηκε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν πάχυνα, ξεχάστηκα! Χιουμοριστική ατάκα του μερακλή με κοιλίτσα ή κοιλάρα (μπυροκοιλιά κλπ) όταν παρατηρούν ότι είναι ετοιμόγεννος. Γιατί το πιο εύκολο κόλπο για να μην φαίνονται οι σκεμπελιακοί είναι να τους ρουφάς όταν περνάει μια γκόμενα ή, γενικά, όταν είσαι ακάλυπτος, π.χ. στην παραλία. Ακολουθεί αναρρόφηση σκεμπέ εκ των έσω και αναζήτηση θέσης πίσω από τραπέζι, εφημερίδα ή βυτιοφόρο για απόκρυψη του φαινομένου.

Προσοχή χρειάζεται να μην ξεχαστείς, γιατί μόνο οι γκουρού του είδους μπορούν να μιλούν και να ρουφάνε την κοιλιά τους ταυτόχρονα.

Βλ. επίσης και σκεμπεδιακοί.

- Πόπο ρε Παναή, πώς πάχυνες έτσι μέσα σε μια βδομάδα;
- Δεν πάχυνα, ξεχάστηκα! (ιουσφφφφσχχ! - κράταει την αναπνοή του) Τώρα;
- Μπράβο ρούφηγμα... στο στρατό τα μάθατε αυτά;

Άσχετα:
1. Συζυγικό δράμα: Ερωτεύτηκα τον άντρα μου γιατί ήταν σιωπηλός και είχε ωραίο κορμί! Αργότερα κατάλαβα ότι δεν μπορούσε να μιλάει και να ρουφάει την κοιλιά του ταυτόχρονα....
2. Σε μια έϊτιζ βιντεοκασέτα του Κώστα Βουτσά υπάρχει μια απίστευτη σκηνή που ξεδιπλώνει μια κοιλάρα μέχρι το πάτωμα και την ρουφάει μέχρι την πλάτη μόλις γυρνάει η γκόμενα της υπόθεσης να τον δει. Όποιος το βρει στο youtube κερδίζει γλυφιτζούρι. Ατάκες Βουτσά σε απανωτά γυρίσματα της τύπισσας, ρουφώντας ταυτόχρονα την κοιλιά του: «Γύρνα από την άλλη αγάπη μου, ντρέπομαι! Γύρνα από την άλλη! Γύρνα από την άλλη θα σκάσω!»

Του Édika. (από patsis, 28/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Καθαρά τραπεζική αργκό, εκ του γαλλικού valeur που σημαίνει αξία, από τότε που οι Γάλλοι επηρέαζαν μεγάλο τμήμα της οικονομικής, πνευματικής αλλά και καθημερινής (βλ. ορολογία αυτοκινήτου) ζωής στην Ελλάδα.

Καθόλου βρώμικη λέξη ή λέξη της πιάτσας, αναφέρεται αυτούσια σε πλείστα έγγραφα, τραπεζικά αλλά και νομοθετικά· θεωρώ ωστόσο ότι η παρασπονδία της καταχώρησής της συγχωρείται από την μη εκτεταμένη χρήση ελληνικού αντίστοιχου όρου, την ιδιομορφία της ίδιας της έννοιας αλλά και το γεγονός ότι αφορά όλους (μα όλους) τους πελάτες τραπεζών.

Βαλέρ είναι η ημερομηνία αξίας μιας συγκεκριμένης καταχώρησης σε έναν λογαριασμό, η οποία συχνά διαφέρει από την πραγματική ημερομηνία της πράξης. Αξία εδώ σημαίνει την παραγωγή αποτελεσμάτων - πριν από την επέλευση αυτής της ημερομηνίας το καταχωρηθέν ποσό εμφανίζεται μόνο λογιστικά, σαν φάντασμα, χωρίς να επηρεάζει κατ’ ουσίαν τον λογαριασμό. Με νομικούς όρους, άλλες φορές παραμένει υπό αίρεση (δηλαδή με την προϋπόθεση ότι θα συμβεί ή δεν θα συμβεί ένα γεγονός) και μετά είτε «επικυρώνεται» είτε ανατρέπεται («αντιλογίζεται») και άλλες φορές παραμένει υπό προθεσμία (ως δικαίωμα ή υποχρέωση που περιμένει να «ωριμάσει»).

Πάμε κατευθείαν σε παραδείγματα για να μην χαθούμε:

  • Σύμφωνα με τα μέχρι πρότινος ισχύοντα, αν καταθέσω σήμερα μετρητά στον λογαριασμό μου, αυτά θα αρχίσουν να τοκίζονται από αύριο. Από αύριο, επίσης, θα μπορώ να τα αναλάβω (να τα «σηκώσω»). Μέχρι αύριο θα φαίνονται στο υπόλοιπο αλλά όχι στα «διαθέσιμα» του λογαριασμού. Εδώ έχουμε βαλέρ επομένης (ενν. εργάσιμης ημέρας).
  • Αν καταθέσω προς είσπραξη μια επιταγή που μου έδωσε κάποιος (π.χ. ένας πελάτης μου) σήμερα στην τράπεζα που γράφει πάνω η επιταγή, θα συμβεί το ίδιο με το προηγούμενο παράδειγμα (εκτός κι αν είναι πέτσινη). Αν την καταθέσω σε άλλη τράπεζα, όπως έχω την επιλογή χάρη στο σύστημα ΔΙΑΣ, η βαλέρ θα είναι δύο ημερών (εκτός από επιταγές μερικών συνεταιριστικών τραπεζών και επιταγές εξωτερικού).
  • Αν καταθέσω χρήματα στον λογαριασμό της πιστωτικής κάρτας ή δανείου, η βαλέρ κανονικά θα πρέπει να είναι επομένης το αργότερο. Αυτό σημαίνει ότι και με την τσίμπλα στο μάτι να πάω στο κατάστημα για να πληρώσω, τους τόκους εκείνης της ημέρας μάλλον θα τους χρεωθώ.

Σε αντίθεση με την κοινή πεποίθηση, η βάση της πρακτικής αυτής είναι δίκαιη και εύλογη - οι δόλιες καταχρήσεις της είναι που λειτουργούν σε βάρος των πελατών. Πιο συγκεκριμένα:

Στην περίπτωση της κατάθεσης μετρητών η αξία τους γίνεται μετρήσιμο μέγεθος για την τράπεζα κατά το κλείσιμο του ταμείου. Πολύ σχηματικά, κατά τις πέντε το απόγευμα, η Διεύθυνση Λογιστικού θα πει στα μεγάλα κεφάλια «μάγκες τόσες καταθέσεις έχουμε αυτήν τη στιγμή». Τότε μόνο μπορεί η τράπεζα να διαχειριστεί (εκμεταλλευτεί) τα ποσά αυτά. Για τις επενδυτικές ενέργειες της τράπεζας η μέρα έχει, θεωρητικά, χαθεί ως προς τα χρήματα που βάλαμε το πρωί - την άλλη μέρα θα μπορέσει να τα τοποθετήσει όπου επιλέξει. Εδώ έχουμε την προθεσμία που λέγαμε. Να σημειωθεί ότι εδώ έγκειται η δεύτερη μετάφραση του όρου: τοκοφόρος ημερομηνία.

Αλλά και στην περίπτωση της επιταγής υπάρχει λογική, μόνο όμως στο σκέλος της κατάθεσης π.χ. μιας επιταγής Eurobank σε λογαριασμό Alpha. Η πρώτη τράπεζα δεν μπορεί να ξέρει νωρίτερα από μεθαύριο για το αν μια επιταγή έχει αντίκρυσμα, καθώς τόσο κάνει το σύστημα ΔΙΑΣ να απαντήσει, επομένως ούτε να δώσει τα λεφτά μπορεί (εκτός αν τα δανείσει, άλλο εκείνο) ούτε να τοκίσει, αφού περιμένει να δει αν θα πληρωθεί ή όχι. Πολλοί καημένοι τραπεζικοί έχουν πληρώσει είτε από την τσέπη τους είτε με πειθαρχικά και απολύσεις επιταγές που από ευπιστία ή απροσεξία κατέθεσαν με βαλέρ συντομότερη απ’ ό,τι έπρεπε, μόνο για ν’ αποδειχθεί ότι η φάση ήταν στημένη: επέστρεψε απλήρωτη και ο κομιστής είχε ήδη σηκώσει το ποσό και εξαφανιστεί. Εδώ κολλάει και η έννοια της αίρεσης.

Βαλέρ υπάρχει σε πολλές συναλλαγές, π.χ. με συναλλάγματα κλπ. Μια ενδιαφέρουσα χρήση της λέξης είναι για την ημερομηνία κατά την οποία αποκτά επίπτωση μια μη χρηματική μεταβολή, εκτός λογαριασμών κλπ. Βαλέρ είναι η (συνήθως πλασματική) ημερομηνία ενός βαθμού στην επετηρίδα των τραπεζικών υπαλλήλων. Αν για παράδειγμα πάρω το πτυχίο μου τον Ιούνιο, τα βαθμολογικά και μισθολογικά οφέλη μπορεί να ξεκινήσουν αναδρομικά από την αρχή του έτους. Τότε λέμε ότι «έγινα λογιστής Β’ με βαλέρ Ιανουαρίου».

Ελληνοποιημένα παράγωγα: βαλεριακός (επίθ.), βαλεριακά (επίρ.).

Συγγνώμη για το μέγεθος, ελπίζω να ήμουν κατατοπιστικός. Διαβάστε επίσης: πληροφορίες ενός insider, έγγραφο της ΤτΕ, συνοπτική πληροφόρηση της www.dolceta.eu.

  1. Από εδώ:

Μόλις σήμερα παρατήρησα πως η Τράπεζα **** δεν έχει βαλερ στις καταθέσεις... ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΤΟ ΣΤΑΜΑΤΗΣΑΝ!

  1. Από εδώ:

- H valeur έχει να κάνει με το από πότε τοκοφορεί το ποσό που έβαλες, το λεγόμενο βαλεριακό υπόλοιπο ότι το διαθέσιμο. Συνήθης πρακτική είναι και στην κατάθεση και στην ανάληψη να έχουν valeur την επόμενη εργάσιμη. Αν το σύστημά τους έχει μπερδέψει το βαλεριακό με το διαθέσιμο, τότε απλά είναι για τα μπάζα, αλλά και έτσι να είναι δεν θα δει το σύστημά τους ότι υπάρχει υπόλοιπο την επόμενη μέρα για να τραβήξει το υπόλοιπο ; Τσέκαρέ το όμως, σίγουρα δουλεύουν έτσι ;
- Η ***** όντως έχει αυτό το κακό. Αν κάνεις κατάθεση χρημάτων, αυτά είναι διαθέσιμα την επόμενη ημέρα (όχι απαραίτητα εργάσιμη). Έχει δηλαδή 24ωρο βαλέρ κατά το οποίο τα χρήματα δεν είναι διαθέσιμα αλλά λογίζονται μόνο ως λογιστικό (και όχι διαθέσιμο) υπόλοιπο. Στη μόνη περίπτωση που είναι άμεσα διαθέσιμα τα χρήματα είναι αν γίνει μεταφορά από τρίτο στην ίδια τράπεζα.

  1. Από εδώ:

Την ερχόμενη Τρίτη θα πληρωθούν μέρος των οφειλομένων οι εργαζόμενοι στον Καλλιτεχνικό Οργανισμό του Δήμου Βόλου. Τελικά δεν πληρώθηκαν χθες επειδή το ποσό των 150.000 ευρώ κρατήθηκε για δύο ημέρες, «βαλέρ», από την τράπεζα.

Σ.σ.: Τα ονόματα των τραπεζών έχουν λογοκριθεί γιατί με τον ν. 3862/2010 τα δεδομένα άλλαξαν και οι τράπεζες, θέλουν δεν θέλουν, ήδη συμμορφώνονται (λέμε τώρα), κάνοντας επίφοβη για το σάιτ την ανάρτηση παλαιών πληροφοριών. Καμία σχέση δεν έχει ότι διαθέτουν στρατιές δικηγόρων. Όποιος επιθυμεί περαιτέρω πληροφορίες επισκέπτεται τις παραπομπές.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified