Φράση που είναι συνώνυμη με τις εξής: Την έκατσες / την έκατσε, τα 'φαγες τα ψωμιά σου (του), είναι νεκρός /-ή /-ό, τα κακάρωσε, (θα) κοιτάει τα ραδίκια ανάποδα, τετέλεσται, και όλες τις υπόλοιπες συναφείς φράσεις που υποδηλώνουν την στιγμή του τέλους της ανθρώπινης φύσης και το πέρασμα στην επόμενη διάσταση της ύπαρξης. Χρησιμοποιείται περισσότερο για να υποδηλώσει την απειλή του θανάτου που μπορεί να είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων, όπως βρωμόξυλο, κακός χειρισμός, αδιαφορία ως προς τον κίνδυνο, ανυπαρξία μέτρων ασφαλείας κλπ, ή ακόμη και το μοιραίο που καραδοκεί στον σύντομο χρονικό ορίζοντα.

Η ίδια η καταγωγή της ετυμολογίας της φράσης περικλείεται από μυστήριο. Εικάζεται πως η φράση πρωτοχρησιμοποιήθηκε είτε από κοράκια (ήτοι νεκροθάφτες) σε περιόδους επιδημίας, είτε από γιατρούς πάνω από το σώμα του νεκρού ασθενή. Ή κάτι παρεμφερές.

  1. - Τον είδες τον Τάκη χτες μ' εκείνο το δίμετρο;
    - Εγώ τον είδα, αλλά αν τον δει και ο αδερφός της ο χασάπης, τότε γράψε κάσα...

  2. - Ρε πάνε καλά; Μπαντιλίκια μέσα στη βροχή πάνε και κάνουν;
    - Καλά... γράψε κάσα προκαταβολικά...

  3. - Άλα της ο παππούς... είδες τι γκομενάκι χτύπησε;
    - Ποια, αυτήν; Αυτή έχει φάει το μισό ΚΑΠΗ της περιοχής. Γράψε κάσα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τεχνικούρα χρησιμοποιείται για να δηλώσει την υπερβολική χρήση τεχνικής ορολογίας και επαγγελματικής-τεχνικής ιδιολέκτου αναφορικά με θέματα που ενώ θα μπορούσαν να εξηγηθούν ή να περιγραφούν με πιο απλό και κατανοητό απ' όλους τρόπο, εν τέλει απλά αφήνουν το κοινό με ερωτηματικά πάνω από το κεφάλι τους. Επίσης, η τεχνικούρα χρησιμοποιείται αναφορικά με θέματα που απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις, τις οποίες και κατέχει ο εκάστοτε ειδικός του τομέα. Τέλος, παρατηρείται η χρήση του όρου ως επιθετικός προσδιορισμός αποκλειστικά αρσενικού γένους για ανθρώπους που συγκεντρώνουν τα παραπάνω χαρακτηριστικά.

Η τεχνικούρα είναι παρεμφερής και εν μέρει συνώνυμη της μπολικούρας, με μία όμως ειδοποιό διαφορά: Η τεχνικούρα είναι εξεζητημένη μεν, αλλά δεν ξεφεύγει ποτέ (ή μάλλον σχεδόν ποτέ) από το συγκείμενο, οπότε με αυτή την έννοια δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ανούσια. Αυτό όμως δεν κρύβει τα ενίοτε άκρως ελεεινά κίνητρα του τεχνικούρα, τα οποία δεν είναι τίποτε άλλο από την επίδειξη γνώσεων, την τεχνοκρατική του ποζεριά και εν τέλει το ατελείωτο ψώνιο του.

Βέβαια, υπάρχει και το σπάνιο είδος ανθρώπων οι οποίοι παρουσιάζουν μία εμφανή και ειλικρινή αδυναμία να εκφραστούν με οποιοδήποτε άλλο τρόπο. Αυτούς τους άδολους τεχνικούρες η κοινωνία θα πρέπει να τους αγκαλιάσει με συμπόνια και κατανόηση... χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι με αυτό τον τρόπο θα γίνουν πιο δημοφιλείς.

Τελικά, όπως είχε πει και ο τρισμέγιστος Μπουκόφσκι, «μεγαλοφυΐα είναι να λες εξαιρετικά δύσκολα πράγματα με εξαιρετικά απλό τρόπο», δήλωση με την οποία θα συμφωνήσει ο κάθε μαθητής, φοιτητής, αναγνώστης, ερευνητής, και γενικά ο κάθε ένας από εμάς που αναγκάζεται να ζητήσει την βοήθεια ειδικών για να αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα που προέκυψε...

  1. Πάω που λες να πάρω ένα λάπτοπ και έρχεται ο πωλητής και μ' αρχίζει στις τεχνικούρες... Κάτι επεξεργαστής Intel Menlow Atom Z530 (1.6 GHz) με 512KB L2 cache στα 533 MHz οθόνη 13,4'' WXGA TFT LCD, Glare Type με LED backlight και ανάλυση 1366 x 768 μνήμη 2048MB (1 x 2048MB) DDR2 και σκληρό 250 GB SATA και τα' καψα όλα... Ευτυχώς που μία πελάτισσα τον διέκοψε να τον ρωτήσει κάτι και την έκανα μ' ελαφρά πηδηματάκια...

  2. Ρε συ, τι λέει πάλι εδώ; Δεν βγάζω άκρη με αυτές τις τεχνικούρες. Τ' είναι ο παλινδρομικός αναδευτήρας 4000/356 στα 500 rpm;
    — Εμ αφού πας και ψωνίζεις κινέζικα...

  3. — Πώς τον βλέπεις σαν κιθαρίστα;
    — Καλός είναι μωρέ, αλλά και μπολικούρας και τεχνικούρας. Χίλιες φορές John Lee. Παίζει μία νότα και σε στέλνει καρφί στο μπαρ για ένα ακόμη...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ήτοι: Στ' αρχίδια μου (η... γλάστρα).

Για την ακρίβεια, η έκφραση αυτή δηλώνει ξεκάθαρα πως πιο πολύ στ' αρχίδια μου δεν γίνεται. Ίσως μία από τις υπέρτατες εκφράσεις σταρχιδισμού, ταιριαστή σε όλες τις περιπτώσεις και σε κάθε συγκείμενο.

  • Σ' έχουν απολύσει; Να τ' άστρα να κι η γλάστρα.
  • Σε έφτυσε η γυναίκα; Να τ' άστρα να κι η γλάστρα.
  • Είσαι ένα τελειωμένο ρεμάλι της κοινωνίας που δεν έχει στον ήλιο μοίρα και το βρίζουν οι πάντες και τα πάντα, το κατατρέχει η πλάση ολάκερη; Ε λοιπόν, να τ' άστρα να κι η γλάστρα.
  1. Καλά ρε μαλάκα, είσαι σε μία δουλειά έξι μέρες τη βδομάδα, σταθερά δεκάωρο τη μέρα με μισθό του πούτσου και κάθεσαι και μου κλαίγεσαι; Γάμησέ τους. Και αν σε απολύσουν, να τ' άστρα να κι η γλάστρα!

  2. — Άντε ρε, θα κάνεις κανένα πέσιμο ή στο κοιταχτό θα τη βγάλεις;
    — Και αν δεν γουστάρει και γίνω ρόμπα;
    — Ε να τ 'άστρα να κι η γλάστρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μπολικούρα σε πρακτικό και καθημερινό επίπεδο δηλώνει την αναίτια και μη πρακτική προσθήκη εξαρτημάτων οποιασδήποτε μορφής (βλέπε κάγκουρες), ή, στην περίπτωση του προφορικής επικοινωνίας, την εκφορά προφορικού λόγου με ανούσιο (πολλές φορές) και επιτηδευμένο λεξιλόγιο, ή την σύνταξη γραπτού λόγου με χρήση των χαρακτηριστικών που αναφέρθηκαν αμέσως πριν.

Η έκφραση μπολικούρα δηλώνει επίσης την επίδειξη συμπεριφορών με σκοπό τον εντυπωσιασμό των παραληπτών του μηνύματος μέσω της επιτηδευμένης υπερβολής του αρχικού συντάκτη.

Μία ακόμη μορφή της λέξης περιγράφει κάποιον που συγκεντρώνει το σύνολο των χαρακτηριστικών της προηγούμενης παραγράφου, ο οποίος και δηλώνεται ως μπολικούρας (για κάποιο μυστήριο λόγο, ο χαρακτηρισμός δεν συναντάται σε άλλο γένος πέραν του αρσενικού).

Δυστυχώς, η μπολικούρα κυριαρχεί πλέον στις ζωές μας, από τον πολιτικό και ακαδημαϊκό λόγο, τα ΜΜΕ, έως την επίδειξη και την ατελείωτη ποζεριά των συνανθρώπων μας...

  1. — Πήγα να κάνω το κείμενο και έπηξα για να γράψω 3 σελίδες...
    — Εμ τι τις θες και εσύ τις μπολικούρες; Γράψε δυο-τρεις μαλακίες και δώσ' το.

  2. Πολύ μπολικούρας ο Γιωργάκης... Λες και έχει κηρύξει σταυροφορία κατά του μινιμαλισμού.

(από Vrastaman, 24/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξεκίνησε ως μέρος της στρατιωτικής αργκό έχοντας την έννοια του παριστάνω τη σαύρα, δηλαδή κρύβομαι κάπου όπου δεν είμαι ορατός (σαν την σαύρα) με σκοπό να αποφύγω οποιεσδήποτε αγγαρείες / εργασίες, ήτοι λουφάρω ασυστόλως.

Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορώ να σαυρίζω ασυστόλως παριστάνοντας ότι ασχολούμαι με κάτι.

Η ίδια έκφραση αφορά και αυτούς που σαυρίζουν σε πλήρη θέα, ασχέτως με το πού βρίσκονται και ποιος τους βλέπει. Κάτι σαν τα ιγκουάνα στην έρημο.

- Ρε σεις, πού κρύφτηκε ο Μελιόπουλος;
- Ε, κάπου θα σαυρίζει πάλι το ψάρι...

- Τι κάνεις ρε εδώ πίσω από τις παλέτες;
- Σαυρίζω και παραμιλώ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified