Κλασική έκφραση υποχωρητικότητας, η οποία έχει τις ρίζες της στην χαρτοπαιχτική ορολογία (παραίτηση λόγω πρόβλεψης καλύτερου χαρτιού από τον αντίπαλο, το οποίο συνεπάγεται μικρότερες απώλειες για τον παραιτηθέντα, αγγλ. pass), ήτοι βλέπω το σημείο σου και αναγνωρίζω την ανωτερότητα των επιχειρημάτων σου, οπότε κάνω πίσω δικαιολογημένα.

Πολλές φορές λέγεται και σκέτο «πάσο», χάριν συντομίας.

- ..και δεμελές... Λίτσα ή Σούλα;
- Σούλα χαλαρά! Ω ρε Ισπανία...!
- Πάσο...

Got a better definition? Add it!

Published

Κλασική ακραία απειλητική έκφραση του στυλ «θα σε κλάψει η μάνα σου στο μνήμα», η οποία προσβάλει καθαρά την ίδια τη ζωή του παραλήπτη. Αναφέρεται στον αριθμό (τέσσερις) των κορακιών κασοφόρων, των οποίων αποστολή είναι η μεταφορά του φέρετρου στην ύστατη κατοικία του.

Χρησιμοποιείται συνήθως από ακίνδυνους μαχαλόμαγκες - κουραδόμαγκες που πουλάνε μαγκιά από χόμπι, ενώ στην πραγματικότητα ποτέ δεν κάνουν πράξη τις απειλές τους, γιατί όπως ορίζει η λαϊκή σοφία: «σκυλί που γαβγίζει δε δαγκάνει» (και τούμπαλιν).

- Τι κοιτάς ρε; Την κοπέλα μου κοιτάς; Θα πεθάνεις ρε! Θα σε πάνε τέσσερις! Θα σου πιω το αίμα! Θα...θα...

κλπ, κλπ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική έκφραση αποτροπής «ματιάσματος», απέναντι σε κάποιον ή κάποια που θαυμάζουμε. Ως γνωστόν και σύμφωνα με τις παραδόσεις, τα σκόρδα αποτελούσαν ανέκαθεν, όπλο κατά της βασκανίας, της κακοδαιμονίας και του κακού ματιού. Όπως λέει και η Βικούλα:

Από τα αρχαία χρόνια και το Μεσαίωνα το σκόρδο θεωρούνταν ως εξαίρετο φάρμακο και αφροδισιακό. Επίσης το είχαν σαν φυλακτό ενάντια στα κακά δαιμόνια και τους βρικόλακες καθώς και κατά του ματιάσματος. Υπάρχουν πολλές λαϊκές παραδόσεις σχετικά με το σκόρδο. Έτσι μία πλεξούδα από σκόρδα σε ένα σπίτι ή χωράφι διώχνει το μάτιασμα. Άμα κάποιος θαυμάζει κάτι για να μη το ματιάζει συνηθίζεται η έκφραση «σκόρδα στα μάτια σου» έτσι αποτρέπεται το μάτιασμα. Στην έγκυο γυναίκα και στο νεογέννητο βρέφος τοποθετείται ένα σκόρδο για να φύγει το κακό μάτι. Την ημέρα της πρωτομαγιάς τρώνε σκόρδο για προληπτική εξουδετέρωση του κακού. Ακόμα και πλαστικά σκόρδα τοποθετούνται σε αυτοκίνητα για γούρι. Βικούλα Είναι σύνηθες να προηγούνται ένα ή δύο «φτου» πριν την αναφώνηση της λέξης «σκόρδα», στο πνεύμα της άλλης σχετικής και δημοφιλούς έκφρασης φτου σου, φτου σου, να μην σε ματιάξω!

- Πω ρε, κοίτα τι περνάει...
- Φτου, σκόρδα κοπελάρα μου! Ζαχαροπλάστης ήταν ο πατέρας σου;

Σκόρδα (από Jonas, 09/11/09)Σκορδά (από Jonas, 09/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερθετικός βαθμός της δημοφιλούς δήλωσης αδιαφορίας «στ' αρχίδια μου».

Ο αυξημένος βαθμός έντασης της έκφρασης αυτής προσδίδεται στο χρονικό επίρρημα «κιόλας», το οποίο φαινομενικά μοιάζει ξεκάρφωτο (συντακτικά και νοηματικά) εκεί που βρίσκεται στο τέλος της πρότασης, αλλά με την έμφαση που παράγει κάνει μια χαρά τη δουλειά του.
Χρησιμοποιείται συνήθως από μαγκίτες, ενώ επίσης υπάρχει και η παραλλαγή «στα παπάρια μου κιόλας».

- Τι έγινε ρε, στα φόρεσε η Σούλα;
- Στ' αρχίδια μου κιόλας...
- ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γίνομαι κουδούνι: κλασική έκφραση δήλωσης - παραδοχής κάποιου, ότι βρίσκεται σε κατάσταση μέθης. Κατά μία εκδοχή, προκύπτει από τη ζαλάδα που βιώνει το υποκείμενο, σαν να χτυπούν μέσα στο κεφάλι του κουδούνια.

Συνώνυμο: γκολ

- Άσε φίλε... τα ήπιαμε χτες με τον Ιεροκλή... κουδούνια γίναμε...
- Κι εσείς οπαδοί του Γκόγκολ, βλέπω...

πιάσε μια πράσινη... (από Jonas, 04/11/09)

βλ. και λιάρδα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας διαφορετικός, ολίγον μάγκικος τρόπος να πούμε σε κάποιον «μη με κοροϊδεύεις, αλλού αυτά».

Συνώνυμο της έκφρασης: «άσ' τα σάπια».

- ...αλήθεια ρε συ, μου έδωσε το τηλέφωνό της!
- Άσ' τα ψόφια είπαμεεε... τι δουλειά έχει η σούπερ λίγκα με το ερασιτεχνικό;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νυστάζω πολύ, κλείνουν τα μάτια μου από τη νύστα και συνεπώς, τρεκλίζω, σκοντάφτω και κουτουλάω τους γύρω μου, τοίχους, πόρτες, κολώνες της ΔΕΗ κ.ο.κ.

Έχει μεταφορική χροιά, χωρίς όμως να αποκλείεται και η κυριολεκτική, σε extreme καταστάσεις.

- Έλα ρε, που είσαι; Πάμε για κανα γκαϊφέ;
- Μπαα, δε το βλέπω... είχα εφημερία ρε φίλε και πάω να την πέσω... κουτουλάω...

Got a better definition? Add it!

Published

Κλασική αμυντική έκφραση απέναντι σε κάποιον που προσπαθεί να μας πουλήσει παραμύθι, να μας ξεγελάσει ή εκμεταλλευτεί. Του δίνουμε να καταλάβει δηλαδή, ότι αυτά δε περνάνε σε μας.

- Τη βλέπεις εκείνη εκεί τη μελαχρινή; Ήμασταν μαζί χτες στη σχολή σε ένα μάθημα και ανταλλάξαμε τηλέφωνα!

- Ποια λες, το άλογο εκεί στη γωνία; Ασ' τα σάπια ρε!

Got a better definition? Add it!

Published

Περιπαιχτική έκφραση πονηρής αποδοκιμασίας που χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις όπου θέλουμε να ξεσκεπάσουμε τον συνομιλητή μας, ο οποίος αφηγείται ένα ντροπιαστικό ή αστείο γεγονός που και καλά συνέβη σε κάποιον τρίτο. Με τη χρήση αυτής δηλαδή, υπονοούμε εμμέσως πλην σαφώς, ότι το εν λόγω γεγονός συνέβη στον ίδιο.

Προσοχή: Η έκφραση μένει πάντα ως έχει, στο 1ο πρόσωπο.

Συναντάται σπανιότερα και σε περιπτώσεις όπου αναφερόμαστε σε εμάς τους ίδιους, με διάθεση αυτοσαρκασμού.

- ...στον στρατό που λες, ήταν ένας τύπος, άκουσα, που ψάρωσε τόσο πολύ από τις φωνές του λοχαγού για τη καθαριότητα του όπλου, που το πήρε μαζί του στην άδεια σπίτι του να το καθαρίσει και...
- Ναι, ναι, όχι εγώ ένας φίλος μου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτοαναφορικά, λέγεται σε περιπτώσεις πετυχημένης χρήσης ενός λήμματος προερχομένου εκ σλανγκρ, όπου σε κάθε άλλη περίπτωση, για να αποδοθεί το ίδιο ορθά και εντυπωσιακά αυτό που θέλαμε να πούμε, θα χρειαζόταν μια ολόκληρη παράγραφος και βάλε.

Εκ του «γλώσσα λανθάνουσα αλήθειαν λέγει», χωρίς να έχει και πολλή σχέση όμως.

Φανταστικός διάλογος στο σλανγκ ντοτ γκρ:

Putzinstitutgraduate: Πω ρε φίλε, μιλάμε το συγκρότημα γαμεί! Thunder σαν να μπαίνει η άνοιξη, κανονικά...

Kavliprizenominate: Γλώσσα σλανγκίζουσα αλήθεια λέγει! Τι να πω, με κάλυψες!

Απο το "Dictionary of the Vulgar Tongue", 1811 (από Vrastaman, 29/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified