Το Κέντρο Επικοινωνίας του κάθε στρατοπέδου.

Σήμερα θα έχω εγώ υπηρεσία στο κεπίκ οπότε έλα να πάρεις τη δική σου κανένα τηλέφωνο.

Βλ. και κεπικάριος, κουβαρίστρας.

Got a better definition? Add it!

Published

Στο στρατό μια δύσκολη περίοδος όταν οι άδειες είναι ανύπαρκτες, οι υπηρεσίες πολλές, οι έξοδοι μετρημένες, και παράλληλα η μονάδα είναι σε επιφυλακή, έχει έρθει επίσκεψη κάποιος υψηλόβαθμος και γενικά όλοι τρέχουν πανικόβλητοι.

- Θα πάρεις άδεια αυτόν το μήνα; - Τι άδεια να πάρω, πήραν μετάθεση οι παλιοί, ακόμα δεν έχουν έρθει νέοι, και μεθαύριο έχουμε επιθεώρηση απο τον ταξίαρχο. 'Αστα να πάνε, πίπα-κώλο εμπλοκή...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο νέος φαντάρος στη μονάδα.

- Πού πας ρε ψαρά χωρίς το τζόκεϋ;

(από patsis, 17/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο στρατιώτης ως αριθμητική ποσότητα.

- Επιλοχία, πήγαινε στο λόχο, τσίμπα 5 τεμάχια και βάλ' τους να κάνουν γενική καθαριότητα τους θαλάμους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνικά, εννούμε τις πορνοταινίες.

- Νοίκιασα χτες μαζί με την Ελένη να δούμε μια υπερπαραγωγή. Στην αρχή δεν ήθελε αλλά μετά πήραμε αρκετές ιδέες από τις ερμηνείες των πρωταγωνιστών και τις εφαρμόσαμε με αρκετή επιτυχία!

(από pavleas, 20/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο εύστροφος άνθρωπος, αυτός που μαθαίνει εύκολα και αξιοποιεί τις γνώσεις του για να πετυχαίνει τους στόχους του.

Μπράβο της Μαρίας, ξεκίνησε ως τηλεφωνήτρια, αλλά έμαθε υπολογιστές και ζήτησε να τη δοκιμάσουν στο τμήμα πωλήσεων, ήταν τσακάλι στη δουλειά της και τώρα είναι διευθύντρια του τμήματος!

Δες και γάτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικός χαρακτηρισμός για τους ταξιτζήδες.
Αφορά αυτούς που χρεώνουν ό,τι θέλουν, σε αφήνουν όπου τους βολεύει, παίρνουν διπλό και τριπλό δρομολόγιο και γενικά είναι αγενείς και απότομοι.

Έψαχνα μια ώρα για να βρω ένα ταξί να με πάει στον σταθμό. Αγανάκτησα με τους κιτρινιάρηδες! Ο ένας δεν τον βόλευε το δρομολόγιο, ο άλλος ήταν άδειος και δεν σταμάταγε, τελικά μπήκα σε έναν που είχε ήδη πελάτη και με άφησε 2 τετράγωνα πιο μακριά από το σταθμό... Άσε, πίκρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έμπειρος, αυτός που είναι πολύ καλός σε αυτό που κάνει. Δεν έχει να κάνει μόνο με τεχνικές ικανότητες, αλλά επεκτείνεται σε όλους τους τομείς.

- Καλά ο Νίκος είναι και πολύ μεγάλος κατακτητής! Κάθε μήνα και με άλλη είναι! Πώς του κάθονται όλες αυτές; - Ε, είναι πολύ έμπειρος στο κρεββάτι και μάστορας στο στοματικό σεξ! Ποια να του αντισταθεί;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εννοούμε κάτι που τελικά δεν άξιζε τα λεφτά του και μετανιώσαμε για το χρόνο και το χρήμα που του αφιερώσαμε.

- Πήγα με την Ελένη στο σινεμά να δούμε μια ελληνική ταινία, και ήταν μια πατάτα τελικά. Τσάμπα τα λεφτά που πληρώσαμε. Φύγαμε στη μισή ώρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ατζαμής οδηγός, ο επιρρεπής στα ατυχήματα, κίνδυνος για τη σωματική ακεραιότητα πεζών και οδηγών.

- Τα έμαθες για τον Τάκη; Αφού τον έκοψαν 8 φορές στις εξετάσεις οδήγησης, τελικά στην 9η πήρε το δίπλωμα. Τώρα του αγόρασαν και αμάξι και θα το παίρνει για να μάθει σε πραγματικές συνθήκες. - Ωχ, δηλαδή βγήκε ο χάρος παγανιά από δω και πέρα; Να μας λέει πότε θα βγαίνει να μένουμε μέσα εμείς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified