Disclaimer: Αποφασίζοντας να ορίσω το λήμμα που είχα στο πρόχειρο από τότε που βγήκαν οι λάσπες και γουγλάροντας είδα πως με πρόλαβε άλλος και του 'δωσε και κατάλαβε στην ανάλυση, ρισπέκτ. Για λόγους πληρότητας σλανγκρ συνεχίζω ακάθεκτη για να υπάρχει αλλά περιληπτώ:

Τσίμα τσίμα, κατά περίπτωση σημαίνει:

  • ίσα ίσα,
  • οριακά,
  • άκρη άκρη,
  • μετά δυσκολίας έως μόλις και μετά βίας,
  • στήθος με στήθος,
  • στο τσακ και παρατρίχα,
  • στενά,
  • στριμωγμένα και χωρίς περιθώρια.

Γενικώς το βρήκα και ως τσύμα-τσύμα, ή και τσῦμα-τσῦμα (γιατρέ για πάρτη σου), γιατί βγαίνει λέει από το λατινικό cῑma/cȳma που θα πει βλαστάρι και εν συνεχεία πήρε την έννοια του ακρογωνιαίου, κορφή, άκρο κλπ. Ο Σαραντάκος θεωρεί ότι πρόκειται για αντιδάνειο από τα Ιταλικά όπου το ελληνικό κύμα - κύημα έγινε cima. Ο Μπαμπινιώτης εξετάζει τη θεωρία να προκύπτει από το σιμά σιμά, δηλαδή κοντά κοντά (στην άκρη υποθέτω) που δικαιολογεί καλύτερα τη συνήθη ορθογραφία. Κατάσταση μπερδεγουέι.

Ο Κανάκης: Είχα κατά περιόδους τις αφραγκιές μου, αλλά περισσότερο ήμουν στην κατηγορία «τη βγάζω τσίμα τσίμα».

H Τσαπανίδου: ...η «μάχη» δόθηκε στήθος με στήθος, [...] Τα νούμερα που είναι «τσίμα τσίμα» δείχνουν την απίστευτη μάχη που γίνεται, δεδομένου ότι το MEGA και ο ANT1 κάνουν καθαρή ψυχαγωγία και ο ΣΚΑΙ καθαρή ενημέρωση.

O Εξωαποτοευρός: Και με ευρώ και χωρίς ευρώ για μας το λαό η φτώχεια είναι σίγουρη. Ότι νόμισμα κι αν θα 'χουμε από τη στιγμή που θα δουλεύεις σαν είλωτας για να τα φέρνεις βόλτα τσίμα-τσίμα το ίδιο κάνει.

O Μπάτμαν: ... ο Christian Bale, αυτοπροσώπως και όχι δια μέσου κασκαντέρ, ατένιζε την πόλη φορώντας τη στολή του “Σκοτεινού Ιππότη”, τσίμα-τσίμα στην άκρη της κορυφής του Πύργου Sears.

O Ανέκδοτος: ...πλησιάζει και βλέπει ότι το φως ήταν ένα καντήλι μέσα σε ένα πολύ μικρό καμαράκι- προσκυνητάρι. Με πολλή προφύλαξη πλησίασε και κοίταξε μέσα ,όπου είδε ότι ήταν ξαπλωμένες τσίμα- τσίμα τρεις καλόγριες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι ανέλπιστο και ευπρόσδεκτο προκύπτει λόγω συμμετοχής σε συγκεκριμένη αδιάφορη ή και δυσάρεστη διαδικασία / κατάσταση. Μια κουραστική δουλειά, μια βαρετή αγγαρεία ή μια απεχθής συγκυρία, μπορεί να έχει παράπλευρο όφελος (οικονομικό, σεξουαλικό και ταλιμπάν), τα τυχερά της.

Ο παπάς, που αναγκάζεται να ξεποδαριάζεται από σπίτι σε σπίτι για να διώχνει τα κατσιμπουχέρια, έχει τα τυχερά του: παίρνει μισθουλάκο τσεπώνει και τα χαρτζιλίκια - που ενίοτε απαιτεί, άλλο εκείνο, δεν έχει να κάνει. Σε αυτή την περίπτωση το όφελος είναι μονομερές, ο παπάς γελάει και ο άντρας της θειας που κάνει το ευχέλαιο κλαίει.

Ο υδραυλικός που τον καλούν απρόοπτα και του χαλούν τα ούζα στο καφενείο, έχει τα τυχερά του: πα να φτιάξει το σωλήνα, ρίχνει και κανα πουτσαρίκο στην κυρία του σπιτιού που, τι να κάνει κι αυτή, βαρέθηκε να βλέπει μενεγάκη. Σε αυτή την περίπτωση η βλάβη της υδροδότησης έχει τα τυχερά της και για την κυρία, σο κοινό το όφελος.

Ο σωματοφύλακας, με το επικίνδυνο έργο του, έχει τα τυχερά του (βλ. μήδι)

Η γιαγιά Αντιγόνη - άσχημο πράμα τα γηρατειά: Εχει και η τρίτη ηλικία τα τυχερά της! Πριν κάμποσους μήνες είχα μια κατάκτηση! Μη γελάτε σκασμένα, νομίζεται ότι είναι προνόμιο των νιάτων;

Ο φαντάρος - άσχημο πράμα η θητεία : ...και ολη μου η θητεια ηταν σε ενα γραφειο εφοαδιασμου οταν ημουν στον εβρο και εβγαινα για ψωνια 2 φορες την εβδομαδα και ειχα και τα «τυχερα» μου. (σ.ς. γαμούσε ο φαντάρος)

Κρίση - άσχημο πράμα η κρίση: Έχει και η κρίση τα τυχερά της…. [...]Έχουν την εντύπωση ότι ήμαστε κορόιδα. Σίγουρα τα πράγματα δεν είναι καλά, αλλά και αυτοί τα κάνουν χειροτέρα. Πάντως, εγώ την ευκαιρία μου τη βρήκα και την τσίμπησα και άσε τη κρίση να λέει τα δικά της!

Το βυζί της Ριχάνας (sic). (από Galadriel, 11/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ήχος του ντεφιού είναι ρυθμικός μεν, ενδεχομένως τσαχπίνικος, αλλά σίγουρα έντονος και άκομψος. Εξάλλου το ντέφι είναι στην ορχήστρα για το κέφι, εύκολο και βολικό για αξιοποίηση της γλάστρας, η οποία αρκεί να είναι διακοσμητική και δε χρειάζεται να έχει καμιά επιπλέον καλλιτεχνική αξία: αυτή είναι για το ντέφι.

Για το ντέφι είναι κάποιος / κάτι που χαρακτηρίζεται ως κραυγαλέο, άκομψα εντυπωσιακό, τ. λατέρνα, κάτι που κάνει μπαμ με την κακή την έννοια.

Άμα το τραβήξεις και στα άκρα, παίζει και με την έννοια «εξώλης και προώλης» ε, τόσος εντυπωσιασμός πια, τόσο μπαμ, τόσο γλαστρέ κατάσταση, τρώμε και καναν πουτσαρίκο να περνάει η ώρα και κάνουμε και τη βαβούρα μας έτσι να μας προσέχουν όλοι να γουστάρουμε. Σε αυτή την περίπτωση γίνεται συνώνυμο με την αντίστοιχου κάλλους έκφραση για το γάιδαρο καβάλα.

Το «ούτε για το ντέφι» απαξιωτικότερο ακόμα, λες δαν ζίροου σαν να λέμε.

Μποτέ σε νυχάδικο:
-Τι θα βάψουμε; Κάτι διακριτικό ως συνήθως;
-Χμμμ λέω να το γυρίσω σήμερα, έχω κέφια. Κάνε μου ένα κόκκινο μπαμ, ένα τελείως για το ντέφι.


-Ε ρε έπρεπε να ήσουν από μια μεριά να δεις την Σοφία τι φορούσε στο σεμινάριο.
-Η Σοφία που είναι πάντα στην τρίχα;!
-Καλά, χαιρετίσματα... Όλος ο κόσμος ήταν με κοστούμι - ταγιέρ κι η Σοφία ήρθε με ένα ντεκολτέ μέχρι τον αφαλό ρε μαλάκα, εντελώς για το ντέφι!
-Βρήκε γκόμενο;
-Ε ναι.


Ποιματάκι:
Αντί να είναι καλλονή, καμία αλανιάρα
που βλέποντάς την τουμπεκί όλα τα παλικάρια

θα κάνουνε και μια σιωπή στα πλήκτρα θα επέφτει,
είναι ένα κοριτσόπουλο που ούτε για το ντέφι.

δεν θα ‘τανε κατάλληλη, να το κρατά, να παιζ’,
-λέω- για να γινότανε τη νύχτα μια ντιζέζ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκθέτω. Ξεμπροστιάζω. Παίρνω τα κρυμμένα και τα φέρνω στο φως του ήλιου, εκεί που όλοι μπορούν να τα δουν. Κατ' επέκταση ξεφτιλίζω.

Λάκα είναι το ξέφωτο στην ύπαιθρο, το ανοιχτό πεδίο, το αβέρτο. Όταν κάτι βγαίνει στη λάκα είναι ορατό σε όλους και εκτεθειμένο. Όπερ έδει δείξαι. Τα παραδείγματα περιλαμβάνουν και επεξηγήσεις, το πρώτο για τη χρήση του λήμματος, το δεύτερο για την επεξήγηση του «λάκα» από μόνο του (προφ ως τώρα υπήρχε πάντα η ανάγκη διευκρινήσεων, τώρα υπάρχει πια ο παρών κανονικός ορισμός, πάει κι αυτή η εκκρεμότητα).

Μην τα μπερδεύετε με: την απόλυτα λεξικογραφημένη λάκα - βερνίκι (χαρακτηρίζει και έπιπλα ενίοτε λόγω βαφής), τη φυ-λάκα και βεβαίως τον μα-λάκα. Αυτά βγαίνουν στο γούγλε γούγλε βέβαια αλλά καμία σχέση.

Εκεί: [...] Αμα πάλι έδειχνε κάποια τσόντα, υποτίθεται, για εκείνη την εποχή π.χ. ο ηθποποιός να φιλήσει την ηθοποιό, [...] Αλλες πάλι συντηρητικές γυναίκες έλεγαν δυνατά: «Κοίτα την παλιοβρόμα που δεν ντρέπεται, πάει ...; χάλασε ο κόσμος, τα βγάλανε ούλα στη λάκα». Τα βγάλανε ούλα στη λάκα σήμαινε ότι τα βγάλανε όλα στη φόρα και δεν σέβονται κανέναν. Ακούς εκεί να φιλιώνται σαν τα γαϊδούρια. Θεός φυλάξοι καιτί άλλο έχουμε οι κακόμοιροι ακόμα να ειδούμε.

Εδώ: Πατέρας: όταν θα πεθάνω γιε μου να μη με θάψετε αλλά να μ' αφήσετε στη 'λάκα' ( ύπαιθρο )
Γιος : ¨Μα θα σε τρώνε τα όρνια πατέρα..
Πατέρας: Ε ! Τότε να μου αφήσετε δίπλα μου και τη μαγκούρα για να τα διώχνω..

Γκιώνα: Η τοποθεσία "Λάκα Σπανάκι" ανεβαίνοντας για την Βαθιά Λάκα. Στο βάθος η Πυραμίδα. (από Galadriel, 10/11/11)Γκιώνα: Η Βαθιά Λάκα το καλοκαίρι.. (φωτός του Bear) (από Galadriel, 10/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published

  1. σπασμένη: Αναφορά σε ταλαιπωρημένη και πρόωρα γερασμένη θηλυκή φάτσα, κυρίως εξαιτίας καταχρήσεων ή γονιδιακής γκαντεμιάς. Πρόκειται για αυτήν την όψη που σου δίνει την εντύπωση της ευρύτερης κούρασης και ανεπαίσθητης παρακμής.

Το φαινόμενο οφείλεται στη σταδιακή παράδοση στη βαρύτητα με επιπλέον επιβαρύνσεις που επισπεύδουν τη φθορά: συστηματικά ξενύχτια σειράς ετών, τσιγάρα, ξίδια, ντρόγκες κλπ. Μπόνους τα σακουλιασμένα μάτια.

Σπασμένη δεν αποκαλείται μια εξ ορισμού πατσαβούρα. Ίσα ίσα. Πρέπει να είναι όμορφη ή να φαίνεται ότι υπήρξε όμορφη ή να παρουσιάζεται με ερείσματα ως όμορφη ή τελοσπάντων να πρέπει να διευκρινιστεί ότι ανήκει σε ψηλή κατηγορία, όχι όμως στις πρώτες θέσεις. Συχνά αλλά όχι απαραίτητα (αν κρίνουμε κι από τα παραδείγματα) αναφέρεται σε μιλφ.

Όσο πιο «κούκλα», τόσο πιθανότερο να χαρακτηριστεί σπασμένη από νωρίς: Οι αναμενόμενες γραμμούλες έκφρασης, γοητευτικές κατά τα άλλα, δίνουν την αίσθηση της ραγισμένης πορσελάνης. Το φαινόμενο επιτείνεται αν πέφτει στουπέτσι οπότε η μικρογραμμή γίνεται φαράγγι με ένα χαμόγελο.

  1. σπασμένος: (θεγκζ ιρονίκ και γαϊδουράγκαθε), ο χαρακτηρισμός παίζει και για αγόρια.

1α. Εδώ (google γκάιζ) κανονικο σωματακι προς το γεματουτσικη,βυζια φυσικα με χαλαρη υφη μεγαλουτσικα για το σωμα της με τονισμενη πεταχτη ρωγα.....φατσα μετρια λιγο σπασμενη...δεν την λες ομορφη απλα συμπαθητικη παρουσια..

1β. Εδώ: Τζινα απο Δανια(ειναι κολλητη φιλη της Φρατζεσκας).ξανθια milf,λιγο σπασμενη φατσα αλλα βελουδινη κορμαρα και κωλαρα.

1γ. Εδώ: Με το που ανοίγω την πόρτα βλέπω τη σπασμένη φάτσα μιας γιαγιάς που καθόταν σε έναν καναπέ, λες και όλοι είχαν βγει να δείρουν Ρωμαίους και αυτή έπρεπε να προσέχει το φαί.

  1. gaidouragkathos (από τα σχόλια παρακάτω): Μια παλιά καραβάνα που ήξερα, έλεγε: «Τον άντρα τον θέλω νάναι σπασμένος, χαρακωμένος...».

Μαντάνα. (από Galadriel, 10/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όχι απλά σίγουρα, αλλά κατευθείαν, αμέσως και ενθουσιωδώς. Σίγουρα προς μία κατεύθυνση και μάλιστα με τεράστια ταχύτητα - με όσα, μαλλιά, χίλια χιλιόμετρα την ώρα που λέει ο λόγος.

Ως προς τη ταχύτητα, συναφές με τα σούμπιτα, αλλά και στο καπάκι, dt, πατ-κιουτ, σφαιράδην, τσακ μπαμ, στο πιτς-φιτίλι.

Ως προς τη βεβαιότητα, αντίστοιχο ανάλογα με την περίσταση με τα αβλεπί, αεράτα, άκοπα, ανοιχτά, για πλάκα, γκαραντί, εύκολα, κανονικά, σβηστά, στάνταρ, χαλαρά.

Εδώ ενθουσιώδης βεβαιότητα: «Στην ΑΕΚ με τα χίλια» - Το ενδιαφέρον που φέρεται να έχει εκφράσει η ΑΕΚ για τον Θανάση Κανούλα έχει ενθουσιάσει τον νεαρό μέσο.

Εδώ ταχύτητα: Καλπάζει με... τα χίλια το AIDS στη χώρα μας

Εδώ βεβαιότητα και ταχύτητα και τα πάντα όλα: Λίλα με τα χίλια (μήδι 1).

Λίλα με τα χίλια σύμφωνα με τα τριφύλλια τους - Παράδειγμα 3 (από Galadriel, 09/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Είμαι λάθος;»: Έχω δίκιο με τα χίλια, στανταράκι, όποιον και να ρωτήσεις με στηρίζει, η άποψή μου είναι γαμάτη ασφαλώς, έτσι δεν είναι;

Η απάντηση που αναμένεται σε αυτήν τη ρητορική ερώτηση είναι «όχι ρε φίλο, τι λες τώρα, είσαι σωστός, είσαι μεγαλειώδης, είσαι τιτανοτεράστιος και στην τελική αφού εσύ δεν κάνεις λάθος ποτέ κι έχεις και εκφραστικά πόδια».

Συναφές με το «κάνω λάθος;» περικλείει μεγαλύτερη δραματικότητα: Όταν κάνω λάθος σημαίνει ότι αναγνωρίζω στον εαυτό μου τη δυνατότητα να κάνει και τίποτα σωστό, μια αυτοπεποίθηση μου 'χει μείνει και παίζει τελικά να 'ναι και στραβός ο γιαλός. Αντιθέτως αν είμαι λάθος θα πει πως σίγουρα είμαι εγώ που αρμενίζω στραβά, ο δρόμος που 'χω πάρει γενικώς στη σκέψη και στην ύπαρξη είναι αγύριστος. Ενδελεχής ανάπτυξη εδώ.

Σχετικό το πιο μέινστριμ «έχω λάθος» (υπονοείται το «άποψη»). Είμαι λάθος; Όχι δεν είμαι. Και αυτό σωστό.

Ναζιάρα: Επιμένω να είμαι ρομαντική. Είμαι λάθος;;; Δεν ξέρω. Τελικά τόσο αιθεροβάμον είμαι ; Ανώριμη; Ρομαντική; Ονειροπόλα; Επιμένω να είμαι συναισθηματική . Έχω κι εγώ τα ελαττώματά μου ...;

Τρολ: ΕΙΜΑΙ ΛΑΘΟΣ ΠΟΥ ΕΙΜΑΙ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΚΟΥΜΠΑΡΑ ΜΟΥ; Ναί είναι άλήθεια .Ισως τό βλέπει .Βοηθείστεμαι τί νά κάνω ; Υπάρχει όμως μιά μικρή διαφορά ήλικείας. Εγώ 55 -καί ή κομπαρούλα μου 34.Υποφέρω !!!!!!! [sic]

Σκληρός: «Είπα στη Mέρκελ «Κοίτα, αν το σχέδιό σου έχει αποτέλεσμα, τότε είμαι λάθος», «Αν όμως αν δεν έχει αποτέλεσμα, τότε θα χρειαστείς ένα νέο σχέδιο και εγώ είμαι αυτός που μπορεί να το εφαρμόσει», απάντησε ο κ. Σαμαράς στις επίμονες πιέσεις της κ. Μέρκελ να συναινέσει υπέρ του Μεσοπρόθεσμου.

(από Galadriel, 09/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προφ ειρωνικό, έχει αντίστοιχη σημασία με εκφρασούλες τ. όλα τα είχε η Μαριωρή, ο φερετζές της έλειπε, τι του λείπει του ψωριάρη, φούντα με μαργαριτάρι κλπ

Ο λόγος που είσαι σα γαμώ το κερατό μου, που έχεις βουτηχτεί μεσ' στη μιζέρια, που έχεις μαραθεί από τη στενοχώρια είναι ένα πρόβλημα που πρέπει να λυθεί για να στανιάρεις: είναι η έλλειψη του περί ου ο λόγος. Είναι; Ε, δεν είναι, μάλλον έχεις πολύ σοβαρότερα προβλήματα που προηγούνται να λυθούν και το περί ου ο λόγος είναι απλή ενοχλητική λεπτομέρεια.

Στην ερωτηματική του μορφή τ. «αυτό σε μάρανε;», παίρνει και την έννοια εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί ξυρίζεται με όλα τα συνώνυμα.

Εδώ: Η ειλικρίνεια σε μάρανε: Δείτε υποτιτλισμένο το ηχητικό μήνυμα που άφησε ένας ολίγον μεθυσμένος νεαρός από τις ΗΠΑ στην κοπέλα του, θέλοντας να της εξομολογηθεί ότι την απάτησε με την ίδια της την αδερφή. Μην ανησυχείτε όμως, με λίγη σαμπάνια όλα θα φτιάξουν… (σ.ς. πολύ τρόμπας ο τύπος ένιγουέιζ)

Εδώ: κ.Πρόεδρε η γυμναστική σε...μάρανε: Τον Γιώργο Παπανδρέου τον μάρανε η γυμναστική. Μην και χάσει κάτι από τους μύες του. Έχει εγκαταλείψει οτιδήποτε έχει σχέση με τον αθλητισμό στην Ελλάδα [...] και...αυτός κάνει πιλάτες.

Εδώ: Κι αν εντοπίσετε κανέναν πελάτη που επιμένει ακόμη ν’ αγοράσει πίνακα ζωγραφικής ή αγαλματάκι, αυτόν να τον τσακίσετε δύο φορές. [...] Θα μου πεις τώρα, αυτό σε μάρανε, ρε Καμπουράκη; Εδώ ο κόσμος καίγεται, οικογένειες πεινάνε, άνθρωποι παίρνουν τον δρόμο της ανεργίας, το 30% των κατοίκων της χώρας ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, ευρωπαίοι ελεγκτές κάνουν κατοχή στη χώρα… κι εσύ ασχολείσαι με τους πίνακες ζωγραφικής; [...] Ε, ναι λοιπόν, αυτό με μάρανε. Και αυτό.

Αχ Ευρώπη, εσύ μας μάρανες! (από joe909, 16/10/11)"Η ειλικρίνια σε μάρανε." (από Galadriel, 17/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός για βρώμικο αντικείμενο που βρίσκεται ή γεγονός που εξελίσσεται στο δρόμο.

Ο μη εξαντλητικός κατάλογος παραδειγμάτων χρήσης περιλαμβάνει λιπαρά σάντουιτς από καντίνες του δρόμου, χιπχοπικές σκληρότητες, αλητείες (παρ. 1) και καρτέρια (παρ. 2), σεχ ή / και phone σεχ κατά τη διάρκεια οδήγησης (δεν υπάρχει αυτό; τι λες, αλήθεια; και κανονικά και τηλεφωνικά λέμε...). Δηλαδή βρώμικα πράγματα επί του δρόμου. Δρόμικα. Καλό, ε;

Βασικές σπαζοκεφαλιές που προκαλεί ένα δρόμικο: πώς θα τη σκαπουλάρω χωρίς να με πάει αίμα / χωρίς να χύσω στην άσφαλτο αίμα / χωρίς να γαμήσω την εγγύηση του iphone όταν χύσω.

Πάσα: patsis (είχες δίκιο είναι υπαρκτό!)

Παρ. 1 - Hip hop: Μπαίνω και πάλι ξαφνικά, μπαίνω και πάλι λυρικά,
μπαίνω και πάλι φιλάρα για να φέρω σαματά,
ΜΕ σκόπιμο, μπόλικο, βρώμικο, δρόμικο, μόνιμο, νόμιμο, υλικό, λυρικό, κυνικό, ηθικό, αληθινό, αλήτικο, αλύπητο
για ν’ ανεβάσω το επίπεδο, να δείξω το αντίθετο...

Παρ. 2 - Hip hop: Ένα δρόμικο break… Κι απ’το στημένο το καρτέρι μας το δρόμικό
μου καλλωπίζεσαι για χρόνια σε καθρέφτη βρώμικο
με της σκιάς τα λόγια και των γονιών τις συμβουλές
ξυραφιάζεσαι κι αμέσως κρύβεις τις ουλές...

Παρ. 3 - Hop hop: Οδηγεί, ταυτόχρονα μιλάει στο κινητό:
- ... μπλα μπλα μπλα (την κλείνει φορτηγατζής - βρε άσταδγιάλα μαλάκα θα σκοτωθούμε)
- ...αν είναι να μιλάς πρόστυχα στο φορτηγατζή, δεν μιλάς καλύτερα πρόστυχα σε μένα...
- Πλάκα μου κάνεις τώρα! Θες να κάνουμε phone sex όσο παλεύω με το στροφιλίκι; - Μα έλα να κάνουμε ένα δρόμικο ντε! (ναι, είσαι χαζή)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Τι στο διάλο: μα τι συμβαίνει, τι έγινε ρε παιδιά. Συνδυασμός έκπληξης με απορία μετρίου μεγέθους και βρωμοστόματος, εκδηλώνει ανάλογα με την κατάσταση άγχος ή / και ελαφριά αγανάκτηση. Ανάλογα το μέγεθος της έκπληξης πάμε σταδιακά: τι στο καλό; (έκπληκτες κυρίες και κομιλφό διαφόροι) > τι σκατά (επ, ντροπή) > τι στο διάλο (έκπληκτοι παππούδες και θυμωμένοι επαναστάτες μπαμπάδες) > τι στον πούτσο; (λοιποί βρωμόστομοι).

Συναντάται και στο πιο δόκιμό του (λέμε τώρα) τι στο διάολο, αλλά ο διάλος είναι πιο αλήτικο και σύντομο και δίνει ένα σκασμό γουγλιές. Επίσης και χωρίς στο (τι διάλο σκέτο).

Το λήμμα χρησιμοποιείται όταν δεν έχεις ακόμα καταλάβει τι ακριβώς παίζει, αντιθέτως με τα λοιπά εκπληκτικά τ. αν είναι δυναμόν, έλα μουνί στον τόπο σου, ε, ποτέ! κ.λπ. τα οποία είναι συνώνυμα με το της έκπληξης σημαντικό «α στο διάλο...» (άλλο αυτό - βλ. και ασταδιάλα), αλλά έχουν επίγνωση της πραγματικότητας.

Συνώνυμα για αγγλομαθείς, παρακολουθούντες αμερικάνικα έργα, σκληρούς χιπχοπάδες και λοιπούς μοντέρνους: γουαταφάκ / γουανταφάκ, wtf.

  1. Τι στο διάλο: Κατά μία έννοια συνώνυμο με αισιοδοξίας σημαντικά τ. του πούστη. Επίσης και χωρίς στο (τι διάλο σκέτο - ναι το είπα και πριν, το ίδιο ισχύει).

Μη μου αρχίστε τώρα τα τι στο διάλο το ανεβάζεις αυτό, εννοείται το ανεβάζω για λόγους πληρότητας δε θα γράφουμε συνέχεια για πούτσες και μουνιά, άιντε.

Εδώ: Αν αυτό δεν είναι Εποχή του Υδροχόου τότε τι στο διάλο είναι; mattafix @ 06.05.2011 01:40

Εδώ - μήνυμα σφάλματος σοφτγουεαρ: -Τι στο διάλο είναι αυτό ρε; Μου το πετάει συνέχεια και «κολλάει» για λίγο.
-οι τσόντες το κάνουν αυτό.

Εδώ: ΣΕ ΤΙ ΣΤΟ ΔΙΑΛΟ ΧΩΡΑ ΖΟΥΜΕ ΠΟΥ ΜΙΑ ΧΟΥΦΤΑ ΠΑΠΑΡΕΣ ΚΑΝΟΥΝ ΚΟΥΜΑΝΤΟ... ...10.000.000 ΕΛΛΗΝΕΣ.

Κοινές απορίες: ...πρέπει να πούμε πως δεν έχουμε, ακόμη και τώρα, μια λίστα των δανείων του ελληνικού κράτους, ώστε να δούμε κι εμείς ως λαός και πολίτες τι στο διάλο πληρώνουμε, ποιος το δανείστηκε, πότε, γιατί και για ποιο λόγο πάρθηκε το κάθε δάνειο και κυρίως πως ξοδεύτηκε. Απλώς μας κάλεσαν να πληρώσουμε τον λογαριασμό, χωρίς καν να μας τον δείξουν. Πράγμα που δεν γίνεται ούτε στα υπαίθρια ψητοπωλεία.

-Έχουν πέσει τρεις φορές τα ίδια θέματα Τεχνολογία ρε πούστη μου, και κάθε φορά λέω, να ξαναδιαβάσω τον μακέιμπ θίλε, τι στο διάλο, αυτή τη φορά δε θα πέσει... (ξανάπεσε).

Τι στο διάλο κοιτάει αυτός ο ^%#% (από Galadriel, 14/09/11)Τι στο διάλο κοιτάει αυτός ο ^%#% (από Galadriel, 14/09/11)έκπληκτη κομιλφο κυρια... (από gaidouragathos, 15/09/11)έκπληκτη κομιλφο κυρια... (από gaidouragathos, 15/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified