Παλιότερο ανέκδοτο: - Τι είναι μαύρο, αγκαθωτό και γεμίζει τα Σαββατοκύριακα τις παραλίες της Μυκόνου;
- Οι... Αχιναίοι!

Δες εδώ, στο νέτι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φυλή γηγενών, πού έλκει την καταγωγή της από τα χρόνια που προηγήθηκαν της οικονομικής κρίσης και εντεύθεν. Ως ιστορική κοιτίδα της εν λόγω φυλής θεωρείται το κέντρο της Αθήνας και συγκεκριμένα το εθνικό πάρκο των Εξαρχείων, αν και ορισμένοι κοινωνικοί ανθρωπολόγοι διαφωνούν, αναφέροντας εμφανίσεις ατόμων της φυλής και σε περιοχές της Θεσσαλονίκης. Κυριότερο γνώρισμα της φυλής, το εθιμικό κάψιμο πολυτελών αυτοκινήτων μεγάλου κυβισμού, κυρίως Πόρσε Καγιέν. Πατροπαράδοτοι εχθροί των Καψοκαγιένηδων το tribe των Αχιναίων, που ως γνωστόν διακρίθηκε στη μάχη της Μυκόνου με την ένδοξη πολεμική κραυγή «Δε θα μας τα πάρεις τα Καγιέν, Όλι Ρεν, Όλι Ρεν».

Από το νέτι:
«...Αν η ζωή σου όλη είναι ένα καλό αυτοκίνητο, τότε βάλτου φωτιά και κάψτο...» γράφει ένα ξεθωριασμένο σύνθημα -απομεινάρι της «κάλπικης ευδαιμονίας» - σε μαντρότοιχο της δυτικής Θεσσαλονίκης. Λες και ήταν προφητική η προτροπή του άγνωστου -πιθανότατα «περιθωριακού» συγγραφέα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ρηχός και φαρδύς ξύλινος δίσκος, στον οποίο τοποθετούνται, στολίζονται και μεταφέρονται στην εκκλησία τα κόλλυβα. Επίσης κάθε είδους ρηχή και φαρδιά πιατέλα, στην οποία το φαγητό μπορεί να απλωθεί.

Η λέξη απαντάται στη Δυτική Ελλάδα και τα Επτάνησα ως απλάδενα, εκ του απλώνω. Για πλήρη ετυμολόγηση βλ. εδώ.

  1. Κένωσε το φαγητό στην απλάδενα και είπε: -Κοπιάστε.

  2. (...) ελεγα να στειλω με κουριερ δυομιση κιλα κολυβα μαζι με την πλαδενα στολισμενη με κεινα το ασημι κουφετακια ( από το νέτι)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκείνος στον οποίο αποδίδεται ο χαρακτηρισμός καθίκι και ταυτόχρονα ονομάζεται Αντρέας. Η σωστή προφορά της ως άνω βρισιάς απαιτεί κοφτό τονισμό στο πρώτο συνθετικό της λέξης, προκειμένου να επιτευχθεί η μέγιστη συναισθηματική εκτόνωση του βρίζοντος.

Δε ντράπηκε λίγο εκείνος ο καθίκαντρεας, να πει για μένα τέτοια πράγματα!

βλ. και μαλακαντρέας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified