Η γριά, η γριέτζω. Το λέμε και σαν βρισιά όταν κάποια γρια κάνει την μπεμπέκα.

Από τον perketis.

Πλακώθηκε το γρίτζελο στα μπότοξ και μου ψάχνει και γαμπρό τώρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια κατάσταση που είναι τόσο απελπιστική, ώστε δεν έχει νόημα να κάνεις κάτι. Ιδίως αν δίνεις λεφτά. Λέγεται πολύ από τα ΜΜΕ για καταστάσεις στην Ελλάδα της κρίσης.

  1. Γερμανική Ακροδεξιά: Ρίχνουμε χρήματα σε ένα βαρέλι χωρίς πάτο.

  2. Βαρέλι χωρίς πάτο ο ΕΟΠΥΥ.

  3. Βαρέλι χωρίς πάτο τα νέα μέτρα.

  4. Βαρέλι χωρίς πάτο η Ευρωπαϊκή Ένωση.

  5. Βαρέλι χωρίς πάτο η ύφεση.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο παίκτης που δεν παίζει, αλλά είναι παγκίτης, κι ακόμα χειρότερα, καθώς κάθεται στα αποδυτήρια.

Τι το ήθελε να πάει στη Ρεάλ; Όλη τη χρονιά αποδυτηριάκιας την έβγαλε.

Got a better definition? Add it!

Published