Το ορφανό χωρίζεται σε δυο κατηγορίες:

  1. Το ορφανό σουβλάκι που δεν περιέχει κρέας ή υποκατάστατα κρέατος, όπως είναι το κοτόπουλο (σε σουβλάκι/καλαμάκι ή γύρο). Το ορφανό σουβλάκι περιλαμβάνει τα υπόλοιπα αναγκαία σαλατικά (ντομάτα, κρεμμύδι και για τους πιο απαιτητικούς μαρούλι, ψιλοκομμένο καρότο και άνηθο) καθώς και το απαραίτητο τζατζίκι (και αλλού κέτσαπ/μουστάρδα, κάποιους τύπους αδιευκρίνιστης από πλευράς υλικών σως και κάτι μυστήριες κόκκινες σάλτσες) αλλά και τις πλέον απαραίτητες τηγανιτές πατάτες. Υπάρχει και η άποψη πως το ορφανό σουβλάκι απλά δεν περιλαμβάνει κάποια ή όλα από τα επιμέρους συστατικά (π.χ. κρεμμύδι ή τζατζίκι), αλλά περιλαμβάνει το κρέας ή τα άλλα υποκατάστατα του. Η μεγάλη απόκλιση μεταξύ των εννοιών δηλώνει απλά την αντίστοιχη ερμηνεία του ορφανού βάσει των γαστρονομικών προτιμήσεων του εκάστοτε καταναλωτή. Επίσης, η νέα τάση προτείνει την αντικατάσταση του κρέατος με θαλασσινά (π.χ. καλαμαράκια ή χταποδάκι) και λαχανικά σε μπιφτεκοειδή μορφή. Οι ειδικοί δεν έχουν ακόμη αποφανθεί αν αυτά τα σουβλάκια εντάσσονται στην κατηγορία των ορφανών.

  2. Ως ορφανά αποκαλούνται τα φαγητά που δεν περιλαμβάνουν κρέας σε οποιαδήποτε μορφή του (π.χ. κιμάς). Τρανό παράδειγμα τα ορφανά γεμιστά.

Εναλλακτικές εκφράσεις του ορφανού: Οικολογικό (ναι, κάτι μας είπε τώρα...), του αγρότη, νηστίσιμο (ανάλογα με την εποχή και την εορταστική περίοδο).

  1. - Eγώ παραδέχομαι οτι στη Θεσσαλονίκη ξέρουν απο μπουγάτσες, τυρόπιτες, σάντουιτς και τέτοια. άντε και τα τρίγωνα, ό,τι σουβλάκι έχω φάει απο κεί δεν έχει καμία σχέση με εδώ. άσε που είχα ζητήσει μια φορά ένα ορφανό και με κοροιδεύανε...πατατόπιτες τά λένε εκεί, έλεος! (Πάρε εδώ)

  2. - Λυπάμαι τα φοιτητόπαιδα που τη βγάζουν με κανά σουβλάκι. Τους εκμεταλλεύονται κυρίως αυτούς στο έπακρον. Ζορίζονται ακόμα και σε ρεφενέ. Αυτόν τον οικονομικό πολιτισμό προσφέρουμε. Το Ρέθυμνο διαγκωνίζεται με τη Ρόδο στην ακρίβεια. Μια Κίνα μας σώζει. Μόνη λύση να παραγγέλνουμε σουβλάκι...ορφανό!!! (Εκεί)

  3. - Έτσι ακριβώς τα φτιάχνω και εγώ 'ορφανά' (χωρις κιμά δλδ) δοκιμάστε και σε μία γωνίτσα του ταψιού να βάλατε και μία χουφτούλα μπάμιες γίνονται εξαιρετικές!!! (Εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράγωγο του ρ. μουνουχάω, αναφέρεται στο ευνουχισμένο νεαρό κριάρι, που αποτελεί εκλεκτό μεζέ.

Σε πολλά χωριά, ο ευνουχισμός του αρσενικού ζώου εφαρμόζεται με στόχο τον έλεγχο των ορμονών, οι οποίες ως γνωστόν, προσδίδουν έντονη και δυνατή γεύση - μυρωδιά στα αρσενικά σφαχτάρια. Το μουνούχι, ευνουχισθέν γαρ, έχει σφιχτό κρέας αλλά λιγότερο έντονη γεύση και μυρωδιά, κοινώς γνωστή και ως βαρβατίλα.

Απόσπασμα από blog:
Παραμονή τ’ Αι Λιά στη Σαρακινάδα και το μουνούχι που ξεκοκαλίσαμε εξαιρετικό. Εορτάζων και Αμφιτρύων, ο Λιας Τσαμάκος και το σφαχτάρι, από τη στάνη του Κώστα Μερκούρη. Στο μαγείρεμα όμως, απ’ ότι έμαθα, έβαλε το χεράκι του, ο Σωτήρης ο Νικολόπουλος και σκέφτομαι σοβαρά, να τον προτείνω για αρχισέφ, σε γνωστή χασαποταβέρνα. Όλα εξαιρετικά, και του χρόνου πατριώτη, μόνο που θα ξανάρθω, με αυτοκίνητο που θα έχει μουσική, γιατί η χορωδία που είχε στο πίσω κάθισμα ο αντιδήμαρχος, παραήταν φάλτσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το νερόβραστο φαγητό, με πολύ ζουμί και ελάχιστη γεύση. Ετυμολογικά η λέξη προέρχεται από τον ήχο που ακούγεται ρίχνοντας στερεά υλικά στο νερό που βράζει.

- Ψηλέ, τι έχουμε για φαΐ;
- Πατάτες μπλουμ.
- Πάλι ρε πούστη μου... Πατάτες μπλουμ, μακαρόνια μπλουμ, για το πούτσο είναι ο μάγειρας... Πότε θα πάω σπίτι μου να φάω σαν άνθρωπος...

O νερόβραστος δήμαρχος της Νέας Υόρκης Michael BLOOMberg. (από Vrastaman, 12/09/08)Πάλι μπλουμ ... (από poniroskylo, 12/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified