Έκφραση, η οποία στην πλήρη μορφή της έχει ως «δικηγόρος απλήρωτος – σκατά μπουκωμένος» και αντιτείνεται έναντι κάποιου που πετάγεται σαν πορδή εν τω μέσω μιας αντιδικίας, στην οποία δεν του πέφτει κανείς απολύτως λόγος. Κι όπου όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος (sic = το σωστό είναι πείθει και όχι πίπτει)...

Σχετικές εκφράσεις: Εσύ τί πετάγεσαι; Δικηγόρος είσαι; / Το δικηγόρο μας παριστάνεις; / Δικηγόρο δεν είχαμε-δικηγόρο βάλαμε! / Δεν ζήτησα δικηγόρο κλπ.

Η έκφραση αντιστοιχεί στην ορθότατη συναλλακτική συνήθεια, κατά την οποίαν ο εντολέας προπληρώνει τον εντολοδόχο δικηγόρο του και ταυτόχρονα του αναθέτει τον χειρισμό της υπόθεσής του, ώστε ο τελευταίος να νομιμοποιείται να αναμιχθεί σε οικογενειακές, προσωπικές, επαγγελματικές κλπ αντιδικίες του πρώτου, να ζητήσει επίσημα έγγραφα απο δημόσιες αρχές και να παραστεί για λογαριασμό του στα δικαστήρια.

Άνευ πληρωμής, εντολή δεν υπάρχει.

Παρ’ όλα αυτά στην νυν και αεί προβιομηχανική Ελλάδα, καίτοι υφίσταται η σοφή λαϊκή ρήση «οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους», όλο και θα’ ρθει κάποιος πτωχός συγγενής, κάνας φίλος απ’ τα παλιά φορτωμένος με χιλιάδες αναμνήσεις (και προβλήματα), κάνας συγχωριανός, τίποτε καλόβολοι γείτονες κλπ και θέλοντας ο βλάχος και μη θέλοντας ο ζωγράφος, την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενος ο δικηγόρος (σου λέει «άσε μην τον δυσαρεστήσω και θα μου φέρει κανέναν άλλον που πληρώνει») θ’ αναλάβει την υπόθεση έναντι πενιχρής ή και μηδενικής αμοιβής.

Στην συνέχεια όμως, ο δικηγόρος θα ψιλογράψει στ’ αρχίδια του τον οιονεί πελάτη ιδίως όταν η υπόθεση ξεκινάει απλή και καταλήγει σε περικοκλάδα (εφετεία, ασφαλιστικά μέτρα, απρόοπτο τρέξιμο κ.α.), ο δε τελευταίος δίχως να διαθέτει συγγραφικές προδιαγραφές ενός Δουμά (έστω και υιού) μπορεί να θυμηθεί την υπόθεσή του «μετά 20 έτη» και να ζητήσει το λόγο κι απο πάνω, κι ας μην έδωσε μία. Λάβετε θέσεις: Η παράσταση αρχίζει...

Για κάθε ιδιώτη, η υπόθεσή του είναι προσωπική και την θυμάται πρωί-βράδι (και χαίρεται), ενώ ο δικηγόρος έχει πολλές σκοτούρες, εκτός κι αν η εκάστοτε αμοιβή φτάσει σε τέτοια ύψη ώστε και ο δικηγόρος να μπορεί να ζήσει αξιοπρεπώς και ν’ ασχοληθεί επισταμένως π.χ. με μια το μήνα (ναι αλλά το τί θεωρείται «αξιοπρεπής διαβίωση» ποικίλει)...

Όταν ο δικηγόρος λάβει την εντολή (δηλ. την αμοιβή) μπορεί αλλά και οφείλει να παρεμβαίνει σε κάθε εξώδικη και διαδικαστική πράξη υπέρ του εντολέα του, μέχρι την ρητή η έγγραφη ανάκληση της πληρεξουσιότητάς του, αν ο εντολέας δεν μείνει ευχαριστημένος απο τις υπηρεσίες του (ακόμα και επ’ ακροατηρίω).

Για την καίρια καμιά φορά συνδρομή του δικηγόρου στις υποθέσεις των ιδιωτών, ας παρατεθεί ένα νόστιμο περιστατικό:

Μια φορά κι έναν καιρό σ’ ένα ποινικό δικαστήριο μιας πολύυυυ μακρινής χώρας, είχε αποφασίσει να πάει η κατηγορουμένη μόνη της στο δικαστήριο να υπερασπιστεί τον εαυτό της. Αφού την άκουσε η έδρα, η υπόθεση άρχισε να περιπλέκεται. Ενώ αρχικά φαινότανε απλή, μπήκανε στη μέση κάτι οικογενειακά, κάτι έγγραφα ασαφή, η κατηγορουμένη δεν ήξερε να τα εξηγήσει σωστά, η ώρα περνούσε και οι δικηγόροι των κατοπινών υποθέσεων είχαν αρχίσει να γκρινιάζουν, άλλη αναβολή δεν έπαιρνε και το δικαστήριο ήθελε να αθωώσει αλλά δεν ήξερε πού να στηριχτεί. Στο μεταξύ διάστημα, είχε πλησιάσει στην έδρα ένα καλοντυμένο γεροντάκι, που άκουγε τα διαμειβόμενα και περίμενε υπομονετικά. Κάποια στιγμή, τον τσακώνει με το βλέμμα της η πρόεδρος και τον ρωτάει:

[i]- Εσείς τί είστε;
- Δικηγόρος...
- Καλά και μας αφήνετε τόσην ώρα να βγάλουμε την κόρυζα (ή κάτι τέτοιο) και δε μιλάτε;
- Όχι, εγώ είμαι απο άλλη υπόθεση...[/i]

(Έπεσε το γέλιο της αρκούδας!)

Ο Ναστραδίν Χότζας, κάποτε, λέει, παρενέβη σ’ έναν καβγά δυο νεώτερών του, που κρατούσαν μαχαίρια, θεωρώντας οτι θα τους συνετίσει καθότι πρεσβύτερος και ιερωμένος (ότι «ειρήνη υμίν» και τα τέτοια - λόγω επαγγελματικής διαστροφής). Αντ’ αυτού εισέπραξε μια μαχαιριά στο κεφάλι. Οι παριστάμενοι έσπευσαν να τον βοηθήσουν και τον ρώτησαν αν ήταν επιπόλαιο τραύμα ή αν έφτασε το μαχαίρι βαθιά στο μυαλό, ώστε να φωνάξουν τον σπετσιέρη. Ο Χότζας τότε θυμοσόφησε λέγοντας: «Ποιό μυαλό; Αν είχα μυαλό δεν θ’ ανακατευόμουνα. Την επόμενη φορά θα ξέρω να’ χω το μυαλό μου και μια λίρα τουλάχιστον»! (Η προσθήκη «και του μπογιατζή ο κόπανος», είναι μεταγενέστερη και μάλλον δεν έχει καμία σχέση με τον μύθο και την παροιμιώδη έκφραση).

Όταν δυο κίναιδοι μαλώνουνε σε ξένο γαμιστρώνα, ο ιδιοκτήτης συνήθως δεν είναι ο δικηγόρος. Πολλές φορές αναγκάζεται ν’ ανακατεύεται με τα πίτουρα και καμιά φορά τον τρών κι οι κότες (μπλέκει κι ο ίδιος προσωπικά) και γι’ αυτόν το λόγο πρέπει τουλάχιστον να αμείβεται.

Άλλωστε, όλοι οι επαγγελματίαι γνωστοποιούσιν εις κάθε επίδοξον μπαταξήν οτι ο κ. Βερεσές έχει απο μακρού αποδημήσει εις Κύριον κι ο υιός του μετώκησεν εις την Πόλιν.

Περισσότερα για τους δικηγόρους, σε λήμμα-ορισμό-σχόλια στο χασοδίκης του ερίτιμου Μπετατζή μας.

Σημειωτέον, εδώ η έννοια «δικηγόρος» έχει την χροιά της ιδιότητας του λειτουργού της δικαιοσύνης και όχι αυτήν της παλιάς λαχαναγορίτικης αργκό, που σημαίνει «κοκαΐνη» (Κύριος οίδε διατί)...

(Κόρη):
- Λοιπόν εγώ θα πάω πενταήμερη ο κόσμος να χαλάσει!
(Μάνα):
- Αμ δε σφάξανε! Για να γυρίσεις ξεμυαλισμένο και να χάσεις τις πανελλαδικές, να πληρώνω εγώ ξανά-μανά φροντιστήρια του χρόνου; Ούτε πάνω απ’ το πτώμα μου!
(Γιός-μούλος):
- Έχετε δίκιο μητέρα. Δεν είναι σωστό να αποσυντονισθεί η μελέτη της...
(Μάνα + Κόρη):
- Εσένα ποιός σου μίλησε; Ορίστε μας! Δικηγόρος απλήρωτος μιά! Άμε στο δωμάτιό σου κι ασε μας να τσακωθούμε με την ησυχία μας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασσική λέξη για τους δικηγόρους πάσης φύσεως και όλων των ειδικοτήτων. Σημαίνει φυσικά ότι ο εν λόγω επαγγελματίας χάνει τις δίκες κατά συρροή και δεν είναι να τον εμπιστεύεσαι, πλέον όμως χρησιμοποιείται για όλον τον κλάδο, επιτυχημένους δικηγόρους ή μη. Συνώνυμο: δικηγόρος Παπαρείω Πάγω. Οι ποινικοί λένε επίσης ειρωνικά «Ήρθε ο Άρειος Πάγος να με βγάλει».

Γενικά το επάγγελμα αυτό έχει δημιουργήσει έναν σχετικό μύθο.

Αφ΄ενός μεν αποτελεί στόχο υγιούς σάτιρας και θεμιτής απαξίωσης από την πιάτσα, όταν στο στόχαστρο της σάτιρας βρίσκεται :

• Ο θεσμικός χαρακτήρας του επαγγέλματος

• Ο φανφαρονισμός και οι κουγιές ορισμένων, ονόματα δεν λέμε υπολήψεις δεν θίγουμε

• Η σύμφυτη με το επάγγελμα ικανότητά τους να υποστηρίζουν όλες τις απόψεις, ακόμα και τις εκ διαμέτρου αντίθετες

• Η εντελώς γλοιώδικη συμπεριφορά ορισμένων και η προσκόλλησή τους σε κύκλους συμφερόντων και εξουσίας, για να έχουν και αυτοί το κατιτίς τους, κοινώς να γλύψουν και αυτοί κανένα κόκαλο.

Αφ΄ ετέρου όμως, κάποιες φορές είναι δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ υγιούς σάτιρας και άρρωστου κόμπλεξ με το οποίο αντιμετωπίζονται οι άνθρωποι αυτοί. Κόμπλεξ υπάρχει π.χ. στις παρακάτω περιπτώσεις:

• Όταν ξεχνάμε ότι και οι άνθρωποι αυτοί είναι εργαζόμενοι. Κάποιοι σε βοηθούν πραγματικά και άλλοι μάχονται για ελευθερίες και δικαιώματα σε καιρούς μυστήριους

• Στο ότι κάποιος μπορεί να τα έχει κάνει όσο πιο πολύ μπάχαλο γίνεται στην ζωή του και φυσικά καταλήγει να έχει την ανάγκη δικηγόρου, πλην όμως, όταν έρθει η ώρα να αντιμετωπίσει κατάφατσα την ήττα (γιατί τι να σου κάνει ο δικηγόρος, όταν έχεις κάνει τα πάντα όλα σκατά), τότε βέβαια δεν φταίει ο ίδιος, αλλά ο χασοδίκης ο δικηγόρος. Απ' ό,τι μου έχουν πει φίλοι επαγγελματίες, αν μία υπόθεση είναι σκατά, δύσκολα ο δικηγόρος θα την σώσει -αν και δεν αποκλείονται και οι περιπτώσεις αυτές. Και βέβαια ισχύει το ότι εάν τσακωθείς για οποιονδήποτε λόγο και φτάσεις να έχεις την ανάγκη δικηγόρου, είσαι ήδη χαμένος.

• Άλλες φορές πάλι, κάποιοι δικηγόροι ιδρώνουν μπροστά σε άκαμπτους δημόσιους υπαλλήλους, οι οποίοι τους αντιμετωπίζουν με εξοργιστική ειρωνεία και από θέση ισχύος και καταλήγουν πάντα σε ένα λεκτικό ράπισμα του στυλ: «Μα τι είναι αυτά που μας ζητάς. Και είσαι και δικηγόρος!!!!». Δηλαδή δεν αξίζεις για να είσαι δικηγόρος, εγώ που σαπίζω εδώ πέρα, μην με βλέπεις έτσι, θα τα κατάφερνα καλύτερα από εσένα, αλλά ας όψεται η ρημάδα η τύχη κλπ. κλπ., πάρε τώρα τ' αρχίδια μου για αυτό που μας ζητάς και ξαναπέρνα από Δευτέρα να σε ξαναταλαιπωρήσω.

Βλέπε και εκφράσεις όπως «άσε τις νομικούρες», «άρχισε πάλι τα δικηγορίστικα κλπ», με τις οποίες, λόγω του φανφαρονισμού ορισμένων, απαξιώνεται συλλήβδην όλη η νομική επιστήμη.

Σε ό,τι αφορά τους ποινικούς, η αλήθεια είναι ότι οι δικηγόροι συχνά τους εκμεταλλεύονται, αναλαμβάνοντας τις υποθέσεις τους οι οποίες μπορεί να είναι εντελώς χαμένες, μόνο χάριν της αμοιβής. Το -και- σημερινό φαινόμενο εικονογραφεί με ακρίβεια ο Ηλίας Πετρόπουλος στο Εγχειρίδιο του Καλού Κλέφτη. Σχετικό το φαινόμενο των διαδρομιστών, δηλαδή δικηγόρων χωρίς γραφείο και σταθερή έδρα, που τριγυρνάν στα δικαστήρια και την πέφτουν στους άτυχους που τους τραβάνε αυτόφωρο και έχουν άμεση ανάγκη δικηγόρου. Θύματά τους κυρίως αλλοδαποί, χωρίς στον ήλιο μοίρα, οι οποίοι πριν φύγουν για απέλαση ή φυλάκιση, για να εξαντλήσουν τις ελπίδες τους, τα σκάνε και στο χασοδίκη να πει την μαλακία του. Και βέβαια, όσοι ποινικοί είναι μέσα με βαριές ποινές, γνωρίζουν τα νομικά τερτίπια καλύτερα από τον κάθε δικηγόρο και μπορούν να προβλέψουν με μαθηματική ακρίβεια τα χρόνια που θα φάει κάποιος συγκρατούμενός τους που πηγαίνει να δικαστεί.

Κττμγ, ως κοινωνία, αλλά και ο κάθε ένας μας, έχουμε τους χασοδίκες που μας αξίζουν.

  1. - Ρε σεις αν μας πιάσουν με τον μπάφο τι γίνεται;; Πε μας και συ χασοδίκη.
    - Βάσει του Συντάγματος και της αρχής της αξιοπρέπειας του ανθρώπου, πρέπει οπωσδήποτε και ανυπερθέτως η εξουσία να σέβεται τον πολίτη γιατί τα δικαιώματα του ανθρώπου....
    - Α παράτα μας ρε με τα δικηγορίστικα. Και πέρνα και τον μπάφο ρε χασοδίκη, τον γονάτισες.

  2. - Για πες μας εσένα γιατί σε φέρανε, τι λέει ο φάκελός σου;; Α, χα, ληστεία μετά φόνου, σύλληψις επ' αυτοφώρω και σε αναγνώρισαν και τέσσερις γυναίκες για απόπειρα βιασμού...
    - Όλα ψέματα κύριε αρχιφύλαξ, ο χασοδίκης ο δικηγόρος μου φταίει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified