Further tags

Ο εναλλακτικός, ειδικά και ορισμένα.

(Ελαφρώς) πιο πλυμένος από ΚΝίτη, ο ανήρ εντεχνindie ξεχωρίζει για το 1 ράστο που συνήθως καλλιεργεί ή το μαλλί τύπου tribal (ολούθε ξυρισμένο και όπισθεν χαιτίδιον) και το μούσι 18 ημερών.

Το θήλυ εντεχνindie σπουδάζει αρχιτεκτονική ή καλές τέχνες, έχει επίσης ράστο και φοράει παπούτσια τύπου μπαρέτας. Συνήθως δεν έχει ύψος άνω του 1.65.

Ακούει συγκροτήματα τύπου Godspeed u black emperor αλλά παραδέχεται και τον Θανάση Παπακωνσταντίνου.

Αγαπημένο bar: Άνθρωπος

- Ρε Μάκη πάμε κανα Άνθρωπο σήμερα; Ακούω ωραίο είναι.
- Πού ρε μαλάκα; Εκεί είναι τίγκα στον ούγκανο και στον εντεχνindie. Δεν πάμε booze να δούμε καμιά λεσβία καλύτερα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γκομενάκι που, στη σχετική κλίμακα, κυμαίνεται από θεόμουνο έως γαμήσιμο με εμφάνιση που αντιστοιχεί σε εργαζόμενη ή θαμώνα νυχτερινών κέντρων διασκέδασης της κατηγορίας: μπουζούκια.

Βασικά γνωρίσματα:

  • Ένα τουλάχιστον προκλητικό μέρος του σώματος (ντεκολτέ, πλάτη, πόδια, ώμοι, κοιλιές, σπάλα, κιλότο, ποντίκι κλπ.) γυμνό.
  • Επίσημο υπόδημα τύπου γόβας (μυτερή ή κυρτή), πέδιλου (ανοιχτό ή μιουλ) ή μπότας (σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και καουμπόικη αλλά με βγαλμένα τα σπιρούνια).
  • Κόμμωση (κούρεμα, χτένισμα ή φορμάρισμα) από χέρια ειδικού (μέ όνομα όπως «Λέλος Κανέλλος» κ.λπ.) και απαραιτήτως με τον επιθυμητό όγκο και γυαλάδα.
  • Εντυπωσιακό μέικ-απ με ανεκτές έως εκθαμβωτικές ποσότητες στρας.
  • Προσεγμένο μανικιούρ (συμβατικό ή γαλλικό) με βαφή νυχιών σε χρώματα από τα βασικά έως και «σάπιο μήλο».

Ένα μέρος όπου απαντάται συχνά:

Σε μεγάλες οδικές αρτηρίες, ενώ περιμένει ταξί τουρτουρίζοντας με τα χέρια σταυρωμένα, αφού το ζακετάκι (ή το μπολερό) που πήγαινε με το φόρεμα και τα παπούτσια δεν πήγαινε καθόλου με τον καιρό.

- Πω πω σου λέωωω! Κόψε τα ξέκωλα μπροστά στο Praktiker.
- Μπουζουκομούνια φίλε μου. Όχι σαν τα λέσια που παρακαλάμε να μας κάτσουν στο BIOS.

(από Khan, 09/07/14)

Δες και μπουζουκογκόμενα, καθώς και -μούνα, -γκόμενα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρώτη σκέψη 90's, δεύτερη τα χάπατα, τρίτη Οινόφυτα parties και battery club, τέταρτη σκέψη οι εναπομείναντες που χορεύουν κάνοντας κουτάκια με τα χέρια τους και άλλα 90's χορευτικά σε πάρτυ που θα ήθελαν να τους θυμίζουν τα δικά τους. Φοράνε πολύχρωμα πουκάμισα, περίεργα παντελόνια συνήθως και οι πιο hardcore πολύχρωμα κορδόνια και down town παπουτσάκια όσοι το πάνε προς trance..

- Ψηλέ άραγκον και χώσε μπίου, παίζει rave εδώ! Κοίτα το χάπατο πώς κουνιέται!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φανατικός οπαδός Europe, Celtic Frost ή άλλων Γερμανών 80's συγκροτημάτων. Απαραίτητα αξεσουάρ: Virago, μπότες, σπιρούνια, καναρινί σακάκι διπλωμένο στα μανίκια, τρίχα, σταυρός σκουλαρίκι, δερμάτινο κολάν παντελόνι, ford fiesta με αυτοκόλλητο «Bon Jovi Rulz», αφάνα περμανάντ με αφέλειες, κιθάρα με πλήκτρα και αυτοκόλλητο «I Waste Girls by Pleasure» και περιοδικό Playboy που κολλάνε οι σελίδες.

- Το είδες το ποζέρι;
- Μαλάκας;

Πάρτο αλλιώς. (από Galadriel, 12/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για εξελληνισμένη λέξη που προέρχεται από την αντίστοιχη αγγλική «punk» η οποία συνοψίζει σημασιολογικά το look με σκισμένα ρούχα, αλυσίδες σε πρόσωπο και σώμα, μαλλί άλουστο και κατά προτίμηση βαμμένο ροζ ή πράσινο (χωρίς να είναι απόλυτη η επιλογή χρώματος), μουσική είτε μέταλ είτε ντίσκο των '80s κ.τ.λ. Βασικά χρησιμοποιείται υποτιμητικά από μη θιασώτες του συγκεκριμένου στυλ.

Σχετικό λήμμα: κατσαπάνκης

Αυτό το πανκιό την Αννούλα που ακούει Metallica μπροστά σε κόσμο και Πλούταρχο όταν είναι μόνη της, ποιος την κάλεσε πάλι;;;

Σχετικό: χαοτικός πάνκης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πόζερος. Αυτός που δεν ξέρει από μουσική και θεωρεί μαγκιά και ψαγμένη την κολλεγειακή πανκ (και καλά) της Αμερικής. Χαρακτηρίζεται από το επιτηδευμένο χύμα στυλ ρούχων. Οι πιο κουλ τύποι έχουν την πιο περίτεχνη φράντζα και τρύπα στο μάγουλο. Συχνάζει κυρίως στα ΒΠ Αθηνών.

- Ποιοι δεν κουνιούνται καθόλου σε μια συναυλία που τα σπάει;
- Οι ημοκουράδες!!

%

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που ακούει punk μουσική και πρέπει να το αποδεικνύει συνεχώς με την εμφάνιση αλλά και την συμπεριφορά του. Συνήθως συναντάται στα Εξάρχεια (στην Αθήνα) και στην Ναυαρίνου (στην Θεσσαλονίκη). Υιοθετεί την στερεότυπη εικόνα του punk, επιβιώνει μόνο με μπύρα και ρετσίνα και οι κοινωνικές του ανησυχίες περιορίζονται στο «μπάτσοι γουρούνια δολοφόνοι».

Πήγα να δω συναυλία των Exploited που τους άκουγα μικρός αλλά ξενέρωσα. Γεμάτο μεθυσμένους κατσαπάνκηδες ήταν το μέρος. Μοϊκάνες, δερμάτινα μπουφάν και ύφος «σας γαμάω όλους».

(από patsis, 15/04/13)

Βλ. και πανκιό, χαοτικός πάνκης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified