Δεν αναφερόμεθα στην καθ' ημάς ῥίψη φάπας, αλλά σε νεόκοπο συνώνυμο του βαράω μαλακία.

Πρόκειται για ελληνική απόδοση τςη αγγλικανικής σλανγκιάς fapping. Ο όρος πρωτοεμφανίστηκε σε φλώρουμ και ιντερνετικούς «πίνακες ανακοινώσεων» τ. 4Chan και Reddit όπου ποστάρονται γυμνές φωτό τουμπανάϊζερ τση τέχνης και του πνεύματος, γυμνύματα φιλήδονων μαθητριών και ότι άλλες παραφιλικές κι αχαρτογράφητες παραστάσεις τραβάει το φαλλοκάρδι σας. Στις πιο επιτυχείς καταχωρήσεις οι αυτοηδονιζόμενοι χρήστες είθισται να αναρτούν το διθυραμβικό σχόλιο «Fap! Fap! Fap!» εις επίρρωσιν της ευτυχούς κατάληξης του αριστερού τους ποντικώματος.

Το fapping έγινε βάιραλ και ενέπνευσε πλείστα μιμήδια (βλ. πρώτο μήδι). Έφτασε δε στο απόγειό του τον Αύγουστο του 2014 όταν χακερόνια υπέκλεψαν και διέρρευσαν εκατοντάδες γυμνές φωτογραφίες σελεμπριτονίων ωθώντας εκατομμύρια καυλοπυρέσσοντες χρήστες του διαδικτύου σε περιπαθές και αλληλέγγυο φαπάρισμα σε παγκόσμια κλίμακα. Το κοσμογονικό αυτό χάπενινκ έμεινε στην ιστορία ως The Fappening (ελληνιστί: Φράπενινγκ).

Η συνέχεια επί της ασπρισμένης οθόνης σας.

1.
μπορούμε να έχουμε ένα νήμα με όλες τις φωτογραφίες OC από Ελληνίδες για επικό φαπάρισμα;

2.
Καλό φαπάρισμα συμφορουμίτη.

3.
αμα δείς καναν παλαβό έξω απο το καμπινγκ του τσίτσιδο να φαπάρει χαζεύοντας το μπικίνι σου ε ο φάπμαν ο μπαγάσας μας θα νε ;p

4.
Δεν καταλαβαίνω τίποτα. Η μόνη χρησιμότητα είναι πως έχει πικ Gillian Anderson οπότε μπορεί να φαπάρει ο σταμ.

(από σφυρίζων, 04/12/14)(από σφυρίζων, 04/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τσιμπουκλού, η πιπού, η ψωλογλειφίδα.

Σλανγιωτατική αργκό του Ανδρέα Εμπειρίκου. Εκ του λατινικού fellare (πιπιλάω).

1.
Η μεσήλικη φελλάτρια μπαίνοντας με βρήκε όρθιο και ολόγυμνο να παρατηρώ τον χώρο. – Γεια σου γλυκούλη μου, γεια σου κούκλε μου! είπε και με αγκάλιασε ...

2.
Ο Μπερτιέ, πανευτυχής, τήν ηυχαρίστησε θερμώς, και πνευστιών ακóμη απó τóν μέγαν γλυκασμóν που είχε δοκιμάσει, έκυψε και τήν εφίλησε εις τά κάθυγρα απó τó σπέρμα του χείλη της, εκφράζων και τóν θαυμασμóν του δια τήν τέχνην και τάς ερωτικάς ικανóτητας τής νεαράς φελλατρίας. « Είσαι μια υπέροχη μικρή ψωλογλειφίτσα! » είπε και τήν ησπάσθη άλλην μίαν φοράν εις τó στóμα.

3.
« Βύζαξε!... Βύζαξε!... » ήκουσε η Υβόννη τόν ναύτην να προστάζη, εν µέσω τών βόγγων και τών αναφωνήσεων τής βαθύτατης ηδονής, εις τήν εξωτικήν φελλάτριάν του. Και χωρίς τήν προσταγήν ταύτην, η ευειδής θεραπαινίς θα είχε κάµει αυτό που τής εζήτει ο θαυµαστής της. Σφίγγουσα τό στόµα της γύρω από τόν σφύζοντα καυλόν τού ναύτου, εξηκολούθησε σθεναρώς τήν άντλησιν, µε ισχυράς εκµυζήσεις και ηχηρά πλαταγίσµατα τών χειλέων της, καταπίνουσα µε λαιµαργίαν τό σπέρµα που ανέβλυζε τώρα εντός τού στόµατός της, ενώ, δια τής αριστεράς χειρός, επίεζε τούς ογκώδεις όρχεις που εταλαντεύοντο κάτω από τόν εµέσσοντα ερωτικόν σωλήνα.

(από Khan, 20/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο δεύτερος γύρος ερωτικής συνευρέσεως, «take two» που λένε και στο ψώλλυγουντ.

Εκ του Γαλατικού double, διπλό. Aπώτερο αντιδάνειο του δύο διά του λατινικού duplus).

Σλανγκιά του σλανγιωτάτου Ανδρέα του Εμπειρίκου.

1.
Ούτω µόλις απέσπασε ο µεγαλόσωµος πυρρόθριξ άνδρας τά χείλη του από τό στόµα τής Φλώσσυ, χωρίς να αφήση τήν παίδα να συνέλθη πλήρως από τόν γλυκύτατον « ντουµπλέν », έχων µεθύσει από τό νεανικόν µουνόχυµα που εγεύθη, χωρίς να είπη λέξιν, παρ' όλον ότι η κόρη είχε χύσει δύο φοράς, έτσι γονατιστός όπως ήτο προ τών ανοικτών σκελών της, έκυψε και εκόλλησε τό στόµα του εις τό αιδοίον της.

2.
Θα κάνω σε λίγο ένα ντουμπλέν με κάτι Πολωνές. Μπορεί να ποστάρω φωτό.Σε κανα-δυο βδομάδες σκέφτομαι να αρδεύσω ξανά τα εύφορα εδάφη της πάλαι ποτέ Αυστροουγγαρίας θα μείνω Τσεχία σε 4 γκόμενες(στα σπίτια τους διαδοχικά) και μετά θα πάω Πολωνία να μείνω σε 1 γκόμενα και να συναντήσω μερικές ακόμα.Πιστεύω οτι μια βδομάδα είναι αρκετή για το άνω πλάνο όπου 7-8 γκόμενες θα βρουν την ευτυχία τους. Είναι μεγάλη υπόθεση να είσαι Βαλκάνιος.

2.
Εάν ήμουν (πολύ) νεότερος ίσως να της πρότεινα έναν δεύτερο γύρο για το «ντουμπλέν», που έλεγε κι ο Εμπειρίκος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified