Το σαμπουάν, κατά Παπουτσάνη. Ουδέν σχόλιον.

από παλιά διαφήμιση, δεκαετίας 70:
«Ο Παπουτσάνης έχει βγάλει
για όλη σας τη φαμελιά
ένα τεράστιο μπουκάλι
λούσιμο για τα μαλλιά»
...
(για τις ανάγκες της μελωδίας τονίζεται λουσιμό...)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν το μαλλί είναι τελείως ίσιο χωρίς να πετάει ούτε μία τρίχα.

- Ωραίο μαλλί ρε Ρούλα...
- Φράπα, ε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φαρμακευτικό σκεύασμα που χρησιμοποιείται για να ξορκίσει τον ανδρικό εφιάλτη της φαλάκρας. Τα αποτελέσματα είναι φτωχά, οπότε μετά ο παθών φιλοσοφεί τη ζωή και με νέα γνώση διακυρήσσει ότι η καράφλα προκύπτει από την έντονη σεξουαλική του ζωή, άρα είναι υπερήφανος γι' αυτή. Με την άνοδο του YouPorn, RedTube κτλ προβλέπεται λοιπόν και αύξηση της ζήτησης καραφλάιζερ...

- Μισό λεπτό να βάλω καραφλάιζερ και φύγαμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έχων αραιωμένη την κορυφή του τριχωτού της κεφαλής και αφήνει κοτσίδα ή μακριά μαλλιά, κατάλοιπο νεανικών χρόνων.

Πουλικάκος, τίποτα άλλο.

(από Cunning Linguist, 20/04/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified