Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Επιθετικός προσδιορισμός που χρησιμοποιείται για χαρακακτηρισμό γκόμενας.
Πρόκειται για αναγραμματισμό τη λέξεις πουτανίτσα και χρησιμοποιείται αντ' αυτής συνηθως σε καβγάδες.
Aν η γκόμενα ειναι ξανθιά και αναρωτηθεί τι εννοείτε, μπορείτε να την διαβεβαιώσετε ότι πρόκεται για γνωστή κινέζικη φράση με σημασία της επιλογής σας.
Πάλι χωρίς βρακί γύρισες μωρή; E, είσαι τσανιτάπου... πάει τέλειωσε!
Δες ακόμη: τσανιτάπου, ποδανά.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified