Selected tags

Further tags

Το σαράβαλο. Χρησιμοποιείται για μέσα μεταφοράς, κυρίως αυτοκίνητο αλλά και μηχανάκι, ποδήλατο κτλ.

-Κάνε άκρη μωρέ με το καρούλι σου. Ούτε τα 60 δεν πιάνει και είσαι και στην αριστερή λωρίδα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γκαζώνω το αυτοκίνητο ως το τέρμα, έτσι ώστε το πεντάλ του γκαζιού να ακουμπήσει στο πάτο του αμαξιού.

- Άδειος είναι ο δρόμος ρε, σανίδωσε το! –Σανιδωμένο το 'χω αλλά δεν πάει άλλο, 900άρι Fiat είναι, τι περιμένεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κάτοχος και οδηγός Ιδιωτικής Χρήσης αυτοκινήτου. πληθυντικός: ΙΧήδες.

- Πάλι πήχτρα η Κηφισίας. - Εμ βέβαια αφού βγήκαν όλοι οι μάγκες οι ΙΧήδες στον δρόμο καλά να πάθουν. Αντί να πάρουν το ΜΕΤΡΟ και να φτάσουν σε 20 λεπτά, άστους να πήξουν στην κίνηση τα κορόιδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση πλέον ξεπερασμένη που χρησιμοποιείτο σε κόντρες και αγώνες ταχύτητας για να περιγράψει την κατάσταση πως ο άλλος αγωνιζόμενος προηγείται και εσύ, ο πίσω, τρως την σκόνη που αφήνει στο πέρασμά του.

-Είσαι για μια κόντρα; -Κόντρα; Με τι ρε, με την μπανιέρα που οδηγείς; -Καλά, κορόιδευε αλλά ετοιμάσου να φας την σκόνη μου.

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη με διπλή σημασία.
1. Η σούζα στα καγκουρίστικα (πρέπει να είσαι λίγο άτομο για να το πεις)
2. Ο πιτσιρικάς στα μάτια μιας διψασμένης για sex σαραντάρας.

  1. - Κι έσκασε μύτη ο ψηλός με τη χουσβάρνα και το σηκώνει ξερολούκουμο μπροστά από το μπατσικό... Μάγκας ο δικός σου, σου λέωωωωωωωωω.

  2. - Ρε φίλε σου λέω με κοίταζε όλο το βράδυ σαν ξερολούκουμο η σαραντάρα...
    - Και μετά;
    - Σπίτι της ρε ... Άσ' το... Με ξεζούμισε ρε... Μου ήπιε το μεδούλι, σου λέω... Θα πάρει καιρό μέχρι να μου ξανασηκωθεί... Με πέθανε!

Mr Υφήλιος 2007 - οκ, δεν είμαι ακόμα σαράντα εντάξει; αχαχαχαχαααα (από Galadriel, 08/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το παλαιό αυτοκίνητο που όλο χαλάει, το σαράβαλο.

- Αμάν πια! Δεν βαρέθηκες να την σπρώχνεις τη χαρχάλω;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εννοούμε το δυνατό και με κορυφαίες επιδόσεις αυτοκίνητο.

- Αποφάσισα τι αμάξι θα αγοράσω.
- Ποιο;
- Τη BMW την Μ3.
- Πώ πω φίλε, φοβερό εργαλείο θα πάρεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο οδηγός που επιδίδεται σε επικίνδυνη οδήγηση για εντυπωσιασμό.

Συνήθως συμμετέχει σε αυτοσχέδιους αγώνες σε δημόσιους δρόμους (κόντρες).

-Ο Μάκης; Τρελαμμένος κοντράκιας, αλλά πολύ απρόσεκτος, δεν έχει αφήσει κολώνα για κολώνα όρθια!

Got a better definition? Add it!

Published

Γρήγορα.

Με το που είδα τα μπατσόνια την έκανα με τις μπάντες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε κατάσταση αναμονής, αργά-αργά, χαλαρά.

- Δεν σε βλέπω και πολύ καλά...
- Είμαι λίγο στο ρελαντί, αλλά θα πάρω μπρος, πού θα πάει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified