Χρησιμοποιείται για να ειδοποιήσει κανείς κάποιον για την παρουσία μιας όμορφης και εντυπωσιακής κοπέλας, ενίοτε και ξέκωλου.

- Τίγκα τίγκα!
- Πού ρε’συ;
- Εκεί ρε, στο τραπεζάκι στα δεξιά!
– Πωπωπω, τι τούμπανο είναι αυτό! Πού θα βρω μια τέτοια γκόμενα εγώ ρε γαμώτο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό junkie, που σημαίνει ο εθισμένος στα ναρκωτικά και δη στην ηρωίνη. Ο πρεζάκιας.

-Μα που έχει χαθεί ο Νίκος, έχω καιρό να τον δω. –Άστα, έχει μπλέξει με κάτι τζάνκια και θα έχει άσχημα ξεμπερδέματα φοβάμαι.

Αποκοιμιέται ένα τζάνκι....... (από malakia, 29/02/12)Αποκοιμιέται ένα τζάνκι....... (από malakia, 29/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διάλεκτος που χρησιμοποιούν οι έλληνες ομοφυλόφιλοι. Την κατέγραψε ο Ηλίας Πετρόπουλος στο λεξικό του «Καλιαρντά».

– Μπενάβεις τα καλιαρντά; (μετάφραση: Μιλάς τα καλιαρντά;)
– Και τα τζινάβω και τα μπενάβω! (μετάφραση: Και τα καταλαβαίνω και τα μιλάω)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη / επιφώνημα που σημαίνει φύγε, ουστ, όξω. Προέρχεται από τα Καλιαρντά.

Σχετικά λήμματα: την κάνω, την κανά, παίρνω τον πούλο, αδειάζω τη γωνιά.

  1. - Άντε τζους μωρή τώρα, γιατί πρέπει να ετοιμαστώ να πάω στο κομμωτήριο.

  2. - Τζους μωρή ψαμοσκελού νταλκαρέτεκνη που θα μας πεις και υψομετρούδες! Δεν έρχεσαι να μας ροσολιμαντάρεις τα σερμέλια;

(Μετάφραση: Ούστ μωρή καυλιάρη κωλόμπαρε που θα μας πεις και αδερφές! Δεν έρχεσαι να μας γλύψεις τα πέη. [lamproukos.blogspot.com])

(από allivegp, 04/07/10)"Βρε άντε τώρα τζους", καρβελιά. (από Khan, 08/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φεύγω, αποχωρώ. Κυρίως απευθύνεται με άσχημο τρόπο σε κάποιον, προτρέποντάς τον να φύγει και να μας αφήσει στην ησυχία μας.

Σχετικά λήμματα: την κάνω, την κανά, παίρνω τον πούλο, τζους, ξεμπαζώνω

-Δεν σε αντέχω άλλο ρε, μας έχεις πρήξει από την ώρα που ήρθες, άντε άδειασέ μας την γωνιά γιατί θα τσακωθούμε πολύ άσχημα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κατάσταση του ανθρώπου που τον χαρακτηρίζει η φράση «ωχ αδερφέ μου...». Χαρακτηρίζει τους απαθείς ανθρώπους που ακόμα και χαμός να γίνεται γύρω τους αυτοί αδιαφορούν και ασχολούνται μόνο με τα δικά τους (και αυτό στην καλύτερη των περιπτώσεων).

-Θα έρθεις μαζί στην πορεία αύριο; -Μπα, δεν νομίζω μωρέ, έχω κανονίσει να πάω για καφέ. Αλλά εντάξει, θα πάτε εσείς οπότε εμένα τι με θέλετε; -Αυτός ο ωχαδερφισμός θα μας φάει ρε Κυριάκο και θα περάσουν και τον νόμο τελικά...

Δες ακόμη: σκεμπεδισμός, σταρχιδισμός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα παραδοσιακά παπούτσια All Star της Converse (πλέον Nike) από τη στιγμή που έγιναν μόδα. Παλιά τα φόραγαν οι ροκάδες, οι πάνκηδες, οι σκεϊτάδες, ακόμη και οι μεταλάδες. Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει μόδα, φοριέται σε όλα τα καλά και αλτέρνατιβ κλαμπ και τα βρίσκεις σε διάφορα χρώματα και σχέδια σε όλα τα μοδάτα μαγαζιά με ρούχα και παπούτσια που ψωνίζουν οι χατζηγιάννηδες. Αποτελεί απαραίτητο πατούμενο, για το γυναικείο φύλο, μαζί με τις μπαρέτες.

- Πήγα και πήρα καινούρια σταράκια σήμερα. Ένα ζευγάρι χαμηλό μοβ και ένα μποτάκι πράσινο. Θα σκάσει από το κακό της η Κατερίνα που το 'παιζε κάποια με αυτά που πήρε από το Λονδίνο με τα λουλούδια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ξένος, ο αλλοδαπός, κυρίως οι νεαρές αλλοδαπές τουρίστριες.

Και μέχρι το επόμενο καλοκαίρι που θα ξανάρχονταν τα ξενάκια, τα καμάκια τις πόλης πέρναγαν τις ώρες στους στο καφενείο, παίζοντας μπιλιάρδο, χαρτιά και λέγοντας ιστορίες των κατακτήσεών τους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοιτάω, παρατηρώ, κοιτώ επίμονα.

Κοίτα πώς σε κοζάρε αυτή εκεί στη γωνία τόση ώρα, άντε πήγαινε μίλα της!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξεχωρίζω. Όταν δεν μπορώ να κρύψω κάτι όσο και να προσπαθώ.

- Κοίτα αυτούς εκεί ρε πώς μας κοιτάνε. - Ω ρε γαμώτο, ασφαλίτες είναι. - Λες ε; - Σίγουρα σου λέω, κάνουν μπαμ. Ετοίμαζε την ταυτότητα, θα έρθουν για εξακρίβωση!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified